Ανάμεσα στα είδη της τρομοκρατίας που ανθούν σήμερα – εποχή κυριαρχίας της πολιτικής ορθότητας – είναι και η τρομοκρατία εναντίον ανθρώπων που το ορθοπολιτικό ιερατείο τούς χαρακτηρίζει με λέξεις σύνθετες, το δεύτερο συνθετικό των οποίων είναι το ουσιαστικό φοβία και το επίθετο φοβικός. Δεν χρειάζεται να απαριθμήσει κανείς το πλήθος αυτών των λέξεων που κατακλύζουν τα μέσα μαζικής επικοινωνίας.
Αρκεί να ρίξει μια ματιά στα ανάλογα μέσα του περασμένου αιώνα (πλην του τελευταίου τετάρτου του) για να αντιληφθεί ότι οι δύο παραπάνω λέξεις, μόνες ή σε σύνθετη μορφή, αναφέρονταν μόνο σε παθολογικές περιπτώσεις, που απασχολούσαν κυρίως τους ψυχιάτρους, τους ψυχαναλυτές και τους συγγενείς των ασθενών.
Η έξαρση των τρομοκρατικών επιθέσεων των ισλαμιστών σε χώρες του δυτικού κόσμου κατά την τελευταία εικοσαετία έκαναν τις λέξεις ισλαμοφοβία και ισλαμοφοβικός-ή-ό να αναφέρονται συχνότερα απ’ ό,τι ανάλογες, αναφερόμενες σε άλλες περιπτώσεις, υποτιθέμενης φοβικότητας λέξεις (εκτός, ίσως, από εκείνη της ομοφοβίας και των παραγώγων της). Και ενώ των άλλων ανάλογων λέξεων, που έχουν πλέον καταστεί όροι, το νόημα είναι λιγότερο ή περισσότερο σαφές, στην περίπτωση του όρου ισλαμοφοβία τα πράγματα είναι για ορισμένους εντελώς ξεκάθαρα. Ομως τη Δύση δεν την απειλούν όλοι οι ασπαζόμενοι το Ισλάμ (οι μωαμεθανοί, οι μουσουλμάνοι), παρά μόνο οι ισλαμιστές της τζιχάντ, οι φανατικοί του ιερού πολέμου εναντίον των απίστων. Γι’ αυτό οι ενέργειες των δεύτερων δεν θα έπρεπε να αποκαλούνται ισλαμικές αλλά ισλαμιστικές και ο όρος ισλαμιστοφοβία θα ήταν σωστότερος από τον όρο ισλαμοφοβία.
Το θέμα της καταχρηστικής στις μέρες μας έννοιας του ιατρικού όρου φοβία μάς συνδέει με το θέμα εκείνων των ΜΚΟ που έχουν στρέψει το βλέμμα τους, και σωστά, στην καταπολέμηση των πάσης φύσεως εκδηλώσεων ρατσισμού. Ανάμεσα σε αυτές τις οργανώσεις είναι και η επονομαζόμενη «Ελληνικό Παρατηρητήριο των Συμφωνιών του Ελσίνκι» (ΕΠΣΕ), που δεν είναι φινλανδική αλλά ελληνική, κατοικοεδρεύουσα στα Γλυκά Νερά (Αττικής). Στόχος της ΕΠΣΕ, όπως τον περιγράφει ο εκπρόσωπός της κ. Παναγιώτης Δημητράς, «είναι μεταξύ άλλων και η αναφορά στην ελληνική και διεθνή δικαιοσύνη υποθέσεων που εκτιμάται πως παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα με έμφαση τα τελευταία χρόνια στην καταπολέμηση του ρατσισμού, λόγω επανειλημμένων αυστηρών συστάσεων των οργάνων του ΟΗΕ και του Συμβουλίου της Ευρώπης προς την Ελλάδα, μετά τη διαπίστωση γενικευμένης ατιμωρησίας των ρατσιστικών εγκλημάτων».
Στο πλαίσιο αυτό στο ΕΠΣΕ λειτουργεί και ένα «Παρατηρητήριο Ρατσιστικών Εγκλημάτων», όπου συγκεντρώνονται «όλα τα εκτιμώμενα ως ρατσιστικά εγκλήματα, τα οποία στη συνέχεια υποβάλλονται στην Εισαγγελία Ρατσιστικής Βίας». «Με μεγάλη μας ικανοποίηση», γράφει ο εκπρόσωπος της ΜΚΟ σε «Εγκληση-Μήνυσή» του (26-2-2018) προς τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών εναντίον του περιοδικού «The Athens Review of Books», «έχουμε διαπιστώσει πως η Εισαγγελέας Ρατσιστικής Βίας, με μόλις μίαν εξαίρεση, θεώρησε τις αναφορές καταρχήν βάσιμες και έχει σχηματίσει από το 2016 μέχρι σήμερα [δηλαδή σε λιγότερο από δύο χρόνια] περισσότερες από 200 δικογραφίες».
Ανάμεσα σε αυτές ήταν και οι δικογραφίες για τις μηνύσεις που είχε υποβάλει ο εκπρόσωπος της εν λόγω ΜΚΟ εναντίον της Σώτης Τριανταφύλλου, του Τάκη Θεοδωρόπουλου και της Λώρης Κέζα «για ρατσιστικά ισλαμοφοβικά άρθρα τους». Τις μηνύσεις αυτές και το γεγονός ότι αξιολογήθηκαν ως σοβαρές προς εκδίκαση επέκρινε, πριν εκδικαστούν, ο διευθυντής του περιοδικού «The Athens Review of Books» κ. Μανώλης Βασιλάκης, με αποτέλεσμα να μηνυθεί από τον εκπρόσωπο της ΜΚΟ για τη διαφωνία του με τον χαρακτηρισμό των άρθρων των τριών μηνυθέντων ως ρατσιστικών και με την απόφαση των ορισθέντων για την εκτίμηση των μηνύσεων εισαγγελέων να τις παραπέμψουν προς εκδίκαση. Αξίζει να παρατεθεί η σχετική παράγραφος αυτής της μήνυσης, που ζητεί την τιμωρία για συκοφαντική εξύβριση του πολιτικώς ορθοφρονούντος:
«Στο επίδικο πρόσφατο άρθρο γίνεται υβριστική έως συκοφαντική επίθεση εναντίον των εισαγγελικών λειτουργών που χειρίζονται κάποιες από τις 200+ δικογραφίες και εναντίον του Παναγιώτη Δημητρά, η οποία ξεπερνά τα ανεκτά όρια μιας έστω οξύτατης κριτικής. Είναι εμφανές πως ο εγκαλούμενος διαφωνεί με την παραπομπή σε δίκη της Σώτης Τριανταφύλλου και τον σχηματισμό δικογραφιών σε βάρος του Τάκη Θεοδωρόπουλου και της Λώρης Κέζα για ρατσιστικά ισλαμοφοβικά άρθρα τους».
Στο μεταξύ, οι υποθέσεις και των τριών, τους οποίους υπερασπίστηκε ο διευθυντής του περιοδικού, εξέπνευσαν. Η Σώτη Τριανταφύλλου αθωώθηκε και ο Τάκης Θεοδωρόπουλος και η Λώρη Κέζα απαλλάχτηκαν από την κατηγορία. Απομένει να εκδικαστεί η μήνυση εναντίον του διευθυντή του περιοδικού, ο οποίος παραμένει υπόδικος επί σχεδόν μία τριετία. Το οποίο οφείλεται στο γεγονός ότι η δίκη αναβλήθηκε πέντε φορές, τις τέσσερις από τις οποίες έπειτα από αίτημα του εγκαλούντος! (της πέμπτης αιτία ήταν ο κορωνοϊός).
Από την ιστορία αυτή ανακύπτουν δύο θέματα. Πρώτον, το θέμα της νομικής (και όχι μόνο) επάρκειας ορισμένων εισαγγελέων, που αποφεύγουν την ευθύνη της αξιολόγησης ανεπαρκών μηνύσεων, με αποτέλεσμα τη συνεχή ταλαιπωρία των εγκαλουμένων – λ.χ. διαβάζω ότι «αντεισαγγελέας, έπειτα από καταγγελία που της έστειλε ο κ. Δημητράς από το προσωπικό του μέιλ, έδωσε παραγγελία στον Διευθυντή της Κρατικής Ασφάλειας να διακριβώσει την ταυτότητα του Ανδρέα Ανδριανόπουλου και να ερευνήσει “αν αυτός υποκινεί σε ενέργειες που μπορούν να προκαλέσουν μίσος ή βία κατά των μεταναστών, προσφύγων ή μουσουλμάνων”»!
Το δεύτερο θέμα είναι το θέμα της ομαλής λειτουργίας των ΜΚΟ. Το οποίο αποσκοπεί να θίξει η παρούσα επιφυλλίδα.
Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών