«Γιατί ο Μπάιντεν θα μπορούσε να γίνει η απόλυτη καταστροφή για τον Ερντογάν» επιγράφεται εκτενής ανάλυση της εφημερίδας Die Welt.
Ο αρθρογράφος υπενθυμίζει ότι ήδη ως υποψήφιος ο εκλεγείς πρόεδρος είχε προχωρήσει σε ξεκάθαρες εξαγγελίες για θέματα που αφορούν την Τουρκία, για παράδειγμα στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου ο Ερντογάν στέλνει ναυτικό και αεροπορία στη διαμάχη του με την Ελλάδα και την Κύπρο για το φυσικό αέριο.
Σε ανακοίνωση για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις που είχε εκδώσει τον Οκτώβριο η προεκλογική ομάδα του Μπάιντεν αναφέρεται ότι ‘σε αντίθεση με τον πρόεδρο Τραμπ ο Τζο Μπάιντεν θα αντιταχθεί στη συμπεριφορά της Τουρκίας, για παράδειγμα στην παραβίαση του ελληνικού εναέριου χώρου, η οποία προσκρούει στο διεθνές δίκαιο και στις υποχρεώσεις της Τουρκίας ως χώρας-μέλους του ΝΑΤΟ'(…) Η μακρόχρονη συμπάθεια του Μπάιντεν για την Ελλάδα, άσπονδο εχθρό της Τουρκίας, φτάνει στο σημείο, όπως λένε, να αυτοαποκαλείται παλαιότερα ‘επίτιμος Έλληνας’ και να συστήνει εαυτόν ως ‘Τζο Μπαϊντενόπουλος» σε προεκλογική εκδήλωση ενώπιον Ελληνοαμερικανών το 2012.
Πέρα από συμβολισμούς η ουσία είναι, εκτιμά ο αρθρογράφος, ότι οι διμερείς σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας θα περάσουν από δύσκολες συγκυρίες την επόμενη χρονιά: «Πρώτη νευραλγική ημερομηνία είναι η 24η Απριλίου 2021. Την ημέρα αυτή οι Αρμένιοι τιμούν τη μνήμη συμπατριωτών τους που έπεσαν θύματα μαζικής δολοφονίας από τα οθωμανικά στρατεύματα το 1915. Τον Απρίλιο ο Μπάιντεν είχε υποσχεθεί ότι, αν εκλεγεί, θα αναγνωρίσει εκ μέρους των ΗΠΑ τη γενοκτονία των Αρμενίων. Η Τουρκία αγωνίζεται διεθνώς να αποτρέψει τη χρήση του όρου, ενώ η κυβέρνηση Ερντογάν διώκει και στο εσωτερικό της χώρας όποιον τον χρησιμοποιεί δημοσίως.
Αν ο Μπάιντεν υλοποιήσει την εξαγγελία του, για παράδειγμα στην επόμενη επέτειο, θεωρείται βέβαιη μία οξεία αντίδραση της Άγκυρας. Η άλλη αναμενόμενη δοκιμασία για τις διμερείς σχέσεις είναι η 1η Μαρτίου 2021. Τότε συνεχίζεται στη Νέα Υόρκη η δίκη της τουρκικής τράπεζας Halkbank, η οποία κατηγορείται ότι έχει παρακάμψει τις αμερικανικές κυρώσεις κατά του Ιράν.
Και μάλιστα εν γνώσει του Ερντογάν και του γαμπρού του και τότε υπουργού Οικονομικών Αλμπάϊράκ- αυτό διατείνεται ο Τουρκοϊρανός τραπεζίτης Ρεζά Ζαράμπ, ο οποίος κατέθεσε στην υπόθεση αυτή. Την περασμένη εβδομάδα ο Αλμπαϊράκ παραιτήθηκε. Το ότι οι αμερικανικές οικονομικές υπηρεσίες δεν έχουν επιβάλει προ πολλού κυρώσεις στην κρατική τράπεζα της Τουρκίας οφείλεται αποκλειστικά, όπως λέγεται, στην ευμενή στάση του Τραμπ απέναντι στον Ερντογάν».
Οι προκλήσεις του Ερντογάν
Νέα πρόκληση η επίσκεψη στα Βαρώσια
Στην επίσκεψη Ερντογάν στα Βαρώσια, αλλά και στην αμήχανη αντίδραση της Ευρώπης αναφέρεται το σχόλιο της Süddeutsche Zeitung. Για τον Ερντογάν παρατηρεί: «Στοχευμένα συνεχίζει μία πολιτική προκλήσεων, που συνδέονται μεταξύ τους. Εδώ και μήνες δίνει εντολή στα ερευνητικά πλοία του να αναζητούν πετρέλαιο και φυσικό αέριο, στέλνει το πολεμικό ναυτικό εν είδει συνοδείας, αδιαφορεί επιδεικτικά για τα χωρικά ύδατα της Κύπρου και της Ελλάδας, που αναγνωρίζουν οι περισσότερες γειτονικές χώρες.
Ο Ερντογάν έχει χαράξει τα δικά του σύνορα. Τώρα κάνει λόγο για λύση δύο κρατών, επιχειρηματολογώντας ότι ήδη υπάρχουν στην Κύπρο δύο κράτη και δύο λαοί και ότι έχει απαυδήσει από τις προσπάθειες διπλωματικής επίλυσης του Κυπριακού χωρίς αποτέλεσμα. Φαίνεται ότι σύντομα η Άγκυρα θα επιδιώξει τετελεσμένα.
Και ποια είναι η αντίδραση της ΕΕ, της οποίας αν μη τι άλλο είναι μέλος η Κυπριακή Δημοκρατία; Τίποτα. Το μόνο που έχουν να πουν οι Βρυξέλλες είναι ότι η τακτική της Άγκυρας ‘δεν θα απέφερε παρά μόνο μεγαλύτερη δυσπιστία και νέες εντάσεις’. Μα αυτό ακριβώς είναι που θέλει και ο Ερντογάν με την επιθετική στρατηγική που ακολουθεί».
Ποδόσφαιρο και άλλα… πολιτικά ζητήματα
Πανηγυρισμοί στα Σκόπια για την πρόκριση στα τελικά του Πανευρωπαϊκού Πρωταθλήματος
Σελίδες ποδισφαιρικής δόξας για τη Βόρεια Μακεδονία, που κατάφερε για πρώτη φορά να προκριθεί στην τελική φάση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος ποδοσφαίρου μετά τη νίκη με 1-0 επί της Γεωργίας. Στις αθλητικές σελίδες της η Süddeutsche Zeitung κάνει μία ποδοσφαιρική αναδρομή, χωρίς να αγνοεί τα πολιτικά συμφραζόμενα. Μεταξύ άλλων διαβάζουμε: «Στη σοσιαλιστική Γιουγκοσλαβία η ‘Μακεδονία’ ήταν μία από τις έξι Δημοκρατίες της Ομοσπονδίας. Ωστόσο, πολλοί φίλαθλοι ενδιαφέρονταν περισσότερο για ομάδες από άλλες περιφέρειες, όπως ο Ερυθρός Αστέρας Βελιγραδίου και η Δυναμό Ζάγκρεμπ. Στην εθνική ομάδα της Γιουγκοσλαβίας οι ‘Μακεδόνες’ παίκτες είχαν περιοριστεί σε δευτερεύοντες ρόλους.
Από τη δεκαετία του ’80 και μετά ξεσπούσαν επεισόδια, στα οποία οι οπαδοί έδειχναν τη θέλησή τους για ανεξάρτητα κράτη, εθνικά ομοιογενή. Στην πρωτεύουσα Σκόπια ιδρύθηκε η ομάδα ‘Κομίτι’, υποστηρίζοντας τον πιο σημαντικό σύλλογο, τη Βαρντάρ. Η ονομασία της εμπνέεται από τους αντάρτες την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η αίσθηση του αποκλεισμού, την οποία είχαν πολλοί ‘Μακεδόνες’ ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο το 1986: Λόγω ‘στημένων παιχνιδιών’ δέκα σύλλογοι υποχρεώθηκαν να αρχίσουν τη σεζόν με έναν βαθμό λιγότερο. Η Βαρντάρ δεν ανήκε σε αυτούς και αναδείχθηκε, για πρώτη φορά, πρωταθλήτρια Γιουγκοσλαβίας. Όμως η δεύτερη του πρωταθλήματος, Παρτιζάν Βελιγραδίου, έκανε έφεση και τελικά πήρε εκείνη τον τίτλο…»
Τι γίνεται όμως σήμερα; «Από τότε που άλλαξε το όνομα της χώρας, η κατάσταση είναι ήρεμη. Ωστόσο, υπάρχουν άλλες αντιπαραθέσεις. Περίπου το 25% του ‘μακεδονικού πληθυσμού’ είναι Αλβανοί και μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα. Και εκείνοι χρησιμοποιούν το ποδόσφαιρο για πολιτικούς σκοπούς: Οι φανατικοί οπαδοί του συλλόγου Σκεντίγια, που έχει αλβανική ταυτότητα, αυτοαποκαλούνται ‘Ballistet’, ονομασία που θυμίζει μία αλβανική ένοπλη οργάνωση στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κάποιοι από αυτούς κραδαίνουν σημαίες μίας υποθετικής Μεγάλης Αλβανίας».
Γιάννης Παπαδημητρίου