Την ερχόμενη Τετάρτη, 21 Οκτωβρίου, ξεκινάει στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών η δίκη για την τραγική δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου, μια υπόθεση που συγκλόνισε το πανελλήνιο, έγινε αφορμή για χιλιάδες δημοσιεύματα στον Τύπο και αναρτήσεις στα social media και έριξε φως σε πολλές παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας: από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε το «διαφορετικό», είτε αυτό αφορά τις σεξουαλικές προτιμήσεις, τη φυλή και την εθνικότητα, μέχρι το τεράστιο ζήτημα της αστυνομικής βίας.
Ο πανικός και οι κλωτσιές
Την ημέρα που θα ξεκινήσει η δίκη θα έχουν περάσει δύο χρόνια και ένας μήνας από τότε που ο 33χρονος Ζακ βρέθηκε εγκλωβισμένος, για λόγους που μέχρι σήμερα δεν έχουν γίνει σαφείς, μέσα σε ένα κοσμηματοπωλείο στην οδό Γλάδστωνος στο κέντρο της Αθήνας. Σε βίντεο που κυκλοφόρησε ευρέως εκείνη την εποχή διακρίνεται ο Ζακ, που βρίσκεται στο εσωτερικό του κοσμηματοπωλείου, να προσπαθεί με τη βοήθεια ενός πυροσβεστήρα να σπάσει την πόρτα.
Οταν δεν τα καταφέρνει, σε κατάσταση πανικού σκύβει μέσα στη βιτρίνα και με το κεφάλι του χτυπάει το τζάμι. Τότε ο ιδιοκτήτης του καταστήματος και ένας πολίτης, ο οποίος, όπως διαπιστώθηκε αργότερα, είναι μεσίτης, αρχίζουν και τον χτυπούν με κλωτσιές στο κεφάλι επί δέκα δευτερόλεπτα. Οταν ο Ζακ βγαίνει στο πεζοδρόμιο ο κοσμηματοπώλης συνεχίζει να τον κλωτσάει στο κεφάλι. Αυτόπτες μάρτυρες προσπαθούν να απομακρύνουν τους δύο δράστες. Ο Ζακ πεσμένος στο πεζοδρόμιο κρατάει τον λαιμό του καθώς αιμορραγεί.
Δυόμισι λεπτά αργότερα στο σημείο φτάνουν οι πρώτοι αστυνομικοί και λίγο αργότερα τραυματιοφορείς του ΕΚΑΒ. Ενας διασώστης περιποιείται τα τραύματα του Ζακ και του δένει με επίδεσμο το κεφάλι. Ξαφνικά ο Ζακ με το πόδι του σπάει τη βιτρίνα, παίρνει ένα σπασμένο τζάμι και απειλεί τον τραυματιοφορέα και τους αστυνομικούς. Προσπαθεί να διαφύγει και ένας αστυνομικός τον χτυπάει με κλωτσιά στην πλάτη.
Ο Ζακ παραπατώντας και κρατώντας το σπασμένο τζάμι στο χέρι του προσπαθεί να απομακρυνθεί. Χάνει την ισορροπία του και πέφτει πάνω σε ένα τραπέζι που βρισκόταν στο πεζοδρόμιο. Τότε δέχεται ακόμα ένα χτύπημα με κλομπ από έναν αστυνομικό και πέφτει στο πεζοδρόμιο. Οι αστυνομικοί τού αποσπούν το κομμένο τζάμι και του περνούν χειροπέδες. Τον τοποθετούν στο φορείο, ενώ το σεντόνι έχει γεμίσει αίματα. Μεταφέρεται στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», αλλά στη διαδρομή υποκύπτει στα τραύματά του.
Εκστρατεία λάσπης
Τις πρώτες ημέρες μετά τον θάνατό του ο Ζακ έγινε αντικείμενο μιας εκστρατείας λάσπης, καθώς πολλοί έκαναν λόγο για έναν αδίστακτο ναρκομανή που είχε σκοπό να ληστέψει. Καθώς περνούσε ο καιρός η πραγματικότητα άλλαζε και ο Ζακ έγινε ένα σύμβολο για όλους όσοι αγωνίζονται για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων. Να σημειωθεί ότι οι ιστολογικές εξετάσεις που έγιναν μετά τον θάνατό του έδειξαν ότι εκείνη την ημέρα ο Ζακ δεν είχε κάνει χρήση ναρκωτικών, ενώ ένα μαχαίρι που είχε βρεθεί μέσα στο κοσμηματοπωλείο δεν έφερε αποτυπώματά του.
Βίντεο που δόθηκε στη δημοσιότητα ανέτρεψε τα γεγονότα, δείχνοντας ότι ο Κωστόπουλος δέχτηκε τραμπουκισμό την ώρα που προσπαθούσε να μπει σε διπλανό ταχυφαγείο για να πάρει ένα μπουκάλι νερό, ενώ υπάρχει μαρτυρία νεαρής κοπέλας ότι φώναζε για βοήθεια πριν εισέλθει στο κοσμηματοπωλείο, απομακρύνοντας το σενάριο ληστείας.
Το σοκ της μετακόμισης, η σεξουαλικότητα και ο ακτιβισμός
Ο Ζαχαρίας (Ζακ) Κωστόπουλος είχε γεννηθεί το 1985 στις ΗΠΑ από έλληνες μετανάστες και ήρθε στη χώρα μας σε ηλικία 8 ετών. Παρά το νεαρό της ηλικίας του, το να βρεθεί από το Νιου Τζέρσεϊ σε ένα χωριό κοντά την Ιτέα ήταν για εκείνον ένα μεγάλο σοκ. Μετά τον θάνατό του η δασκάλα του των γαλλικών εκείνη την πρώτη του χρονιά στην Ελλάδα έγραψε στον «τοίχο» του στο Facebook: «Από την πρώτη στιγμή μού έκανε εντύπωση η παρουσία ενός μαθητή πιο κινητικού, χαμογελαστού, με καθαρό και σπινθηροβόλο βλέμμα… Η σχέση του με τους καθηγητές ήταν σχεδόν ανύπαρκτη, ενώ όσον αφορά τους συμμαθητές του έβρισκε την αποδοχή στις συμμαθήτριές του, που με κάποιες από αυτές ανέπτυξε δυνατή φιλία».
Ο ίδιος αργότερα έλεγε ότι ο πατέρας του τον ρωτούσε γιατί δεν κάνει παρέα με αγόρια και εκείνος του απαντούσε: «Γιατί τα αγόρια είναι χαζά». Παραδεχόταν ωστόσο ότι ήταν τυχερός, καθώς οι γονείς του ουδέποτε τον πίεσαν. «Μεγαλώνοντας σιγά-σιγά και ανακαλύπτοντας τη σεξουαλικότητά μου κατάφερα να προσδιορίσω τι ήταν αυτό που με έκανε να αισθάνομαι τόσο διαφορετικός» έλεγε. Καθώς μεγάλωνε, από την εφηβεία και μετά, άρχισε να ανοίγεται περισσότερο για τη σεξουαλικότητά του κυρίως στις φίλες του στις οποίες έβρισκε αποδοχή και κατανόηση. Σε ηλικία 16 ετών παραδέχτηκε ανοιχτά ότι είναι ομοφυλόφιλος και έφυγε από το σπίτι του, αλλά χωρίς να χαλάσει τη σχέση του με τους γονείς του, από τους οποίους έβρισκε πάντα συμπαράσταση. Πήγε στη Θεσσαλονίκη όπου σπούδασε μάρκετινγκ και το 2004 ήρθε στην Αθήνα και παρακολούθησε μαθήματα σε δραματική σχολή.
Ακτιβιστική δράση
Οταν κατατάχτηκε στον στρατό πήρε μια άδεια καθώς είχε δηλώσει εθελοντής αιμοδότης. Μετά την πρώτη αιμοδοσία τού ζήτησαν να κάνει και άλλες εξετάσεις από τις οποίες έμαθε ότι είναι οροθετικός. Στα επόμενα χρόνια θα γίνει μία από τις πιο δυνατές φωνές στη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα. Αρθρογραφούσε στο περιοδικό «Antivirus», ήταν εθελοντής στη «Θετική Φωνή» και για μικρό διάστημα εργάστηκε στο κέντρο πρόληψης, αναπτύσσοντας ταυτόχρονα σημαντική ακτιβιστική δράση.