Κινδυνεύει η δημοκρατία από μια πλούσια ανώτερη κοινωνική τάξη; Το ερώτημα δεν είναι νέο, εντούτοις επανήλθε με δριμύτητα στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια ενόσω ο Λευκός Οίκος διοικούνταν από έναν δισεκατομμυριούχο Τραμπ, που στηρίχθηκε μάλιστα προεκλογικά από εξίσου πάμπλουτους, υπερσυντηρητικούς επιχειρηματίες. Όπως εκτιμούν ειδικοί, η εντεινόμενη ανισότητα που παρατηρείται σε όλο και περισσότερες κοινωνίες χωρών της Δύσης, θέτει τη δημοκρατία εν γένει σε κίνδυνο και τροφοδοτεί λαϊκιστικά κινήματα.
Στις ΗΠΑ η τάση αυτή φαίνεται μάλιστα να εδραιώνεται. Ο σερβοαμερικανός οικονομολόγος Μπράνκο Μιλάνοβιτς διακρίνει ήδη πρώτες εκφάνσεις «πλουτοκρατίας» η οποία θα μπορούσε να εξαλείψει τον φιλελεύθερο καπιταλισμό και τη δημοκρατία. Όλα αυτά δεν αποκλείεται να οδηγήσουν σε ένα σύστημα που θα είχε αρκετές ομοιότητες με τον κινεζικό καπιταλισμό.
Ο Μιλάνοβιτς θεωρείται ένας από τους εγκυρότερους μελετητές του φαινομένου της οικονομικής ανισότητας. Το ζήτημα κυριαρχεί θεματικά και στο νέο του βιβλίο που κυκλοφόρησε στα ελληνικά με τίτλο «Παγκόσμια ανισότητα». Προ ετών ο σερβοαμερικανός ειδήμονας είχε προκαλέσει ιδιαίτερη αίσθηση με το «γράφημα του ελέφαντα» που περιέλαβε σε έκθεσή του για την Παγκόσμια Τράπεζα. Σε αυτό αποτυπωνόταν η εξέλιξη των εισοδημάτων από τη δεκαετία του 1980. Σε χώρες όπως την Κίνα και την Ινδία η μεσαία τάξη ωφελήθηκε σημαντικά. Το ίδιο ίσχυε για τη μικρή, αλλά πανίσχυρη οικονομικά ανώτερη κοινωνική τάξη των βιομηχανικών χωρών. Αντιθέτως, στα μεσαία και κατώτερα κοινωνικά στρώματα των χωρών αυτών τα εισοδήματα είτε πάγωναν είτε και μειώνονταν.
Μνήμες φεουδαρχίας
Η οργή πολλών οπαδών του Τραμπ και άλλων αγανακτισμένων σε άλλες δυτικές κοινωνίες έχει λοιπόν μια πραγματική βάση. Ο βασικός λόγος έξαρσης του φαινομένου είναι η εντεινόμενη απόκλιση μεταξύ εισοδημάτων και κεφαλαιακών κερδών. Με απλά λόγια: όποιος διαθέτει μετοχές και ακίνητα κατάφερε, στις περισσότερες περιπτώσεις, να πολλαπλασιάσει τις τελευταίες δεκαετίες τα περιουσιακά του στοιχεία. Αντιθέτως, για όσους είχαν τον μισθό τους ως μοναδική πηγή εσόδων, οι προοπτικές βελτίωσης της προσωπικής οικονομικής τους κατάστασης είναι εξαιρετικά περιορισμένες αν όχι μηδαμινές. Το αποτέλεσμα είναι στις ΗΠΑ (που αποτελεί ακραίο παράδειγμα) το 90% των χρηµατοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων να βρίσκεται στα χέρια ενός προνομιούχου 10% των πολιτών. Θεωρητικά όλοι έχουν τη δυνατότητα ανέλιξης μέσα από ένα πολύ υψηλό εισόδημα. Στην πράξη όμως πρόκειται ουσιαστικά για μια κλειστή κοινωνία.
Στη βάση πολυάριθμων δεδομένων ο Μιλάνοβιτς σκιαγραφεί την εδραίωση μιας ανώτερης τάξης που θυμίζει παλιές εποχές φεουδαρχίας. Διότι το πιο συγκλονιστικό είναι ότι ο πλούτος και η φτώχεια, τρόπον τινά, κληροδοτούνται στις επόμενες γενιές. Μεταξύ των διαφορετικών κοινωνικών στρωμάτων υπάρχουν όλο και λιγότερα σημεία επαφής. Με αιχμή τον πλούτο τους οι έχοντες διασφαλίζουν τα καλύτερα σχολεία και πανεπιστήμια, που με τη σειρά τους διασφαλίζουν στους αποφοίτους τους υψηλότερα εισοδήματα. Αξιοσημείωτο είναι ότι στις ΗΠΑ τα παιδιά από πολύ πλούσιες οικογένειες έχουν 60 φορές περισσότερες πιθανότητες να σπουδάσουν σε ένα καλό πανεπιστήμιο από τα παιδιά μεσαίων ή κατώτερων στρωμάτων.
Προτάσεις για έναν «λαϊκό καπιταλισμό»
Ο Μιλάνοβιτς διακρίνει ήδη πρώτες εκφάνσεις «πλουτοκρατίας» η οποία θα μπορούσε να εξαλείψει τον φιλελεύθερο καπιταλισμό και τη δημοκρατία
Την ίδια ώρα και αξιοποιώντας το ιδιαίτερα αμφιλεγόμενο σύστημα σχεδόν απεριόριστων προεκλογικών δωρεών στις ΗΠΑ, οι πλούσιοι διασφαλίζουν και την επιρροή τους στην πολιτική. Πολλάκις έχει αποδειχθεί ότι το Κογκρέσο ασχολείται και ψηφίζει συχνότερα για θέματα που αφορούν τους πλούσιους και λιγότερο για εκείνα που απασχολούν τους λιγότερο προνομιούχους. Η «φιλελεύθερη καπιταλιστική αξιοκρατία» όπως την έχει ονομάσει ο Μιλάνοβιτς -αναπόσπαστο κομμάτι της οποίας αποτελούν το κράτος δικαίου και η συμμετοχή των πολιτών- εισέρχεται με τον τρόπο αυτό σε ένα επικίνδυνο μονοπάτι που ενδέχεται να οδηγήσει εν τέλει και στην κατάργησή της.
Τι πρέπει λοιπόν να γίνει; Ο οικονομολόγος κάνει λόγο για ένα είδος «λαϊκού καπιταλισμού» ή «ισότιμου καπιταλισμού»: αφενός θα πρέπει να επιβληθούν υψηλότεροι φόροι κληρονομιάς προκειμένου να ανακοπεί η περαιτέρω συγκέντρωση κεφαλαίων και αφετέρου θα πρέπει να υπάρχει ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος με ένα καλό σύστημα δημόσιας εκπαίδευσης και υγειονομικής περίθαλψης, που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως τροχοπέδη στο υφιστάμενο σύστημα δυο ταχυτήτων. Προτείνει επίσης την αυστηροποίηση και ρύθμιση του συστήματος ιδιωτικών δωρεών στο πλαίσιο του αμερικανικού προεκλογικού αγώνα προκειμένου να μετριαστεί η επιρροή των πλουσίων στην πολιτική. Όπως επισημαίνει ο ειδικός, η ιστορία δείχνει ότι χωρίς αυτές τις παρεμβάσεις η διόρθωση ακραίων ανισοτήτων γίνεται συνήθως μέσα από «πολέμους, επαναστάσεις και σε ορισμένες περιπτώσεις μέσα από έναν απροσδόκητο υπερπληθωρισμό».
Ζιμπίλε Πάινε (dpa)
Επιμέλεια: Κώστας Συμεωνίδης