Η νίκη του Τζο Μπάιντεν στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ προκαλεί αισθήματα ανακούφισης στον δυτικό κόσμο, υπό την έννοια ότι όλοι αναμένουν να σφυρηλατηθούν εκ νέου οι συμμαχικοί δεσμοί που αμφισβήτησε ο Ντόναλντ Τραμπ.
Η Ελλάδα θα μπορούσε να συμμερίζεται τα ίδια αισθήματα, αν δεν βίωνε επί μακρό χρονικό διάστημα την ένταση των τουρκικών προκλήσεων στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Η κυβέρνηση είχε βρει ένα modus vivendi με την κυβέρνηση Τραμπ, ιδίως με τον Μάικ Πομπέο και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, και στο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμούν ότι θα οικοδομήσουν μια ακόμα καλύτερη σχέση με μια κυβέρνηση Μπάιντεν. Αγωνιούσαν ωστόσο για το τι μπορεί να κάνει ο Ερντογάν στο διάστημα μέχρι τις 20 Ιανουαρίου που θα ορκιστεί ο νέος αμερικανός πρόεδρος.
Αυτό που προβλημάτιζε το πρωθυπουργικό επιτελείο ήταν το χάος που θα επικρατούσε στις ΗΠΑ εάν ο Τραμπ προσφεύγοντας στα δικαστήρια για επανακαταμέτρηση των ψήφων σε Πολιτείες με οριακή διαφορά και εφόσον δεν τον συγκρατούσε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, βύθιζε την Αμερική σε κλίμα εσωστρέφειας. Το κενό στην ηγεσία των ΗΠΑ φοβούνταν ότι θα ήταν η ιδανική συγκυρία για τον τούρκο πρόεδρο να κινηθεί ακόμα πιο επιθετικά αν έχει σκοπό να προκαλέσει μεγαλύτερη ένταση στην περιοχή.
Πώς; Κινώντας κάποιο από τα πλοία που βρίσκονται στην περιοχή πέραν του 28ου μεσημβρινού. Προσβάλλοντας δηλαδή ευθέως κυριαρχικά μας δικαιώματα.
Διπλωματία και Ερντογάν
Οι σχέσεις της Ελλάδας με τις ΗΠΑ απέκτησαν το προηγούμενο διάστημα σταθερότητα και δομή. Είναι καλύτερες από κάθε άλλη φορά, αλλά, όπως εξηγούν πηγές από το Μέγαρο Μαξίμου, στην αμερικανική γραφειοκρατία υπάρχουν εκείνοι που κατανοούν την αγωνία μας έναντι ενός πολύ επιθετικού γείτονα, ο οποίος αποσταθεροποιεί την ευρύτερη περιοχή.
Υπάρχουν όμως και οι άλλοι που επιμένουν ότι η Τουρκία πρέπει να μείνει κοντά στη Δύση, λόγω της γεωστρατηγικής σημασίας της, αλλά και επειδή πιστεύουν ότι η Τουρκία μετά τον Ερντογάν θα είναι διαφορετική και ότι οι νεοοθωμανικές φιλοδοξίες του τούρκου προέδρου θα είναι τελικά ένα μικρό επεισόδιο στην ιστορία της χώρας. Ποια άποψη θα επικρατήσει το προσεχές διάστημα δεν είναι ακόμη καθαρό.
Το θέμα για την ελληνική κυβέρνηση είναι ότι ο Ερντογάν δεν ακούει πλέον κανέναν. Ούτε τον Τραμπ, με τον οποίο διατηρούσε προσωπική σχέση, άκουσε όταν του τηλεφώνησε τον περασμένο Αύγουστο και τον πίεσε να σταματήσει τις προκλητικές ενέργειες στην περιοχή μας. Ισως γιατί αντιλαμβανόταν ότι ο αμερικανός πρόεδρος, πέρα από τις συστάσεις, δεν ήταν διατεθειμένος να πάρει μέτρα εναντίον του.
Η σχέση ΗΠΑ – Τουρκίας
Τώρα όμως διαμορφώνεται μια νέα κατάσταση. Με την εκλογή Μπάιντεν οι σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας θα γίνουν πιο θεσμικές, αλλά κανένας δεν μπορεί να προβλέψει πώς θα εξελιχθεί η προσωπική σχέση του απρόβλεπτου τούρκου προέδρου με τον νέο αμερικανό πρόεδρο που θεωρεί τον Ερντογάν «αυταρχικό» ηγέτη και πιστεύει ότι πρέπει να στηριχθεί η αντιπολίτευσή του. Η σχέση ΗΠΑ – Τουρκίας αναμένεται να επαναπροσδιοριστεί και επίσης αναμένεται να αλλάξει η δυναμική εντός του ΝΑΤΟ.
Στην Ευρώπη, μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι και στη Βιέννη, εντείνονται οι πιέσεις για επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία τον Δεκέμβριο στη Σύνοδο Κορυφής, καθώς περισσότερες χώρες την αντιμετωπίζουν ως συστημικό κίνδυνο και όχι ως εταίρο για το Προσφυγικό. Διπλωματικά, επισημαίνουν συνεργάτες του Πρωθυπουργού, βρισκόμαστε στο καλύτερο δυνατό σημείο, αν όμως ο Ερντογάν κινηθεί επιθετικά θα είμαστε μόνοι μας.
Στο διπλωματικό επίπεδο, υπάρχει ένα ερώτημα για τις τριμερείς συνεργασίες που έχουμε με κράτη όπως το Ισραήλ, το οποίο δεν θα ενθουσιαστεί από πιθανή επικράτηση Μπάιντεν, αλλά και πώς θα επηρεαστούν οι σχέσεις με τα αραβικά κράτη της περιοχής αν μεταβληθεί το ειρηνευτικό σχέδιο του Τραμπ.