Προς νέα πτώση του ΑΕΠ οδηγείται η ελληνική οικονομία το 4ο τρίμηνο του 2020, σύμφωνα με την Εθνική Τράπεζα, η οποία ωστόσο σε ανάλυσή της επισημαίνει πως αναμένεται να είναι πιο ήπια σε σχέση με το 2ο τρίμηνο, υπό την προϋπόθεση αποτελεσματικής ανάσχεσης της τάσης επιδείνωσης της πανδημίας τον Νοέμβριο.

Όπως αναφέρουν οι οικονομολόγοι της τράπεζας, η επαναφορά περιοριστικών μέτρων σε εθνικό επίπεδο για τρεις εβδομάδες, ξεκινώντας από την 7η Νοεμβρίου, στοχεύει στην εξάλειψη της πίεσης στο σύστημα υγείας, με την αναστολή λειτουργίας ενός σημαντικού εύρους δραστηριοτήτων, σε κλίμακα σχεδόν ανάλογη με αυτήν του Απριλίου.

Ωστόσο αυτό αναμένεται να δημιουργήσει σημαντικές πιέσεις στην οικονομική δραστηριότητα. Για το υπόλοιπο του έτους η τράπεζα αναμένει μείωση του ΑΕΠ κατά 5,1% σε εποχικά διορθωμένη τριμηνιαία βάση το 4ο τρίμηνο (-12,8% ετησίως το 4ο τρίμηνο), η οποία θα οδηγήσει σε συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 9,4% ετησίως το 2020.

Η εκτίμηση αυτή προϋποθέτει ότι:

(α) η επιδημική καμπύλη ομαλοποιείται έως τις αρχές Δεκεμβρίου, επιτρέποντας τη μερική άρση των περιορισμών στο λιανικό εμπόριο και τις υπηρεσίες «χαμηλού υγειονομικού κινδύνου»

(β) η εκτιμώμενη συρρίκνωση της δραστηριότητας σε τομείς όπου έχει ανασταλεί η λειτουργία τους είναι παρόμοια με εκείνη που παρατηρήθηκε το δίμηνο Απριλίου-Μαΐου (ειδικά σε υπηρεσίες διαμονής και εστίασης, καθώς και τη βιομηχανία διύλισης καυσίμων), και

(γ) η συρρίκνωση είναι ηπιότερη για την υπόλοιπη οικονομία (αντιστοιχώντας στα 2/3 περίπου του αντίστοιχου πλήγματος στο 2ο τρίμηνο, καθώς επιδρούν και οι ανασχετικοί παράγοντες που προαναφέρθηκαν).

Θα μετριαστεί η πίεση

Σύμφωνα με τους αναλυτές της Εθνικής Τράπεζας, οι υφεσιακές πιέσεις που θα προκληθούν εξομαλύνονται, εν μέρει, από ένα νέο πακέτο υποστηρικτικών μέτρων της τάξης των €3,8 δισ. (συμπεριλαμβανομένων και των μέτρων που ανακοινώθηκαν στα τέλη Οκτωβρίου και αρχές Νοεμβρίου), το οποίο προσεγγίζει τα €5,0 δισ. – 3,1% του ΑΕΠ – αν συμπεριληφθούν και οι πληρωμές αναδρομικών στους συνταξιούχους.

Σημειώνουν δε πως η επίδραση στην οικονομία αναμένεται να μετριαστεί επίσης λόγω:

α) της μεγαλύτερης ετοιμότητας ενός σημαντικού ποσοστού των επιχειρήσεων να λειτουργήσουν υπό ειδικές συνθήκες (λ.χ. τηλεργασία, ηλεκτρονικές πωλήσεις),

β) της αυξημένης εξοικείωσης των νοικοκυριών με τα περιοριστικά μέτρα, γεγονός που ελαττώνει τις διαταραχές στον προγραμματισμό των νοικοκυριών, όπως υποδεικνύεται και από την αύξηση των λιανικών πωλήσεων τις μέρες που προηγήθηκαν της 2ης επιβολής περιοριστικών μέτρων,

γ) της μειωμένης εποχικής επίδρασης στο ΑΕΠ από την υποχώρηση του τουρισμού συγκριτικά με το 2ο και 3ο τρίμηνο του 2020 και

δ) της ενδεχόμενης στήριξης στο οικονομικό κλίμα προς τα τέλη του έτους από τα πρώτα θετικά νέα σχετικά με το εμβόλιο κατά του Covid-19.

Οι κίνδυνοι

Ταυτόχρονα όμως υπάρχουν και σημαντικοί κίνδυνοι, που σχετίζονται, κυρίως, με:

α) τις περιορισμένες δυνατότητες των περισσότερο ευάλωτων νοικοκυριών και επιχειρήσεων να ανταπεξέλθουν σε ένα δεύτερο γύρο επιβολής μέτρων περιορισμού, παρά τη δημοσιονομική στήριξη,

β) τη μη-επαναλαμβανόμενη αύξηση τμημάτων της εγχώριας δαπάνης τα προηγούμενα τρίμηνα, λόγω των εκτάκτων αναγκών που δημιούργησε η πανδημία (λχ αγορές τεχνολογικού εξοπλισμού, διαρκών καταναλωτικών αγαθών και εξιδεικευμένων υπηρεσιών) και

γ) μια πιθανή εξασθένηση της εξωτερικής ζήτησης, κατόπιν βελτίωσής της το 3ο τρίμηνο.