Ο Αλέξης Τσίπρας δεν είχε ψηφίσει τον νόμο Κατσέλη για την προστασία της πρώτης κατοικίας. Διένυε, εκείνη την εποχή την περίοδο, τη φάση της έντονης ριζοσπαστικοποίησης. Θα καταργούσε τα πάντα με ένα άρθρο και ένα νόμο.
Παλιές ιστορίες, πάμε στις νέες.
Αν κάτι φάνηκε από την κόντρα Γεννηματά – Τσίπρα στη Βουλή, με αφορμή τον νόμο Κατσέλη, είναι ότι παρά την αδυναμία του Κινήματος Αλλαγής να πετύχει στις εκλογές ένα διψήφιο ποσοστό και το 32% του ΣΥΡΙΖΑ, το παιχνίδι της κεντροαριστεράς δεν έληξε.
Απλά, ξαναπαίζεται με άλλους όρους.
Είναι εμφανές ότι παρά τις προσπάθειες του κ. Τσίπρα, το καράβι του ΣΥΡΙΖΑ δεν γυρνάει κεντροαριστερά. Και ο σκληρός πυρήνας του ΠΑΣΟΚ κράτησε όταν ο χώρος ήταν πολύ πιο αδύναμος πολιτικά. Τι νόημα έχει να συνεχίσει την πολιτική του διεμβολισμού; Και με ποιο τρόπο θα την πετύχει; Να συνεχίσει τις μετεγγραφές μεσαίων πασοκογενών στελεχών να φορτωθεί εσωκομματικό κόστος χωρίς να έχει κανένα απολύτως όφελος;
Ο κ. Τσίπρας έδωσε χθες το στίγμα μιας άλλης τακτικής.
Δεν διεκδικεί, όπως είπε, την πατρότητα των στελεχών του ευρύτερου χώρου που έφυγαν από το ΠαΣοΚ και πήγαν στον ΣΥΡΙΖΑ, ενδεχομένως και γιατί ο χαρακτηρισμός «τυχοδιώκτες» που χρησιμοποίησε η Φώφη Γεννηματά έχει απήχηση στην… Κουμουνδούρου για αρκετούς από τους μετεγγραφέντες.
Ο κ. Τσίπρας, εμφανίστηκε να μην διεκδικεί όμως, σε αντίθεση με το παρελθόν, την αποκλειστικότητα του κεντροαριστερού-προοδευτικού χώρου. Το κάνει γιατί ξέρει ότι δεν μπορεί να τον εκφράσει το κόμμα του όσο διατυπώνει θέσεις που αντί να έχουν το βλέμμα τους στο 32% καθορίζονται από την εσωκομματική διαπάλη.
Η αδυναμία του κ. Τσίπρα να παίξει πολιτικά στο παιχνίδι του κέντρου είναι αυτή που τον οδηγεί σε αυτή την αλλαγή στάσης. Αφού δεν μπορεί να μετακινήσει το κόμμα του προς το κέντρο, ας υπάρχει στο χώρο ένα ανάχωμα στον Μητσοτάκη.
Κάπως έτσι, το Κίνημα Αλλαγής, ο αντίπαλος που έπρεπε να εξαφανιστεί πολιτικά, τώρα έγινε ο σύμμαχος που πρέπει να υπάρχει.
Η Φώφη Γεννηματά έχει προτρέψει τους συνεργάτες της να μην ασχολούνται με τον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ. Σε αυτή τη φάση έχει επιλέξει να στρέψει τα βέλη της κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Και δεν πρόκειται να δώσει κανένα σήμα αποδοχής του φλερτ του Αλέξη Τσίπρα. Οσο τουλάχιστον πιστεύει ότι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα συνεχίσει να αποδυναμώνεται πολιτικά και οι συσχετισμοί δύναμης μεταξύ των δύο κομμάτων μπορούν να ανατραπούν.