Προηγούμενη μόλυνση με κορωνοϊούς που προκαλούν κοινό κρυολόγημα μπορεί να μειώσει τη δριμύτητα του οξέος αναπνευστικού συνδρόμου που εμφανίζεται σε ασθενείς με COVID-19, σύμφωνα με νέα μελέτη ειδικών του Ιατρικού Κέντρου της Βοστώνης και της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Βοστώνης. Πάντως, σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Journal of Clinical Investigation», η ανοσία που χτίζεται από προηγούμενες μολύνσεις με άλλους κορωνοϊούς εκτός του SARS-CoV-2, δεν αποτρέπει τη μόλυνση με τον νέο κορωνοϊό. Τα νέα ευρήματα ρίχνουν φως στην ανοσολογική απόκριση ενάντια στον SARS-CoV-2, γεγονός που μπορεί να έχει σημαντική επίδραση στην ανάπτυξη εμβολίων για τον ιό.
Παρότι ο SARS-CoV-2 αποτελεί ένα νέο παθογόνο, υπάρχουν πολλοί άλλοι συγγενείς του κορωνοϊοί οι οποίοι είναι ενδημικοί στον πληθυσμό και προκαλούν κοινό κρυολόγημα αλλά και πνευμονία. Οι κορωνοϊοί αυτοί εμφανίζουν ορισμένα κοινά γενετικά χαρακτηριστικά με τον νέο κορωνοϊό και η ανοσολογική απόκριση στους συγκεκριμένους ιούς μπορεί να προκαλέσει διασταυρούμενη αντίδραση στον SARS-CoV-2.
Ελαφρύτερη νόσηση
Στο πλαίσιο της νέας μελέτης οι ερευνητές εξέτασαν τους ηλεκτρονικούς ιατρικούς φακέλους ασθενών που είχαν υποβληθεί σε ένα πάνελ ταυτοποίησης αναπνευστικών παθογόνων (εξέταση CRP- PRC που ανιχνεύει διαφορετικά παθογόνα του αναπνευστικού, συμπεριλαμβανομένων των ενδημικών ιών του κοινού κρυολογήματος) μεταξύ του Μαΐου του 2015 και του Μαρτίου του 2020. Διερεύνησαν επίσης στοιχεία που αφορούσαν άτομα τα οποία εξετάστηκαν για τον SARS-CoV-2 μεταξύ του Μαρτίου του 2020 και του Ιουνίου του 2020. Αφού έλαβαν υπόψη παράγοντες όπως η ηλικία, το φύλο, ο Δείκτης Μάζας Σώματος και η διάγνωση για διαβήτη, οι ερευνητές είδαν ότι τα άτομα που νοσηλεύθηκαν με COVID-19 και τα οποία είχαν θετικό τεστ για προηγούμενη μόλυνση με
κάποιον άλλο κορωνοϊό εμφάνιζαν σημαντικά μειωμένες πιθανότητες εισαγωγής σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας αλλά και ανάγκης μηχανικής υποστήριξης της αναπνοής. Παράλληλα οι πιθανότητες επιβίωσης ήταν επίσης σημαντικά υψηλότερες στα άτομα που στο παρελθόν είχαν μολυνθεί με κάποιον κορωνοϊό του κοινού κρυολογήματος. Ωστόσο η προηγούμενη μόλυνση με κορωνοϊό δεν φάνηκε να αποτρέπει τη μόλυνση με τον SARS-CoV-2.
«Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι τα άτομα με προηγούμενη μόλυνση από κάποιον κορωνοϊό του κοινού κρυολογήματος εμφανίζουν λιγότερο σοβαρά συμπτώματα της COVID-19» ανέφερε ο Μανίς Σαγκάρ, αναπληρωτής καθηγητής Ιατρικής και Μικροβιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βοστώνης, εκ των κύριων συγγραφέων της νέας μελέτης. Ενα άλλο ενδιαφέρον εύρημα της μελέτης, όπως σημείωσαν οι συγγραφείς, είναι ότι η προηγούμενη ανοσία σε άλλους κορωνοϊούς μπορεί να αποτρέψει τη σοβαρή νόσηση από COVID-19 με τρόπους που είναι διαφορετικοί από την πρόληψη της μόλυνσης με SARS-CoV-2. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι οι ασθενείς φάνηκε να εμφανίζουν παρόμοιες πιθανότητες μόλυνσης με τον ιό αλλά διαφορετικές πιθανότητες να καταλήξουν στη ΜΕΘ ή να χάσουν τη ζωή τους.
Εντοπισμός των ασθενών που κινδυνεύουν περισσότερο
«Πολλά άτομα μολύνονται συχνά με κορωνοϊούς που είναι διαφορετικοί από τον SARS-CoV-2 και τα νέα αποτελέσματα μπορούν να βοηθήσουν στον εντοπισμό των ασθενών που αντιμετωπίζουν μειωμένο ή αντιθέτως αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης επιπλοκών μετά από μόλυνση με τον νέο κορωνοϊό» υπογράμμισε ο Τζόζεφ Μίζγκερντ, καθηγητής Ιατρικής, Μικροβιολογίας και Βιοχημείας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βοστώνης, επίσης εκ των κύριων συγγραφέων της νέας μελέτης. Ο καθηγητής Μίζγκερντ κατέληξε λέγοντας ότι «ελπίζουμε αυτή η μελέτη να αποτελέσει το εφαλτήριο για εντοπισμό του είδους της ανοσολογικής απόκρισης η οποία δεν προλαμβάνει απαραίτητα τη μόλυνση με τον SARS-CoV-2 αλλά περιορίζει τις βλάβες στα άτομα που έχουν νοσήσει με COVID-19».