Ο Κώστας Χατζηδάκης είναι αλήθεια ότι άλλα σχέδια είχε όταν πήγε στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και άλλες καταστάσεις βρήκε. Γνώριζε ότι είχε να αντιμετωπίσει την κακή κατάσταση της ΔΕΗ, αλλά ως καλός νεοφιλελεύθερος πίστευε ότι είχε τη λύση ή τουλάχιστον έτσι ήθελε να δείχνει: ιδιωτικοποίηση.
Όμως, όταν είδε την πραγματικότητα μια ΔΕΗ στα όρια της κατάρρευσης – σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα πολιτικών επιλογών των προηγούμενων κυβερνήσεων, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων στις οποίες είχε και αυτό συμμετάσχει – κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να γίνει ιδιωτικοποίηση τώρα, διότι απλώς δεν θα έβρισκε αγοραστή. Άρα έπρεπε να σωθεί η ΔΕΗ.
Αυτό σήμαινε η ΔΕΗ να αποκτήσει μια άμεση οικονομική ένεση ώστε να μπορέσει να καλύπτει βασικές ανάγκες. Επιλέχτηκε έτσι η φαινομενικά απλούστερη των λύσεων: να αυξηθούν τα τιμολόγια της ΔΕH. Αυτό σήμαινε επίσης ότι δεν εξετάστηκε κάποια άλλη λύση που θα να βοήθαγε τη ΔΕΗ να στηθεί ξανά στα πόδια της.
Έλα όμως που η αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ θα σήμαινε και σημαντικές αυξήσεις στους λογαριασμούς των καταναλωτών. Όμως, αυτό θα προκαλούσε αντιδράσεις και δυσαρέσκεια και αυτό ήθελε η κυβέρνηση να το αποφύγει.
Η μεταφορά του κόστους στο ΕΤΜΕΑΡ
Προτιμήθηκε έτσι μια άλλη λύση: η τιμολόγηση του ίδιου του ρεύματος θα αυξανόταν, αλλά θα υπήρχε μείωση στο Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Αέριων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ), ώστε με τον συμψηφισμό οι λογαριασμοί να έμεναν ίδιοι.
Το ίδιο το ΕΤΜΕΑΡ είναι μια πονεμένη ιστορία…
Στην Ελλάδα η απόφαση για πέρασμα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειες, συνέπεσε με όλες τις παραλλαγές άμεσης και έμμεσης ιδιωτικοποίησης και αντιμετώπισης της ενέργειας ως πεδίου «επενδύσεων». Το πρόβλημα που υπάρχει είναι ότι η παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ κοστίζει περισσότερο από όσο η παραγωγή από ορυκτά καύσιμα. Αυτό από μόνο του είναι ένα χειρίσιμο ζήτημα, εάν μιλάμε για έναν παραγωγό που συνδυάζει και τα δύο.
Όμως, οι ΑΠΕ κυρίως δόθηκαν στην ιδιωτική πρωτοβουλία και εάν το ρεύμα από ΑΠΕ αγοραζόταν στην μέση τιμή, οι επενδύσεις θα ήταν ασύμφορες. Άρα χρειαζόταν μια επιδότηση όσων παρήγαγαν ρεύμα από ΑΠΕ. Το κόστος αυτής της επιδότησης επιλέχτηκε να μεταφερθεί στους τελικούς καταναλωτές (πλην βιομηχανικής κατανάλωσης) και έτσι καταλήξαμε το ΕΤΜΕΑΡ που καταλαμβάνει ένα σημαντικό μέρος του ποσού που πληρώνουμε.
Πώς διαμορφώθηκε η «μαύρη τρύπα»
Όταν ο Χατζηδάκης αποφάσισε να προχωρήσει σε μείωση του ΕΤΜΕΑΡ –και μάλιστα τέτοια που να υπερκαλύπτει τις αυξήσεις στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος της ΔΕΗ– γνώριζε ότι στο τέλος απλώς θα διαμόρφωνε μια «μαύρη τρύπα» στο αναγκαίο κονδύλι για τις ανανεώσιμες. Ωστόσο, αποφάσισε ότι μπορούσε να προχωρήσει κανονικά.
Όμως, μετά ήρθε η πανδημία, τα περιοριστικά μέτρα και η οικονομική ύφεση. Όλα αυτά σήμαιναν και σημαντική μείωση της κατανάλωσης ρεύματος άρα και των εσόδων και για το ΕΤΜΕΑΡ. Γιατί όσο μειωνόταν η κατανάλωση του ρεύματος, μειώνονταν και οι εισπράξεις του ΕΤΜΕΑΡ άρα και τα έσοδα του ΕΛΑΠΕ, του ειδικού λογαριασμού όπου καταλήγουν τα έσοδα από το ΕΤΜΕΑΡ.
Ήδη τον Ιούλιο του 2020, το σωρευτικό έλλειμμα του ΕΛΑΠΕ ήταν στα 194 εκατομμύρια ευρώ. Η εκτίμηση του ΔΑΠΕΕΠ (Διαχειριστής ΑΠΕ & Εγγυήσεων Προέλευσης Α.Ε.), που διαχειρίζεται τον ΕΛΑΠΕ είναι ότι στο τέλος τα χρονιάς το έλλειμμα θα φτάσει τα 217,6 εκατομμύρια ευρώ (287,6 μετά την αφαίρεση του Ειδικού Αποθεματικού Ασφαλείας Έκτακτων Δαπανών 70 εκατ. €). Τον Μάρτιο ο Σύνδεσμος Παραγωγών Ενέργειας με Φωτοβολταϊκά (ΣΠΕΦ) με ανακοίνωσή του στην οποία συνυπολόγιζε τα μειωμένα έσοδα του ΕΛΑΠΕ, λόγω μειωμένης Οριακής Τιμής Συστήματος (ΟΤΣ), απόκλισης από τον στόχο ως τα δικαιώματα ρύπων και μείωση της κατανάλωσης, είχε υποστηρίξει ότι το αθροιστικό έλλειμμα θα μπορούσε να φτάσει τα 423 εκατομμύρια ευρώ.
Ποιος θα πληρώσει το μάρμαρο;
Το ερώτημα που τίθεται είναι ποιος θα πληρώσει το κόστος από τις… φαεινές ιδέες Χατζηδάκη;
Το ίδιο το υπουργείο και ο Χατζηδάκης προσπαθεί να πάρει έκτακτη επιχορήγηση από το Ταμείο Ανάκαμψης, κυρίως επειδή υπάρχει συζήτηση και για άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Όμως, δεν είναι καθόλου δεδομένο, καθώς Οι Βρυξέλλες είναι πάντα αρκετά επιφυλακτικές απέναντι σε τέτοιου είδους πρακτικές, δηλαδή να καλύπτονται ελλείμματα από πόρους με άλλη σκοπιμότητα.
Η άλλη λύση είναι να μεταφερθεί το κόστος στους προμηθευτές (άρα και στη ΔΕΗ) και στο ανταγωνιστικό μέρος των τιμολογίων. Πέραν του ότι αυτό ακριβώς αναιρεί την υποτιθέμενη στήριξη της ΔΕΗ, φυσικά θα καταλήξει σε επιβάρυνση των καταναλωτών.
Υπάρχει το ενδεχόμενο αναλάβουν να το πληρώσουν οι καταναλωτές, μέσα από αύξηση στις ρυθμιζόμενες χρεώσεις. Όμως, αυτό πάλι έρχεται σε σύγκρουση με την υποτιθέμενη δέσμευση της κυβέρνησης ότι δεν θα επιβαρυνθούν οι καταναλωτές.
Τέλος, υπάρχει η λύση απλώς να μειωθούν τα ποσά που δίνονται από τον ΕΛΑΠΕ στους παραγωγούς ΑΠΕ. Η λύση αυτή θα μπορούσε να προωθηθεί, στο βαθμό που αρκετές από τις παλαιότερες επενδύσεις έχουν κάνει απόσβεση, αλλά πάλι είναι προφανές ότι θα προκαλέσει αντιδράσεις.
Υπάρχει σχέδιο σε αυτό το υπουργείο;
Το ερώτημα που προκύπτει δεν είναι μόνο αν το υπουργείο θα μπορέσει να καλύψει τη «μαύρη τρύπα» στον ΕΛΑΠΕ ή ποια λύση θα προκρίνει.
Το ερώτημα είναι εάν ο Κώστας Χατζηδάκης θα μπορέσει όντως ένα καταθέσει ένα σχέδιο, αντί απλώς να διαχειρίζεται τα προβλήματα με έναν αυτοσχεδιαστικό τρόπο, που τελικά καταλήγει σε έναν φαύλο κύκλο όπου η λύση ενός προβλήματος καταλήγει απλώς ένα δημιουργεί ένα άλλο…