Η συζήτηση περί της δίκης της Χρυσής Αυγής και των επακολούθων της αρχίζει να εκτρέπεται.
Από την στιγμή της καταδικαστικής απόφασης, ξεκίνησαν διάφοροι πανηγυρισμοί και σχόλια στα ΜΜΕ και στα κοινωνικά δίκτυα. «Νίκη της δημοκρατίας», «ήττα του φασισμού και του ναζισμού» και άλλα τέτοια, εκτός θέματος, παραπλανητικά και επικίνδυνα.
Έπειτα από αυτά, ξεκίνησε μία άλλου τύπου συζήτηση με θέμα το πώς θα αποκλειστεί η Χρυσή Αυγή από τις επόμενες εκλογές. Νομικοί διαφόρων διαμετρημάτων εξέδιδαν από τα ραδιόφωνα γνωμοδοτήσεις και προκαταρκτικές αποφάσεις, εξέφραζαν απόψεις για τους δέοντες χειρισμούς, ενώ στο παιχνίδι μπήκαν και πολιτικά πρόσωπα, τα οποία άρχισαν με τετριμμένες δηλώσεις να επιχειρηματολογούν υπέρ του αποκλεισμού του κόμματος από την εκλογική διαδικασία, με ειδικές νομοθετικές ρυθμίσεις και πρωτοβουλίες.
Όλη αυτή η συζήτηση είναι εξαιρετικά επικίνδυνη και παρελκυστική. Εμπεριέχει αντιφάσεις και προδίδει αδυναμίες.
Αν η καταδίκη των εγκληματιών της Χρυσής Αυγής είναι μία νίκη της δημοκρατίας, ποιος είναι ο λόγος να γίνονται όλα αυτά; Γιατί δεν είναι σαφές σε όλους ότι τα πρόσωπα αυτά καταδικάστηκαν βάσει της κείμενης νομοθεσίας, σε μία εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση, για τα εγκλήματα που διέπραξαν και οργάνωσαν; Πώς είναι τόσο δύσκολο να κατανοήσει κάποιος ότι δεν καταδικάστηκε καμία φασιστική ή νεοναζιστική ιδεολογία;
Κι όμως, φαίνεται ότι πολλοί δεν μπορούν ή δεν θέλουν να δουν την πραγματική διάσταση του πράγματος.
Αν ξεκινήσει μία διαδικασία προκειμένου να υπάρξει και πολιτική δίωξη των καταδίκων εγκληματιών, οι υπερασπιστές τους θα αποκτήσουν επιχειρήματα για την στήριξη αυτής ακριβώς της πλανερής άποψης: ότι πρόκειται για πολιτική δίωξη. Είναι ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους δεν πρέπει να γίνεται αυτή η συζήτηση, δεδομένου και ότι έτσι μπορεί να προκύψουν άλλου είδους περιπλοκές.
Πέραν όλων αυτών, ειδικά τα πολιτικά πρόσωπα που μιλούν για την απαγόρευση της Χρυσής Αυγής ή της καθόδου της στις εκλογές, μοιάζουν να μην κατανοούν κάτι άλλο, κρίσιμο. Με αυτόν τον τρόπο παίζουν στο γήπεδό της ή, ακόμη χειρότερα, προδίδουν μία αγωνία, ότι αν κατεβεί στις εκλογές, θα βρει και ψηφοφόρους. Και αυτό είναι ο πυρήνας του ζητήματος.
Τίποτε από όλα αυτά δεν έπρεπε να συμβαίνει τώρα, ούτε και το πολιτικό προσωπικό της χώρας να ασχολείται με το αν ο Μιχαλολιάκος και ο Κασιδιάρης θα είναι υποψήφιοι στις εκλογές.
Για ποιον λόγο;
Επειδή η δημοκρατία δεν φοβάται τους εχθρούς της. Ξέρει πώς να τους εξουδετερώνει πολιτικά με τα μέσα που διαθέτει και δεν χρειάζεται να επινοεί τεχνάσματα που δεν της ταιριάζουν.