Στο φλέγον ζήτημα για τον τούρκο πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, της «αμαρτωλής» τράπεζας Halkbank και στο πώς ο ίδιος πίεζε τον αμερικανό πρόεδρο, Ντόναλντ Τραμπ, προκαλώντας ανησυχία από κορυφαίους βοηθούς του Λευκού Οίκου, αναφέρεται δημοσίευμα της εφημερίδας New York Times, παραμονές των κρίσιμων αμερικανικών εκλογών.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ο Τζέφρι Μπέρμαν, γενικός εισαγγελέας στο Μανχάταν ταξίδεψε στην Ουάσιγκτον τον Ιούνιο του 2019 για να συζητήσει μια ιδιαίτερα ευαίσθητη υπόθεση με τον υπουργό Δικαιοσύνης, Γουίλιαμ Μπαρ, και μερικούς κορυφαίους βοηθούς του: μια ποινική έρευνα για την Halkbank, την κρατική τουρκική τράπεζα που παραβίασε τον νόμο περί κυρώσεων των ΗΠΑ διοχετεύοντας δισεκατομμύρια δολάρια χρυσού και μετρητών στο Ιράν.
Για μήνες, ο Ερντογάν πίεζε τον Τραμπ να τερματίσει την έρευνα, η οποία απειλούσε όχι μόνο την τράπεζα αλλά και δυνητικά μέλη της οικογένειάς του. Όταν ο Μπέρμαν κάθισε με τον Μπαρ, έμεινε έκπληκτος όταν του παρουσιάστηκε μια πρόταση διευθέτησης της υπόθεσης που θα έδινε στον Ερντογάν μια βασική παραχώρηση.
Ο Μπαρ πίεσε τον Μπέρμαν να πέσει η Halkbank στα «μαλακά» καταβάλλοντας πρόστιμο. Επιπλέον, το υπουργείο Δικαιοσύνης θα συμφωνούσε να τερματίσει έρευνες για ποινικές υποθέσεις στις οποίες συμμετείχαν τούρκοι αξιωματούχοι τραπεζών του κύκλου του Ερντογάν.
«Αυτό είναι εντελώς λάθος» είπε ο Μπέρμαν αργότερα στους δικηγόρους του υπουργείου Δικαιοσύνης, σύμφωνα με άτομα που ενημερώθηκαν σχετικά με την πρόταση και την απάντησή του. «Δεν δίνετε ασυλία σε άτομα, εκτός εάν λαμβάνετε κάτι από αυτά – και τότε, δεν θα ήμασταν εδώ».
Δεν ήταν η πρώτη φορά…
Ωστόσο, αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Μπέρμαν είχε αποτρέψει τις προσπάθειες κορυφαίων πολιτικών διορισμένων του υπουργείου Δικαιοσύνης να διακόψει την έρευνα για την Halkbank.
Έξι μήνες νωρίτερα, ο Μάθιου Γουιτέικερ, υπηρεσιακός υπουργός Δικαιοσύνης από το Νοέμβριο του 2018 μέχρι την ανάληψη καθηκόντων του Μπαρ τον Φεβρουάριο 2019, είχε απορρίψει αίτημα του Μπέρμαν να απαγγείλει ποινικές κατηγορίες εναντίον της τράπεζας, ανέφεραν δύο δικηγόροι που είχαν εμπλακεί στην έρευνα.
Η προφανής προθυμία του Τραμπ να ευχαριστήσει τον Ερντογάν ερευνάται εδώ και χρόνια. Το ίδιο ισχύει και για την ένταση της προσπάθειας πίεσης της Τουρκίας σε ζητήματα όπως το αίτημά της για την έκδοση ενός από τους πολιτικούς αντιπάλους του Ερντογάν, του Φετουλαχ Γκιουλέν.
Ενοχλούσε η στάση του Τραμπ
Στον Λευκό Οίκο, ο χειρισμός του θέματος από τον Τραμπ ενόχλησε ακόμη και ορισμένους ανώτερους αξιωματούχους εκείνη την εποχή.
Σύμφωνα με τους NYT, ο Τραμπ συζητούσε μια ενεργή ποινική υπόθεση με τον αυταρχικό ηγέτη ενός έθνους στο οποίο ο Οργανισμός Τραμπ δραστηριοποιείται, καθώς αναφέρθηκε ότι έλαβε τουλάχιστον 2,6 εκατομμύρια δολάρια σε καθαρό εισόδημα από δραστηριότητες στην Τουρκία από το 2015 έως το 2018, σύμφωνα με τα φορολογικά αρχεία που ελήφθησαν από τους «New York Times».
Πρώην αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου δήλωσαν ότι έφτασαν να φοβούνται ότι ο πρόεδρος ήταν ανοιχτός στην ελαστικοποίηση του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης για να προωθήσει μια κακώς καθορισμένη δική του ατζέντα συναλλαγών.
Η Τουρκία είχε πραγματοποιήσει μια περίπλοκη εκστρατεία επιρροής στην Ουάσιγκτον για να προφυλάξει τη Ηalkbank. Προηγήθηκε της εκλογής του Τραμπ, αλλά περιλάμβανε ένα ευρύ καστ εμπλεκομένων παικτών, συμπεριλαμβανομένου του Ρούντολφ Τζουλιάνι, πρώην δήμαρχου της Νέας Υόρκης, του Μάικλ Φλιν, πρώην συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας του Τραμπ και του Μπράιαν Μπάλαρντ λομπίστα και προσώπου συγκέντρωσης χρημάτων για τον Τραμπ.