Μια νέα μελέτη δείχνει ότι η υπνική άπνοια προκαλεί στον εγκέφαλο τις ίδιες βλάβες με τη νόσο Αλτσχάιμερ. Παρότι τα ακριβή αίτια εμφάνισης της νόσου Αλτσχάιμερ συνεχίζουν να αποτελούν μύστήριο, είναι γνωστό ότι η εναπόθεση πλακών της πρωτεΐνης β-αμυλοειδές στον εγκέφαλο των ασθενών αποτελεί κύριο σημάδι της νευροεκφυλιστικής νόσου. Σύμφωνα με τη νέα μελέτη που διεξήχθη από αυστραλούς και ισλανδούς ερευνητές με επικεφαλής ειδικούς του Πανεπιστημίου RMIT στη Μελβούρνη και δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Sleep», στα άτομα με αποφρακτική υπνική άπνοια συσσωρεύονται οι ίδιες ακριβώς πλάκες οι οποίες μάλιστα ξεκινούν από το ίδιο σημείο του εγκεφάλου και «εξαπλώνονται» με τον ίδιο τρόπο όπως συμβαίνει στα άτομα με Αλτσχάιμερ.
Η σύνδεση Αλτσχάιμερ και υπνικής άπνοιας
Οπως ανέφερε ο επικεφαλής των ερευνητών, καθηγητής στη Σχολή Επιστημών Υγείας και Βιοϊατρικής του RMIT Στίβεν Ρόμπινσον, οι επιστήμονες γνώριζαν ότι οι δύο αυτές σοβαρές καταστάσεις συνδέονται αλλά μέχρι σήμερα παρέμενε ασαφές το τι ακριβώς είναι αυτό που καθοδηγεί τη σύνδεση. «Γνωρίζουμε ότι αν ένα άτομο εμφανίζει αποφρακτική υπνική άπνοια στη μέση ηλικία, αντιμετωπίζει αυξημένες πιθανότητες για νόσο Αλτσχάιμερ σε μεγαλύτερη ηλικία. Γνωρίζουμε επίσης ότι αν ένα άτομο πάσχει από νόσο Αλτσχάιμερ αντιμετωπίζει αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάζει και αποφρακτική υπνική άπνοια σε σύγκριση με άλλα άτομα της ηλικίας του» εξήγησε ο καθηγητής και προσέθεσε πως παρότι η σύνδεση δεν είναι άγνωστη, παραμένουν άγνωστοι οι βιολογικοί μηχανισμοί που κρύβονται πίσω της.
Η πρώτη μελέτη που εντοπίζει τις «ένοχες» πλάκες
Ο καθηγητής τόνισε ότι η νέα μελέτη του ιδίου και των συνεργατών του είναι η πρώτη που εντοπίζει πλάκες β-αμυλοειδούς όπως αυτές που συσσωρεύονται στον εγκέφαλο των ασθενών με Αλτσχάιμερ και στον
εγκέφαλο ασθενών με διαγνωσμένη αποφρακτική υπνική άπνοια. «Πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα στην κατανόηση της σύνδεσης μεταξύ των δύο αυτών παθήσεων και ανοίγει νέους δρόμους στους ερευνητές που αναζητούν θεραπείες για την αντιμετώπιση – και ίσως μια ημέρα και για την πρόληψη – της νόσου Αλτσχάιμερ».
Ηταν σημαντικό το γεγονός ότι όσο βαρύτερη ήταν η υπνική άπνοια τόσο μεγαλύτερη ήταν και η εναπόθεση πλακών β-αμυλοειδούς στον εγκέφαλο. Σύμφωνα με τη μελέτη η θεραπεία με συνεχή θετική πίεση αέρα στους αεραγωγούς (CPAP) η οποία αποτελεί την κύρια προσέγγιση που εφαρμόζεται για την αντιμετώπιση της μέτριας ως σοβαρής υπνικής άπνοιας, δεν φάνηκε να μειώνει την ποσότητα των πλακών στον εγκέφαλο των ασθενών.
Η αποφρακτική υπνική άπνοια αποτελεί μια σοβαρή κατάσταση κατά την οποία η αναπνοή του ατόμου διακόπτεται επαναλαμβανόμενα κατά τη διάρκεια του νυχτερινού ύπνου. Πρόκειται για μια κοινή πάθηση η οποία εκτιμάται ότι «πλήττει» περισσότερα από 936 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως και έως και το 30% των ηλικιωμένων. Η νόσος Αλτσχάιμερ αποτελεί την πιο κοινή μορφή άνοιας η οποία αφορά έως και επτά στα 10 άτομα με άνοια – η ηλικία εκτιμάται ότι αποτελεί τον μεγαλύτερο παράγοντα κινδύνου για εμφάνιση της νόσου.
Η εξέταση του εγκεφαλικού ιστού
Στο πλαίσιο της νέας μελέτης διεξήχθη εξέταση ιστού από τον ιππόκαμπο του εγκεφάλου (περιοχή που συνδέεται με τη μνήμη) 34 ατόμων και από το εγκεφαλικό στέλεχος 24 ατόμων με υπνική άπνοια (τα δείγματα ιστού ελήφθησαν από τους ασθενείς μετά θάνατον). Οι ερευνητές αναζήτησαν τόσο πλάκες β-αμυλοειδούς όσο και νευροϊνιδιακά τολύπια (NFTs) (σχηματισμοί που δημιουργούνται στον εγκέφαλο εξαιτίας της εναπόθεσης μιας άλλης πρωτεΐνης που ονομάζεται ταυ) – αμφότερες αυτές οι συσσωματώσεις αποτελούν γνωστούς δείκτες για διάγνωση της Αλτσχάιμερ. Οι συσσωματώσεις εμφανίζονται αρχικώς σε μια γειτονική περιοχή του φλοιού και στη συνέχεια μετακινούνται προς τον ιππόκαμπο, προτού εξαπλωθούν στον υπόλοιπο φλοιό.
Συσσωματώσεις κυρίως στις σοβαρές περιπτώσεις άπνοιας
Στους ιστούς ατόμων με υπνική άπνοια, οι συσσωματώσεις εντοπίστηκαν κυρίως στις περιπτώσεις σοβαρής υπνικής άπνοιας. «Στις περιπτώσεις ήπιας
υπνικής άπνοιας συσσωματώσεις εντοπίστηκαν μόνο στην περιοχή του φλοιού κοντά στον ιππόκαμπο, ακριβώς στο σημείο όπου πρωτοεντοπίζονται και σε ασθενείς με νόσο Αλτσχάιμερ» σημείωσε ο καθηγητής Ρόμπινσον.
Τα άτομα ο ιστός των οποίων χρησιμοποιήθηκε στη μελέτη δεν είχαν εμφανίσει κλινικά συμπτώματα άνοιας πριν από τον θάνατό τους, γεγονός πο μαρτυρεί ότι βρίσκονταν σε πρώιμο στάδιο άνοιας. «Ενώ κάποια άτομα πιθανώς εμφάνιζαν ήπια γνωστική διαταραχή ή έπασχαν από αδιάγνωστη άνοια, κανένα δεν είχε παρουσιάσει συμπτώματα τόσο έντονα ώστε να γίνει διάγνωση Αλτσχάιμερ, και αυτό παρότι στον εγκέφαλό τους εντοπίζονταν τόσες πλάκες ώστε να μπορούν να δικαιολογήσουν διάγνωση Αλτσχάιμερ» υπογράμμισε ο δρ Ρόμπινσον.
Τα επόμενα βήματα
Ο καθηγητής κατέληξε αναφέροντας ότι το επόμενο βήμα για την ερευνητική ομάδα είναι να συνεχίσει την ανάλυση των δειγμάτων ώστε να κατανοήσει καλύτερη τη νευροπαθολογία τόσο της υπνικής άπνοιας όσο και της Αλτσχάιμερ αναζητώντας μεταξύ άλλων σημάδια φλεγμονής και βλαβών στα αιμοφόρα αγγεία τα οποία μεταφέρουν θρεπτικά στοιχεία στον εγκέφαλο. Παραδέχθηκε ότι το δείγμα της συγκεκριμένης μελέτης ήταν μικρό και για αυτόν τον λόγο, όπως είπε, απαιτείται μια μεγαλύτερου εύρους κλινική μελέτη ώστε να εξαχθούν ακριβέστερα συμπεράσματα.