Ανακατατάξεις έως και ανατροπές φέρνει στην ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων η εκδηλωμένη πρόθεση των Βρυξελλών να προωθήσουν μια επιθετική «πράσινη» ατζέντα που θα καταστήσει την ήπειρο «κλιματικά ουδέτερη» στα μέσα του αιώνα. Αυτό φάνηκε από τη δήλωση της προέδρου της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ για την ανάγκη να συνυπολογίσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τον κλιματικό κίνδυνο στη διάρθρωση του χαρτοφυλακίου της.
Η Λαγκάρντ είπε ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να αναρωτηθεί αν οι αγορές εταιρικών ομολόγων που πραγματοποιεί είναι οι ενδεδειγμένες περιβαλλοντικά. Να αναρωτηθεί δηλαδή αν οι επενδυτές έχουν αξιολογήσει και αποτιμήσει τα ομόλογα συνυπολογίζοντας τους… ρύπους της εταιρείας που τα εκδίδει.
Διότι η πολιτική μείωσης των ρύπων που προκαλούν την κλιματική αλλαγή εκ μέρους της ΕΕ θα συμπιέσει πιθανότατα την αξία των ομολόγων ρυπογόνων εταιρειών τις επόμενες δεκαετίες.
Εξυπακούεται ότι κάτι τέτοιο θέτει σε κίνδυνο την αξία του χαρτοφυλακίου και τον ισολογισμό της ΕΚΤ – και το ίδιο ισχύει ασφαλώς για κάθε επενδυτικό χαρτοφυλάκιο.
Πράσινα κριτήρια
Ως γνωστόν, οι επενδυτικές επιλογές της ΕΚΤ γίνονται με διάφορα κριτήρια που ξεκινούν από τις προβλέψεις της για τον πληθωρισμό και φθάνουν μέχρι την κλιματική αλλαγή. Επί σειρά ετών η ΕΚΤ αντιμετωπίζει έντονη κριτική για τις επενδυτικές επιλογές της επειδή στηρίζει τους πλέον ρυπογόνους επιχειρηματικούς και βιομηχανικούς κλάδους.
Επειδή δηλαδή τα κριτήριά της είναι απολύτως οικονομικά, δεδομένου ότι οι εκδόσεις χρέους από τους κλάδους αυτούς είναι και πιο συχνές και πιο ασφαλείς και επικερδείς σε βάθος χρόνου.
Κάτι που όμως πλέον αμφισβητείται.
Η ίδια η Λαγκάρντ, που τον Νοέμβριο κλείνει έναν χρόνο στο τιμόνι της ΕΚΤ, έχει δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην άσκηση μιας πιο «πράσινης» νομισματικής πολιτικής από την Ευρωτράπεζα.
«Εν όψει των λεγόμενων αστοχιών της αγοράς, θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν η ουδετερότητα εκ μέρους των αγορών θα πρέπει να εξακολουθήσει να αποτελεί τη βασική αρχή διαχείρισης του χαρτοφυλακίου μας στο πλαίσιο της νομισματικής πολιτικής» δήλωσε την περασμένη Τετάρτη, ξεκαθαρίζοντας όμως ότι δεν θέλει να παρεξηγηθούν οι δηλώσεις της.
«Δεν θέλω να δώσω την εντύπωση ότι αλλάζουμε επενδυτικά κριτήρια. Αλλά τίθεται ένα ερώτημα που θα μας απασχολήσει κατά τη χάραξη της μελλοντικής στρατηγικής μας» σημείωσε η γαλλίδα επικεφαλής της ΕΚΤ.
Η Λαγκάρντ προειδοποίησε επίσης ότι οι «κεντρικοί τραπεζίτες θα πρέπει να θέσουν κι αυτοί στους θεσμούς στους οποίους προΐστανται το ερώτημα μήπως αντί για μικρότερα αναλαμβάνουμε μεγαλύτερα ρίσκα εμπιστευόμενοι απλώς τους κλασικούς μηχανισμούς αποτίμησης των αξιών αρνούμενοι να δούμε και να συνυπολογίσουμε έναν μείζονα επενδυτικό κίνδυνο που ελλοχεύει εκεί έξω».
Δύο κόσμοι
Είναι προφανές ότι η Λαγκάρντ επιχειρεί να κρατήσει τις ισορροπίες στην ΕΚΤ. Ηδη πριν από αυτήν η γερμανίδα ευρωτραπεζίτης Ιζαμπέλ Σνάμπελ (έχει την εποπτεία του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης ύψους 2,6 τρισ. ευρώ της ΕΚΤ) είχε σημειώσει ότι «λαμβάνοντας υπόψη τις αστοχίες της αγοράς, η φροντίδα ελαχιστοποίησης των ανεπιθύμητων συνεπειών μιας επένδυσης που συνιστά την αρχή της ουδετερότητας της αγοράς ίσως να μην πρέπει να αποτελεί το κεντρικό κριτήριο για την εξασφάλιση αποτελεσματικών αποδόσεων».
Αντίθετα, ο επίσης γερμανός συνάδελφός της στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ Γενς Βάιντμαν (πρόεδρος της Bundesbank και γνωστό «γεράκι» της Ευρωτράπεζας) έχει επανειλημμένως διακηρύξει ότι «δουλειά των Κεντρικών Τραπεζών είναι η εξασφάλιση οικονομικά βιώσιμων επενδύσεων και όχι η αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προβλημάτων, που είναι δουλειά των κυβερνήσεων».
Boeing, κέτσαπ και γλυκοπατάτες στο στόχαστρο των Βρυξελλών
Το πράσινο φως στην ΕΕ για να επιβάλει κυρώσεις σε αμερικανικές εισαγωγές αξίας 4 δισ. δολαρίων ετησίως άναψε την περασμένη Τρίτη ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου.
Σε μια αναφορά 137 σελίδων ο ΠΟΕ θεωρεί ότι η Ευρώπη μπορεί να λάβει αντίμετρα για τις παράνομες επιδοτήσεις που έχει λάβει από την κυβέρνηση της Ουάσιγκτον η ανταγωνίστρια της Airbus, αμερικανική αεροδιαστημική εταιρεία Boeing.
Από το 2019 οι ΗΠΑ έχουν επιβάλει εξάλλου επιπλέον δασμούς σε μια σειρά ευρωπαϊκών προϊόντων. Ο αρμόδιος για θέματα εξωτερικού εμπορίου υφυπουργός της Γαλλίας Φρανκ Ρεϊστέρ (φωτογραφία) άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο επιβολής επιπλέον δασμών στις εισαγωγές συμπυκνωμένης ντομάτας και γλυκοπατάτας από τις ΗΠΑ.
Η Πολωνία απειλεί με βέτο την ΕΕ
«Η Πολωνία αντιτίθεται σθεναρά στον εκβιασμό των Βρυξελλών και σκέπτεται να χρησιμοποιήσει το δικαίωμα αρνησικυρίας που έχει στις ψηφοφορίες για τον νέο προϋπολογισμό και για το σχέδιο ανάκαμψης της ΕΕ, αρνούμενη κάθε σύνδεση της εκταμίευσης κονδυλίων με το κράτος δικαίου»!
Την εμφατική αυτή δήλωση έκανε την περασμένη Τετάρτη ο υπερ-συντηρητικός αντιπρόεδρος και ισχυρός άνδρας της Πολωνίας Γιάροσλαβ Κατσίνσκι στην εφημερίδα «Gazeta Polska Codziennie». Και για όσους δεν κατάλαβαν, το εξήγησε και στα λατινικά: «Αν οι απειλές και ο εκβιασμός συνεχιστούν, θα υπερασπιστούμε σθεναρά τα ζωτικά συμφέροντα της Πολωνίας. Veto. Non possumus»!
Ποια είναι τα ζωτικά συμφέροντα της Πολωνίας τα οποία «δεν δύνανται» οι κυβερνήτες της χώρας να θέσουν εν κινδύνω; Η υπονόμευση της δικαιοσύνης και η ποδηγέτηση των μέσων ενημέρωσης. Για τις δύο αυτές πρακτικές η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει στοχοποιήσει την Πολωνία και την Ουγγαρία, θεωρώντας ότι οι νομοθετικές μεταρρυθμίσεις που δρομολογούν θα βλάψουν την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και τον πλουραλισμό της ενημέρωσης στις δύο νεοφώτιστες στις αρχές της δημοκρατίας και της ελευθερίας χώρες που εντάχθηκαν στην ευρωπαϊκή οικογένεια κατά τη μεγάλη διεύρυνση του 2004.
Η πλευρά της Ιστορίας
Οι Βρυξέλλες απειλούν να διακόψουν τη χρηματοδότηση των δύο χωρών με κοινοτικά κονδύλια αν δεν σεβαστούν τις ευρωπαϊκές αρχές της Ελευθερίας, της Δικαιοσύνης και του Τύπου. Η Βαρσοβία αλλά και η Βουδαπέστη έχουν ήδη αρνηθεί από τον Σεπτέμβριο να δώσουν το πράσινο φως στο ευρωπαϊκό σχέδιο για την έξοδο από την ύφεση που προκάλεσε η υγειονομική κρίση.