Εχετε σκεφτεί ποτέ ποια είναι η σημασία του να δεχτείτε να σας στέλνει γνωστοποιήσεις μια ιστοσελίδα αφού έχετε «κατεβάσει» τη σχετική εφαρμογή (app) στο κινητό σας τηλέφωνο; Ή τι σημαίνει να συναινείτε στα περίφημα πλέον cookies; Μήπως σας έχει περάσει από το μυαλό αν στοιχεία της υγείας σας αξιοποιούνται χωρίς τη θέλησή σας όταν επίσης χρησιμοποιείτε σχετικές εφαρμογές για το τρέξιμο ή για τους καρδιακούς παλμούς; Ισως να το έχετε κάνει, ίσως και όχι. Ισως να τα σκεφτήκατε όλα αυτά προς στιγμήν και στη συνέχεια να τα απωθήσατε ως πολύ κουραστικά για να ασχοληθείτε μαζί τους.
Ο «κατασκοπευτικός καπιταλισμός» είναι το νέο στάδιο ανάπτυξης του καπιταλισμού, όπως παλαιότερα ο χρηματοπιστωτικός ή ο βιομηχανικός καπιταλισμός. Είναι δε τόσο επαναστατικός που μπορεί να ανατρέψει, αν δεν το έχει ήδη κάνει, όλα τα όρια της ιδιωτικότητας. Η έλλειψη κάθε ρύθμισης του επέτρεψε να αναπτυχθεί ραγδαία την τελευταία 15ετία ή και 20ετία. Μια σειρά λόγων όμως φαίνεται ότι έχει εσχάτως εγείρει πλήθος ερωτημάτων για αυτή την έλλειψη λογοδοσίας και η συζήτηση για τη θέσπιση μιας νέας αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας τόσο για την Google όσο και για το Facebook έχει ανοίξει πλέον στην Ουάσιγκτον. Ο δρόμος όμως θα είναι μακρύς…
Τα «άυλα αγαθά» είναι το νέο προϊόν
Πριν από μερικές ημέρες «Το Βήμα» συνομίλησε, αποκλειστικά, με την κυρία Ζούμποφ. Το σκεπτικό της καθηλώνει τον συνομιλητή της από την πρώτη στιγμή. «Οι άνθρωποι πρέπει κατ’ αρχήν να κατανοήσουν πώς λειτουργεί ο καπιταλισμός. Αναπτύσσεται διεκδικώντας πράγματα που σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή βρίσκονται εκτός της δυναμικής της αγοράς ώστε να τα συμπεριλάβει σε αυτή. Θυμηθείτε», μας λέει, «με ποιον τρόπο ο καπιταλισμός συμπεριέλαβε την ίδια τη φύση στη δυναμική της αγοράς με την ενσωμάτωση των φυσικών πόρων ή ακόμη και την αγορά γης», υπενθυμίζοντας την περιγραφή που έκανε ο Καρλ Πολάνιι στο κορυφαίο βιβλίο του Ο μεγάλος μετασχηματισμός. Πλέον όμως έχουμε ξεπεράσει την εποχή των υλικών αγαθών. Ο 21ος αιώνας είναι, σύμφωνα με την κυρία Ζούμποφ, «η εποχή μιας νέας κοινωνικής κατασκευής» που βασίζεται σε «άυλα αγαθά».
Το μοντέλο είναι γνωστό. «Ολα ξεκινούν με την ανάπτυξη της Silicon Valley, τις εταιρείες του Internet οι οποίες παράγουν αγαθά και υπηρεσίες και φυσικά οδηγούν τη χρηματιστηριακή τους αξία στα ύψη, πολλαπλασιάζοντας και τα διαφημιστικά έσοδα. Αιφνιδίως, όμως, έρχεται το σπάσιμο της φούσκας, αυτό που ονομάστηκε «dot bust», το 2000, και οι επενδυτές αρχίζουν να αποσύρονται. Πού ακριβώς εντοπίζεται το πρόβλημα;» αναρωτιέται. «Υπάρχουν οι επιχειρήσεις, αλλά δεν φέρνουν χρήματα. Δεν έχουν ακόμη καταφέρει να βρουν το ισοδύναμο ενός αγαθού, όπως ήταν παλαιότερα τα υλικά αγαθά, που να μπορούν να πουλήσουν». Αυτό όμως δεν θα κρατήσει πολύ. Η επανάσταση που θα ανοίξει τον δρόμο προς τον «κατασκοπευτικό καπιταλισμό» βρίσκεται προ των πυλών. Και αυτός που θα τις ανοίξει ή, ορθότερα, θα τις παραβιάσει δεν θα είναι άλλος από τον τεχνολογικό κολοσσό που ονομάζεται Google.
Η επανάσταση της Google
Αυτό που έκανε η Google θα μπορούσε να μοιάζει με την επανάσταση του Γουτεμβέργιου τον 15ο αιώνα στη Γερμανία, που σταδιακά οδήγησε στην αποκαθήλωση της αυθεντίας της Καθολικής Εκκλησίας – τόσο καταλυτικές είναι οι επιπτώσεις του. «Η Google», μας εξηγεί η Ζούμποφ, «θα συνειδητοποιήσει ότι το νέο «υλικό αγαθό» είναι οι προσωπικές πληροφορίες, η ιδιωτική ανθρώπινη εμπειρία για την οποία δεν υπάρχει καμία άμυνα ως προς την υφαρπαγή της. Η ψηφιοποίηση επέτρεψε την άντληση αυτής της ιδιωτικής εμπειρίας και τη μετατροπή της σε δεδομένα. Ουσιαστικά, αυτό που συνέβη ήταν ότι η ιδιωτική ανθρώπινη εμπειρία έλαβε μια νέα έννοια και μετετράπη σε αγαθό (commodity), σε προϊόν. Το επόμενο στάδιο υπήρξε ευκολότερο. Η ανθρώπινη συμπεριφορά, αυτό που έχω ονομάσει «ιδιωτικά συμπεριφορικά δεδομένα», τροφοδοτεί πλέον τις αλυσίδες προσφοράς. Τα εργοστάσια είναι πλέον υπολογιστικά, βασίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη και στη μάθηση των μηχανών».
Αυτό που ουσιαστικά επιτυγχάνεται είναι η σταδιακή δημιουργία προϊόντων τα οποία θα μπορούν, παρακολουθώντας ή, αν θέλετε, κατασκοπεύοντας όσα ο απλός πολίτης κάνει ή επιλέγει μέσα στις ψηφιακές εφαρμογές, να προβλέπουν την ανθρώπινη συμπεριφορά. «Αυτά τα προϊόντα θα μπορούν από εδώ και στο εξής να πωληθούν είτε σε όσους προσφέρουν υπηρεσίες, είτε στις διαφημιστικές εταιρείες. Με τον τρόπο αυτόν δημιουργείται μια αγορά human futures, όπως αυτή που υπάρχει π.χ. για το πετρέλαιο, που σταδιακά θα θεσμοποιηθεί» σημειώνει η κυρία Ζούμποφ. Το προϊόν που δημιουργείται έχει παγκόσμια χαρακτηριστικά και η εταιρεία που πρώτη θα το συλλάβει και θα το αναπτύξει είναι η Google. Και είναι αυτή που θα αποκομίσει τεράστιο κέρδος, ιδιαίτερα στην πρώτη φάση.
«Μέχρι να εμφανιστεί αυτό το νέο «προϊόν», οι διαφημιστές επέλεγαν οι ίδιοι πού θα τοποθετήσουν τις διαφημίσεις τους. Τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει. Είναι η Google που υποδεικνύει πλέον πού θα μπουν οι διαφημίσεις. Χρησιμοποιεί όλο αυτό το πλεόνασμα συμπεριφορικών δεδομένων (behavioral surplus) και ανακαλύπτει σήματα που προβλέπουν τη συμπεριφορά μας μέσα από την περιήγησή μας στο Διαδίκτυο. Είναι», εξηγεί η αμερικανίδα καθηγήτρια, «σαν να λένε στις διαφημιστικές εταιρείες: «Αν ακούτε όσα σας λέει το μαύρο κουτί, θα είμαστε όλοι ευχαριστημένοι». Δεν σας μοιάζει αυτό σαν μια συμφωνία με τον Διάβολο;». Βέβαια, αυτή η συμφωνία ήταν πολύ επικερδής για την Google, διότι ήταν αυτή που ουσιαστικά εφηύρε τον «κατασκοπευτικό καπιταλισμό» στις αρχές της δεκαετίας του 2000.
Το πλεονέκτημα του Facebook
Το 2004, όταν οι ειδικοί της εταιρείας είδαν τα οικονομικά στοιχεία, διαπίστωσαν ότι τα έσοδα είχαν εκτοξευθεί κατά 3.590%!! «Και φυσικά ουδείς από τους χρήστες γνώριζε τίποτα, ούτε ότι η Google χρησιμοποιούσε περισσότερα προσωπικά δεδομένα και από όσα είχε ανάγκη. Ετσι προκύπτει το πλεόνασμα συμπεριφορικών δεδομένων και το σχετικό μέρισμα. Λίγο αργότερα», προσθέτει η κυρία Ζούμποφ, «ένα από τα κορυφαία στελέχη της Google, η Σέριλ Σάντμπεργκ, μεταπήδησε στο Facebook. Το ίδιο μοντέλο χρησιμοποιήθηκε και εκεί, μόνο που το Facebook διαθέτει ένα επιπλέον πλεονέκτημα: τις συνομιλίες των χρηστών του, που επιτρέπουν να συγκεντρώνεται ακόμη μεγαλύτερο πλεόνασμα συμπεριφορικών δεδομένων». Και όλοι είδαμε πόσο «χρήσιμο» μπορεί να είναι αυτό το πλεόνασμα για αδίστακτους δρώντες που το αξιοποίησαν είτε για να κερδίσουν την εκστρατεία του Brexit, είτε ακόμη και για να επηρεάσουν το αποτέλεσμα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών το 2016. Αυτό το μοντέλο έγινε το πρότυπο για όλον τον τεχνολογικό τομέα. Και σταδιακά «ο κατασκοπευτικός καπιταλισμός ενσωματώθηκε σε όλους τους τομείς της κανονικής οικονομίας, στο λιανικό εμπόριο, στην εκπαίδευση, στην υγεία, στον τομέα των ασφαλίσεων. Επίσης, όλα τα επονομαζόμενα «έξυπνα» (smart) προϊόντα αποτελούν βασική πηγή συγκέντρωσης συμπεριφορικών δεδομένων που σταδιακά εντάσσονται στην αλυσίδα προσφοράς» σημειώνει.
Υπερσυγκέντρωση πληροφοριών σε πολύ λίγα χέρια
Ρωτάμε την καθηγήτρια Ζούμποφ με ποιον τρόπο, κατά την εκτίμησή της, αυτό το νέο μοντέλο καπιταλισμού επηρεάζει τις σύγχρονες δημοκρατίες. «Επιτρέψτε μου να σας δώσω μερικά στοιχεία ώστε να κατανοήσουμε το μέγεθος της μεταβολής που έχει επέλθει» μας λέει η συγγραφέας, η οποία, παρεμπιπτόντως, το 1988 είχε παρουσιάσει άλλο ένα εντυπωσιακό επιστημονικό πόνημα με τίτλο The Age of the Smart Machine: The Future of Work and Power. «Το 1986, μόλις το 1% της πληροφορίας αποθηκευόταν ψηφιακά. Περίπου 15 χρόνια αργότερα, το 2000, το ποσοστό είχε ανέλθει στο 25%. Στη συνέχεια, η αύξηση του ποσοστού της πληροφορίας που αποθηκεύεται ψηφιακά εμφανίζει καλπάζοντα ρυθμό: ξεπερνά το 50% μόλις δύο χρόνια αργότερα, το 2002, και το 2007 φτάνει στο 97%. Η μεταβολή είναι εντυπωσιακή. Ο κατασκοπευτικός καπιταλισμός εξυπηρέτησε την ψηφιοποίηση. Και φυσικά, όταν μαθαίνεις με ποιον τρόπο μπορείς να εκμεταλλευτείς οικονομικά τα δεδομένα, απλά θέλεις πιο πολλά δεδομένα. Το μεγάλο άλμα στην ψηφιοποίηση ήταν φυσικά τα smartphones» λέει χωρίς περιστροφές η κυρία Ζούμποφ.
Το κλειδί, φυσικά, βρίσκεται αλλού. «Η ιδέα ότι τα πάντα αποτελούν πληροφορία εγείρει μια σειρά από πολύ σημαντικά ερωτήματα» μας υπογραμμίζει. «Κατ’ αρχάς, ποιος γνωρίζει τι. Και στη συνέχεια ποιος αποφασίζει το ποιος γνωρίζει και ποιος αποφασίζει το ποιος αποφασίζει. Σήμερα, ιδιωτικές εταιρείες έχουν την κυριαρχία επί της συγκέντρωσης της γνώσης. Υπάρχει τεράστιος όγκος πληροφοριών και παράλληλα υπερσυγκέντρωση αυτών των πληροφοριών σε πολύ λίγα χέρια. Αυτό επιτρέπει τον έλεγχο της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Ο καταμερισμός της γνώσης (division of learning) όμως αποτελεί κομβικό μέγεθος για την ποιότητα της δημοκρατίας. Η υπερσυγκέντρωση της πληροφορίας οδηγεί σε εργαλειοποίηση της ισχύος και συνεπώς σε έλεγχο της ανθρώπινης συμπεριφοράς» σημειώνει την οργουελιανή της αφήγηση η κυρία Ζούμποφ. «Πρόκειται», προσθέτει, «για κατάφωρα παράνομη πρακτική που μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο αν βρούμε τρόπους να κωδικοποιήσουμε κανόνες που θα διασφαλίζουν την ανθρώπινη κυριαρχία (human sovereignty)».
Πόσο εφικτή θα ήταν όμως η θέσπιση ρυθμίσεων για ένα τόσο πολυπλόκαμο και πολυδαίδαλο σύστημα; «Είναι κάτι που μπορεί να γίνει. Πρέπει να υπάρξει ενημέρωση της κοινής γνώμης διότι όσα συζητούμε εδώ είναι άγνωστα για τον περισσότερο κόσμο. Ο κατασκοπευτικός καπιταλισμός αναπτύσσεται ανεμπόδιστα εδώ και περίπου 20 έτη. Δεν έχουμε προσπαθήσει να τον ρυθμίσουμε, ενώ πολλοί φοβούνται ότι αν το πράξουν θα θεωρηθούν μη προοδευτικοί. Δεν σημαίνει ότι η ψηφιακή τεχνολογία δεν είναι καλή, είναι οι αρνητικές της πτυχές που είναι ανεπίτρεπτες και υποσκάπτουν τη δημοκρατία. Εχουμε ρυθμίσεις που κρίνουν παράνομο το εμπόριο ανθρωπίνων οργάνων και τη λαθραία διακίνηση ανθρώπων. Δεν θα έπρεπε να είναι παράνομο και το εμπόριο των δεδομένων της ανθρώπινης συμπεριφοράς;» καταλήγει.