Η θεωρία ότι ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ χρησιμοποιεί τα κοινωνικά μέσα για να αποσπά την προσοχή της κοινής γνώμης και των ΜΜΕ από σημαντικά ζητήματα δείχνει να επιβεβαιώνεται από στατιστική ανάλυση χιλιάδων προεδρικών tweet.
Η ασυνήθιστη διεθνής μελέτη, η οποία δημοσιεύεται στο Nature Communications, διαπιστώνει ότι ο Τραμπ όντως κατάφερε χάρη στις διαβόητες αναρτήσεις του να περιορίσει τη δημοσιογραφική κάλυψη θεμάτων που τον έφερναν σε δύσκολη θέση.
«Η ανάλυσή μας προσφέρει εμπειρικές ενδείξεις που βρίσκονται σε συμφωνία με τη θεωρία ότι κάθε φορά που τα ΜΜΕ αναφέρονταν σε θέματα απειλητικά ή πολιτικά άβολα για τον πρόεδρο Τραμπ, ο λογαριασμός του στο Twitter αυξάνει τις αναρτήσεις για άσχετα θέματα που αναδεικνύουν τα δυνατά πολιτικά σημεία του» λέει ο Στέφαν Λεβαντόφσκι, καθηγητής Γνωσιακής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ, επικεφαλής της διεθνούς ομάδας.
Στέλνοντας την μπάλα στην εξέδρα
«Η συστηματική απόσπαση της προσοχής από θέματα που δυνητικά θα τον έπλητταν διαπιστώθηκε ότι μειώνει σημαντικά την αρνητική δημοσιογραφική κάλυψη την επόμενη ημέρα» προσθέτει.
Με άλλα λόγια, ο εκκεντρικός δισεκατομμυριούχος καταφέρνει σε πολλές περιπτώσεις να στέλνει τη μπάλα στην εξέδρα και να χειραγωγεί τη δημόσια συζήτηση κατευθύνοντάς τη προς θέματα που αναδεικνύουντην πολιτική του δύναμη.
Για πρώτη φορά στην ιστορία της πολιτικής, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δίνουν στους ηγέτες και γενικά στους πολιτικούς τη δυνατότητα να απευθύνονται άμεσα στους ψηφοφόρους τους, παρακάμπτοντας τα μέσα μαζικής ενημέρωσης που κυριαρχούσαν στο παρελθόν.
Πιθανότατα κανένας άλλος πολιτικός δεν έχει αξιοποιήσει αυτή τη δυνατότητα όσο ο απερχόμενος πρόεδρος. Από την αρχή της προεκλογικής εκστρατείας του το 2005, περίπου 30.000 tweets έχουν εμφανιστεί στον λογαριασμό του Τραμπ στο Twitter, χωρίς βέβαια να είναι γνωστό ποια γράφτηκαν από τον ίδιο και ποια όχι. Πολλοί υποψιάζονταν ότι η καταιγίδα αναρτήσεων αποσκοπεί στον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης, μέχρι σήμερα όμως αυτό παρέμενε μια ανεπιβεβαίωτη υπόθεση.
Λέξεις – κλειδιά
Η μελέτη εστιάζει στην πρώτη διετία της διακυβέρνησης Τραμπ, όταν ο πρόεδρος έγινε αντικείμενο της έρευνας Μώλερ για την πιθανή προεκλογική σκευωρία του με τη Ρωσία. Οι ερευνητές ανέλυσαν περιεχόμενο που σχετίζονταν με τη Ρωσία και την έρευνα Μώλερ «σε δύο από τα πιο ουδέτερα ΜΜΕ των ΗΠΑ», τους New York Times και το ABC World News Tonight.
Επέλεξαν επίσης μια σειρά από λέξεις-κλειδιά οι οποίες θα υπέθετε κανείς ότι είναι πιθανό να εμφανίζονται σε tweets αντιπερισπασμού. Τέτοιες λέξεις ή φράσεις-κλειδιά ήταν για παράδειγμα «θέσεις εργασίας», «μετανάστευση», και «Κίνα», θέματα που αντιστοιχούν στα υποτιθέμενα δυνατά σημεία της πολιτικής Τραμπ.
Οι ερευνητές εξέτασαν δύο υποθέσεις: πρώτον, οι αποπροσανατολιστικές προεδρικές αναρτήσεις στο Twitter αυξάνονται όταν υπάρχει μεγαλύτερη αρνητική κάλυψη στα ΜΜΕ. Και δεύτερον, οι αποπροσανατολιστικές αναρτήσεις καταφέρνουν με επιτυχία να περιορίσουν την αρνητική κάλυψη την επόμενη ημέρα.
Τι έδειξε η ανάλυση
Η ανάλυση έδειξε ότι και οι δύο υποθέσεις ευσταθούν. Όσα περισσότερα ρεπορτάζ για την έρευνα Μώλερ εμφανίζονταν στους New York Times και στο ABC, τόσο πιο συχνά ο Τραμπ αναφερόταν στην Κίνα, τη διατήρηση θέσεων εργασίας και τη μεταναστευτική πολιτική. Αυτό με τη σειρά του οδηγούσε σε μείωση των ρεπορτάζ για την έρευνα Μώλερ μία μέρα αργότερα.
Συγκεκριμένα, για κάθε πέντε τίτλους του ABC που αναφέρονταν στην έρευνα Μώλερ αντιστοιχούσε μία επιπλέον εμφάνιση των φράσεων-κλειδιών. Αντίστροφα, για κάθε δύο εμφανίσεις των φράσεων-κλειδιών στις προεδρικές αναρτήσεις αντιστοιχούσε ένα άρθρο λιγότερο για την έρευνα Μώλερ στους NY Times την επόμενη ημέρα.
Οι ερευνητές τονίζουν ότι εφάρμοσαν στατιστικές μεθόδους για να αποκλείσουν άλλους παράγοντες που τυχόν επηρεάζουν το αποτέλεσμα της μελέτης. Για παράδειγμα, ο συσχετισμός που διαπιστώθηκε ανάμεσα στις αναρτήσεις και τη δημοσιογραφική κάλυψη δεν ίσχυε για ουδέτερες λέξεις-κλειδιά, όπως το Brexit, η κηπουρική ή το μπέιζμπολ.
«Παραμένει ασαφές το κατά πόσο ο πρόεδρος Τραμπ, ή όποιος άλλος έχει τα ηνία του λογαριασμού του στο Twitter, επιδίδεται σε αυτή την τακτική εσκεμμένα ή διαισθητικά» σχολιάζει ο καθηγητής Λεβαντόφσκι.
«Όπως και να έχει, ελπίζουμε ότι τα ευρήματά μας προσφέρουν μια χρήσιμη υπενθύμιση στα ΜΜΕ ότι έχουν τη δύναμη να ορίζουν την ατζέντα, να εστιάζουν στα θέματα που θεωρούν πιο σημαντικά, και ενδεχομένως να μην δίνουν τόση προσοχή στη σφαίρα του Twitter».