Στους 120.500 τόνους ανήλθε το 2019 η παραγωγή των ελληνικών ιχθυοκαλλιεργητικών μονάδων τσιπούρας και λαβρακίου. Η αξία των πωλήσεων αντίστοιχα διαμορφώθηκε στα 545,6 εκατ. ευρώ. Οι εξαγωγές αντιπροσώπευαν το 77% των συνολικών πωλήσεων και η αξία τους έφθασε τα 420 εκατ. ευρώ. Το 93% των εξαχθέντων προϊόντων διατέθηκε σε 25 αγορές της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Σήμερα ο κλάδος της ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας αντιπροσωπεύει το 59% της παραγόμενης ποσότητας τσιπούρας και λαβρακίου στην ΕΕ και σχεδόν το 23% διεθνώς.
Η στήλη έχει ασχοληθεί και στο παρελθόν με τη δυναμική των ελληνικών ιχθυοακαλλιεργητικών μονάδων, οι οποίες και τεχνογνωσία διαθέτουν και ποιοτικό προϊόν, αλλά κυρίως αναγνώριση στα διεθνή δίκτυα πώλησης. Πλέον λόγω της COVID-19 αναδείχθηκε και η ανάγκη εξασφάλισης της αυτάρκειας των τροφίμων σε ευρωπαϊκό επίπεδο και η μείωση της εξάρτησης από τις εισαγωγές. Κομβικό ρόλο στο νέο αυτό τοπίο θα διαδραματίσει ο τομέας της ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας και για αυτό ο γενικός διευθυντής του Συνδέσμου Ελληνικών Θαλασσοκαλλιεργειών (ΣΕΘ) κ. Γιάννης Πελεκανάκης σε πρόσφατη παρέμβασή του τόνισε πως με αφορμή την προετοιμασία της νέας προγραμματικής περιόδου 2021-2027 η πολιτεία «οφείλει να σταθεί αρωγός στην περαιτέρω ανάπτυξη της ιχθυοκαλλιέργειας στην Ελλάδα».
Η Τουρκία παραμένει ο κύριος ανταγωνιστής της Ελλάδας αφού η παραγωγή και οι εξαγωγές της αυξήθηκαν για άλλη μια χρονιά με «όπλο» τις χαμηλές τιμές ως απόρροια και των κρατικών διευκολύνσεων. Τα «τουρκικά» ψάρια φθάνουν στην Ευρώπη μέσω της Ελλάδας αξιοποιώντας τα δικά μας δίκτυα. Παράλληλα, οι απευθείας πτήσεις της Turkish Airlines στις ΗΠΑ προσδίδουν άλλο ένα πλεονέκτημα στη γείτονα χώρα ως προς τους χρόνους παραλαβής. Η κυβέρνηση οφείλει να πιέσει σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την ανάγκη καθιέρωσης ισότιμων όρων ανταγωνισμού με τα εισαγόμενα προϊόντα ώστε να αντιμετωπιστούν οι στρεβλώσεις στις αγορές, ενώ και οι θεσμικές προτεραιότητες για την ανάπτυξη του κλάδου όπως η ολοκλήρωση του χωροταξικού σχεδιασμού θα πρέπει επιτέλους να προχωρήσουν.