Κατά τα όσα διακινούνται από το πρωθυπουργικό περιβάλλον, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο στενός κύκλος συνεργατών του είναι αποφασισμένοι στις αμέσως επόμενες εβδομάδες να θέσουν σε εφαρμογή ένα φιλόδοξο μεταρρυθμιστικό σχέδιο.
Παρά την πανδημία και με την ελληνο-τουρκική κρίση κατά τα φαινόμενα σε ύφεση, ή έστω υπό την στενή επιτήρηση εταίρων και συμμάχων, ο Πρωθυπουργός φαίνεται ότι, εφόσον οι η προαναγγελία του σχεδίου του επαληθευτεί, θα προχωρήσει σχεδόν ενάμιση χρόνο μετά την εκλογική του νίκη, σε αυτά για τα οποία εξελέγη.
Το πακέτο των μεταρρυθμίσεων θα περιλαμβάνει νομοσχέδια για τα εργασιακά, το ασφαλιστικό, αλλαγές στη Δικαιοσύνη, βελτίωση του νομικού πλαισίου για τις επενδύσεις και αλλαγές στον τομέα της Υγείας.
Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός είχε αναφέρει προ εβδομάδων στη Θεσσαλονίκη ότι αναμένει, ειδικά σε ό,τι αφορά τα εργασιακά και το ασφαλιστικό, να αρχίσουν να ηχούν τα «τύμπανα του πολέμου».
Υπό αυτές τις συνθήκες, φαίνεται ότι στην κυβέρνηση έχουν κατανοήσει ότι ισχύει περίπου το «ή τώρα ή ποτέ». Πιθανώς να συνεκτιμούν και να αντιλαμβάνονται ότι η αποδοχή του ιδίου του κ. Μητσοτάκη δεν θα είναι αιωνίως τόσο υψηλή και υπό αυτό το πρίσμα να αποφασίζουν ότι τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για την άσκηση πολιτικής.
Με την προϋπόθεση ότι όλα αυτά θα προχωρήσουν, η επόμενη πολιτική περίοδος θα είναι μία από τις πλέον ενδιαφέρουσες των τελευταίων ετών. Η μεταρρυθμιστική ικανότητα της κυβέρνησης θα δοκιμαστεί και θα κριθεί, όμως την ίδια στιγμή θα φανεί και η δυνατότητα των δυνάμεων της αντιπολίτευσης, αλλά και η ωριμότητα της ελληνικής κοινωνίας.
Κατά πόσον δηλαδή εξακολουθούν ο ΣΥΡΙΖΑ και οι συνοδοιπόροι του να στηρίζονται σε λαϊκιστικά και αναχρονιστικά πυροτεχνήματα, αλλά και κατά πόσον αυτά εξακολουθούν να συγκινούν και να συνεγείρουν πολίτες ή ομάδες πολιτών, ώστε να προκληθούν πολιτικές αναταράξεις.
Η σκέψη που κυριαρχεί στο Μέγαρο Μαξίμου είναι από μία άποψη η σωστή και ενδεδειγμένη. Σε άλλες περιόδους και με δεδομένες κάποιες εκκρεμότητες (βλ. απλή αναλογική στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση), κάποιοι θα μελετούσαν τα σενάρια πρόωρων εκλογών. Επιλέγεται κατά πώς φαίνεται κάτι διαφορετικό. Η προώθηση αλλαγών και η εφαρμογή ενός προγράμματος.
Η κρίσιμη λεπτομέρεια υπό αυτές τις συνθήκες, είναι αν ο κ. Μητσοτάκης σε αυτήν την συγκυρία θα συνεχίσει με το ίδιο κυβερνητικό σχήμα, ή αν οι προειδοποιήσεις του της προηγούμενης εβδομάδας θα σημάνουν και αλλαγές σε αυτό, ώστε να σχηματιστεί μία ομάδα η οποία θα τρέξει και θα φέρει αποτελέσματα. Η δεύτερη επιλογή μοιάζει μονόδρομος και ίσως αυτό είναι το πεδίο στο οποίο ο Πρωθυπουργός πρέπει να αξιοποιήσει τώρα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την πολιτική του ισχύ.
Η περίοδος που διανύουμε δεν επιτρέπει ούτε ολιγωρίες, ούτε συμβατικές επιλογές.
Επιβάλλει τολμηρές λύσεις και διαμόρφωση μίας άλλης νοοτροπίας τόσο μεταξύ των διαχειριστών της εξουσίας, όσο και μεταξύ των πολιτών. Στο χέρι του κ. Μητσοτάκη είναι να μην διαψεύσει τις προσδοκίες εκείνων που τον έφεραν στην ηγεσία του κόμματος και στην Πρωθυπουργία.
Μία κρίσιμη ομάδα μεταξύ αυτών δεν είναι παραδοσιακή εκλογική πελατεία. Από την διάψευση ή την επαλήθευση των δικών τους προσδοκιών εξαρτώνται πολλά για το μέλλον της χώρας στην επόμενη, καθοριστική δεκαετία.