Μεγάλος νικητής της σύγκρουσης για το Ναγκόρνο-Καραμπάχ αναδεικνύεται η Ρωσία, η οποία, με τη συμφωνία εκεχειρίας που υπογράφηκε τη Δευτέρα, ενισχύει τη θέση της στον Νότιο Καύκασο και αναπτύσσει για πρώτη φορά στρατό στο Αζερμπαϊτζάν (ήδη διατηρεί βάσεις στις άλλες δύο χώρες του Νότιου Καυκάσου, τη Γεωργία και την Αρμενία).
Η Μόσχα δίνει επίσης ένα «μάθημα» στην Αρμενία που είχε τάσεις απομάκρυνσης από τη ρωσική επιρροή επί πρωθυπουργού Νικόλ Πασινιάν, τον οποίο αποδυναμώνει, παίρνει το Ναγκόρνο-Καραμπάχ υπό ρωσικό έλεγχο και αφήνει το Ερεβάν ακόμα πιο εξαρτώμενο από τη Ρωσία.
Η Μόσχα σε ρόλο διαιτητή
Η συμφωνία υπογράφηκε μεταξύ του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, του αρμένιου Πασινιάν και του αζέρου προέδρου Ιλχάμ Αλίεφ, επισφραγίζοντας τον ρόλο της Μόσχας ως υπέρτατου διαιτητή της περιοχής. Δεν κάνει καμία αναφορά στην Ομάδα του Μινσκ (ΗΠΑ, Γαλλία και Ρωσία), υπό την αιγίδα της οποίας πραγματοποιούνταν οι συνομιλίες για το Ναγκόρνο-Καραμπάχ από το 1992.
Νικητής είναι και η Τουρκία, η οποία δεν θα συμμετέχει στη ρωσική ειρηνευτική δύναμη αλλά, μέσω ενός ρωσοτουρκικού παρατηρητηρίου της εκεχειρίας που θα δημιουργηθεί στο Αζερμπαϊτζάν, βάζει και αυτή ένα πόδι στον Νότιο Καύκασο. Και θεωρείται πλέον σημαντικότερος παίκτης στην περιοχή από την Ομάδα του Μινσκ.
Τα τουρκικά drones
Επιπλέον, οι μεγαλύτερες ευρωπαϊκές και αμερικανικές εφημερίδες κάνουν ιδιαίτερη μνεία στα οπλισμένα τουρκικά drones Bayraktar TB2 που επέτρεψαν στον αζερικό στρατό να πάρει εύκολα το πάνω χέρι στις μάχες. Παρά την ενεργή ανάμειξη στη σύγκρουση όμως, η Τουρκία δεν συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία εκεχειρίας.
Προφανώς νικητής είναι και το Μπακού (αν και δέχθηκε την παρουσία ρώσων στρατιωτών επί αζερικού εδάφους): η συμφωνία για την εκεχειρία προβλέπει ότι οι επτά αζερικές επαρχίες γύρω από το Ναγκόρνο Καραμπάχ, που είχε κατακτήσει η Αρμενία πριν από 30 χρόνια, θα επιστραφούν στο Αζερμπαϊτζάν και ότι το Αζερμπαϊτζάν θα κρατήσει τα τμήματα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ που κατέκτησε στις έξι αυτές εβδομάδες των συγκρούσεων (περιλαμβανομένης της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης, Σούσι). Προβλέπει επίσης ότι θα αναπτυχθεί μια ρωσική ειρηνευτική δύναμη 2.000 ανδρών για να επιβλέπει την εκεχειρία ανάμεσα στις δύο πλευρές, με αρχική διάρκεια τα πέντε έτη.
Ο διάδρομος του Λατσίν
Το «αρμενικό» τμήμα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ θα επικοινωνεί με την Αρμενία μέσω του διαδρόμου του Λατσίν, μιας λωρίδας γης πλάτους πέντε χιλιομέτρων της οποίας την ασφάλεια θα εγγυάται η ρωσική ειρηνευτική δύναμη, η οποία θα εγγυάται και την ασφάλεια έτερου διαδρόμου που θα ενώνει το Αζερμπαϊτζάν με την αζερική επαρχία Ναχιτσεβάν, η οποία βρίσκεται εντός της Αρμενίας. Ενδιαφέρον έχει ότι ο δεύτερος αυτός διάδρομος θα ενώνει στην πράξη και την Τουρκία, που συνορεύει με το Ναχιτσεβάν, με το Αζερμπαϊτζάν.
Η συμφωνία δεν περιέχει καμία αναφορά στον ρόλο που θα παίξει η Τουρκία στην εφαρμογή της. Η Αγκυρα και το Μπακού δήλωναν στην αρχή της εβδομάδας ότι η Τουρκία θα συμμετείχε επί ίσοις όροις με τη Ρωσία στην ειρηνευτική δύναμη, αλλά την Πέμπτη βγήκε ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ και τους διέψευσε, τονίζοντας ότι κανένας τούρκος στρατιώτης δεν θα πατήσει στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Θα υπάρχουν μόνο τούρκοι παρατηρητές σε ένα κοινό ρωσοτουρκικό κέντρο για την παρακολούθηση της κατάπαυσης του πυρός που θα δημιουργηθεί εντός του Αζερμπαϊτζάν. Ρωσική αντιπροσωπεία πήγε προχθές στην Αγκυρα για να συζητήσει τεχνικές λεπτομέρειες για το κέντρο αυτό.
Ευθύνες στον Πασινιάν
Στην Αρμενία, τη μοναδική χαμένη, ο πρωθυπουργός Πασινιάν βάλλεται από παντού. Tου καταλογίζουν ότι ο στρατός παρέμενε ανέτοιμος απέναντι σε ένα Αζερμπαϊτζάν που εξοπλιζόταν, επαναπαυμένος στην αμυντική συμμαχία με τη Μόσχα, και ότι στη διάρκεια των έξι εβδομάδων των συγκρούσεων κυκλοφορούσε ψευδή ανακοινωθέντα που έδιναν την εικόνα ότι οι αρμενικές δυνάμεις κέρδιζαν τις αζερικές – ορισμένοι κατηγορούν τον Πασινιάν ότι γνώριζε από την αρχή πως ο πόλεμος ήταν χαμένος αλλά έστελνε νέους στρατιώτες στον βέβαιο θάνατο «για το τίποτα», ενώ άλλοι τον επικρίνουν που συνθηκολόγησε αντί να συνεχίσει τη μάχη.
Η αντιπολίτευση ζητάει την παραίτηση του Πασινιάν και οι Αρμένιοι διαδηλώνουν καθημερινά εναντίον του με συνθήματα όπως «Νικόλ, προδότη». Αρμένιοι της Αρμενίας και της διασποράς εκφράζουν δυσαρέσκεια για τη στάση της Ρωσίας.
Η μάχη στο Φιζούλι με τα drones και η πτώση του Σούσι
Οι Αρμένιοι κατέκτησαν επτά επαρχίες του Αζερμπαϊτζάν όταν ξέσπασε η σύγκρουση πριν από τρεις δεκαετίες. Οι επαρχίες αυτές, από τις οποίες εκδιώχθηκαν περίπου 600.000 Αζέροι, αποτελούσαν στρατιωτικοποιημένη ζώνη ασφαλείας των Αρμενίων και εξασφάλιζαν εδαφική ενότητα ανάμεσα στην Αρμενία και το Ναγκόρνο-Καραμπάχ.
Από την αζερική πλευρά, οι εκτοπισμένοι των επαρχιών αυτών περίμεναν μάταια 26 χρόνια να καρποφορήσει η διπλωματική οδός. Μετά τη συμφωνία εκεχειρίας, θα μπορέσουν να επιστρέψουν, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, στα χωριά-φαντάσματα που είχαν εγκαταλείψει στις αρχές της δεκαετίας του ’90.
Η πρωτεύουσα μιας από αυτές τις επαρχίες, το Φιζούλι, υπήρξε πεδίο σφοδρής μάχης στην οποία οι δυνάμεις του Ναγκόρνο-Καραμπάχ σφυροκοπήθηκαν ανελέητα από τα τουρκικά και τα ισραηλινά drones των Αζέρων. Σε αυτή τη ζώνη, οι αρμενικές δυνάμεις είχαν επιχειρήσει αντεπίθεση αλλά κατέληξαν να θυσιάσουν πολλούς στρατιώτες τους που δεν είχαν πώς να καλυφθούν από τα drones που κατέστρεψαν τα αντιαεροπορικά τους συστήματα.
Η αποφασιστική μάχη δόθηκε το περασμένο Σαββατοκύριακο στο Σούσι (Σούσα για τους Αζέρους), τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, 15 χλμ. νότια του Στεπανακέρτ και πάνω στον κρίσιμο δρόμο για τη στρατιωτική τροφοδοσία που ενώνει την πρωτεύουσα της διαφιλονικούμενης επαρχίας με το Ερεβάν. Αν δεν είχε μεσολαβήσει η συμφωνία για εκεχειρία, το αμέσως επόμενο βήμα των αζερικών δυνάμεων θα ήταν η επίθεση στο Στεπανακέρτ που είχε εκκενωθεί την προηγουμένη της πτώσης του Σούσι και δεν ήταν προετοιμασμένο να αντισταθεί σε επίθεση ή πολιορκία.
Δεν είναι βέβαιο πόσοι είναι οι νεκροί από τις 27 Σεπτεμβρίου, όταν ξέσπασαν οι συγκρούσεις – πιθανότατα εξαιτίας των Αζέρων που ήταν καλύτερα εξοπλισμένοι και είχαν την αμέριστη υποστήριξη των Τούρκων. Σύμφωνα με ρωσικούς υπολογισμούς, τα θύματα υπολογίζονται συνολικά γύρω στις 5.000, κυρίως στρατιωτικοί, ενώ οι άμαχοι είναι μερικές δεκάδες από κάθε πλευρά.