Μια ξεκάθαρη διαχωριστική γραμμή. Αυτή που χώρισε νικητές και ηττημένους στο πρώτο κλασικό ντέρμπι της χρονιάς.
Η γραμμή που χάραξε ο Κώστας Φορτούνης (21΄) οδηγώντας τον Ολυμπιακό σε μια πραγματικά σπουδαία νίκη επί του Παναθηναϊκού (1-0).
Σπουδαία γιατί τα λόγια είναι περιττά όταν αγωνίζονται οι δύο τους. Σπουδαία γιατί οι Ερυθρόλευκοι δεν σταμάτησαν να μετρούν απόντες στη διαδρομή ως το ντέρμπι.
Σπουδαία όμως και γιατί ο Παναθηναϊκός στο δεύτερο ημίχρονο έφερε τα πάνω-κάτω στο παιχνίδι διεκδικώντας αποτέλεσμα ως το τελευταίο λεπτό.
Ναι, τελικά μια κλασική μονομαχία στο Φάληρο. Με τις δύο ομάδες να έχουν από ένα ημίχρονο (για πολλούς και διάφορους λόγους) αλλά μόνο μια να έχει… Φορτούνη. Εκείνον που είδε, ζύγισε και εκτέλεσε με το αριστερό τιμωρώντας παραδειγματικά το διάστημα που οι Πράσινοι ήπιαν θάλασσα στο χορτάρι.
Στην μοναδική μεγάλη ευκαιρία της βραδιάς για τον Ολυμπιακό. Εκείνη που προέκυψε από μια μαγική μπαλιά του Εμβιλά. Που «ζωντάνεψε» από το γύρισμα του Ραφίνια στην περιοχή. Που έμεινε προς… διαπραγμάτευση μετά τη σπουδαία επέμβαση του Διούδη επί του Μασούρα σε πρώτο χρόνο.
Μια στιγμή, μια νίκη, ένα μεγάλο τρίποντο για την ομάδα του Πέδρο Μαρτίνς που παρέμεινε στην κορυφή του βαθμολογικού πίνακα (19β.) και που βεβαίως έδειξε να αντέχει στο πρώτο βράδυ δίχως το μισό της… ρόστερ.
Βαλμπουενά, Χασάν, Ελ Αραμπί, Χολέμπας, Μπρούμα δεν ήταν εκεί. Και μάλλον το κατάλαβαν όλοι στο δεύτερο ημίχρονο. Όταν από τη μια η κούραση και από την άλλη η μεγάλη επιθυμία του Παναθηναϊκού άλλαξε εντελώς την εικόνα της παρτίδας.
Είχε ο Ολυμπιακός 64%-36% κατοχή μπάλας στο πρώτο ημίχρονο. Είχε ο Παναθηναϊκός 63%-37% από το εξήντα και ως το σφύριγμα της λήξης. Οι Πράσινοι που σε όλο το πρώτο μέρος είχαν μια κεφαλιά του Κουρμπέλη (33΄). Και που στο δεύτερο έχασαν ένα ολόκληρο καρέ από μεγάλες ευκαιρίες (Μαουρίσιο 56΄-85, Χατζηγιοβάννης 59΄, Μακέντα 77΄).
Γιατί το ματς «γύρισε» τούμπα με τις δύο ομάδες να έχουν εντελώς διαφορετική αφετηρία στα δύο ημίχρονα; Πρώτον γιατί ο Ολυμπιακός εκμεταλλεύθηκε το δώρο του Λάζλο Μπόλονι να ξεκινήσει την ομάδα του με ένα χαλαρό 4-4-2, έχοντας τον Κουρμπέλη και τον Μαουρίσιο αναμεσα σε Εμβιλά, Μπουχαλάκη και Καμαρά.
Οι Ερυθρόλευκοι όσο υπήρχαν αυτοί οι σχηματισμοί στο γήπεδο έκαναν ότι ήθελαν. Και μάλιστα «χτύπησαν» στο πλάτος του γηπέδου με τον Ραφίνια να ανεβαίνει πολλές φορές ψηλά σαν αριστερό μπακ.
Η μετακίνηση της πράσινης άμυνας προς την πτέρυγα άνοιγε ακόμη περισσότερους χώρους στον άξονα και ο Ολυμπιακός ένιωθε δίχως αντίπαλο στον αγωνιστικό χώρο. Αν μάλιστα δεν του έλειπε «κάτι» στις τελικές πάσες του θα μπορούσε πολύ εύκολα το 1-0 (πρώτο φετινό γκολ στο πρωτάθλημα σε πρώτο ημίχρονο) να… μεγαλώσει και άλλο.
Ο Ρουμάνος τεχνικός όμως το κατάλαβε το λάθος του. Και έστειλε στον αγωνιστικό χώρο έναν εντελώς διαφορετικό Παναθηναϊκό στο δεύτερο μισό. Με τον Κουρμπέλη στόπερ αντί του Σένκεφελντ (για καλύτερη αντίδραση στην πίεση που δέχονταν). Με τον Αλεξανδρόπουλο να στέκεται πλάι στον Μαουρίσιο. Και με τον Σαβιέ (που αποχώρησε με δάκρυα στο 89΄έπειτα από έναν τραυματισμό που έδωσε την εντύπωση πως είναι κάτι πολύ σοβαρό) να αντικαθιστά τον αόρατο Χουάνκαρ και να παίζει με επιτυχία έναν διπλό ρόλο. Ξεκινούσε σαν αριστερός χαφ αλλά επί της ουσίας λειτουργούσε ως τρίτος «κεντρικός» βοηθώντας τον Παναθηναϊκό να πάρει μέτρα στο γήπεδο. Να ανέβει ψηλότερα. Να πιέσει εκείνος πλέον τον Ολυμπιακό. Και φυσικά να πάρει και την κατοχή.
Τρίτη συνθήκη «ανατροπής» της εικόνας; Η κούραση των Ερυθρόλευκων που από ένα σημείο και έπειτα έβγαζε μάτι. Ο Σισέ, ο Ντρέγκερ, ο Καμαρά επέστρεψαν Πέμπτη-Παρασκευή από την Αφρική. Ο Φορτούνης, ο Μπουχαλάκης που επέστρεψαν από τη δική μας εθνική κλπ. Ήθελε να αλλάξει κάτι ο Μαρτίνς και επί της ουσίας δεν είχε κάτι διαφορετικό να φέρει από τον πάγκο του. Με το… ρολόι έπαιξε ο Πορτογάλος. Και με τις αντοχές της ανασταλτικής γραμμής που τελικά την έκανε την δουλειά.
Ολυμπιακός: Σα, Ντρέγκερ, Σεμέδο, Σισέ, Ραφίνια, Εμβιλά, Μπουχαλάκης, Καμαρά (77’ Πέπε), Ραντζέλοβιτς (66’ Σουντανί), Μασούρας (88’ Λοβέρα), Φορτούνης (88’ Ανδρούτσος)
Παναθηναϊκός: Διούδης, Σάντσες, Σένκεφελντ (46’ Αλεξανδρόπουλος), Πούγγουρας, Ζαγαρίτης, Κουρμπέλης, Μαουρίτσιο, Χατζηγιοβάνης (64’ Βιγιαφάνιες) Χουάνκαρ (46’ Σαβιέρ), Μακέντα, Καρλίτος.