Η τακτική της αποποίησης ευθυνών, το blame game, δεν είναι καινοφανής για τον πολιτικό μας βίο.
Αποτέλεσε προσφιλή στρατηγική για πολλούς αριβίστες και επαγγελματίες της πολιτικής οι οποίοι επιδόθηκαν με ζήλο στο παιχνίδι αυτό θέτοντας την προσωπική τους ανέλιξη πάνω από το γενικό συμφέρον.
Στην προσπάθειά τους να παραμείνουν στην καρέκλα όσο το δυνατόν περισσότερο δεν δίστασαν να προβούν σε πισώπλατα μαχαιρώματα, να τραβήξουν το χαλί κάτω από τα πόδια συναδέλφων τους υπονομεύοντας με τον τρόπο αυτό το κυβερνητικό έργο.
Και αν σε παλαιότερες, πιο ανέφελες εποχές ο εκάστοτε αρχηγός της κυβέρνησης επέλεγε συχνά για δικούς του λόγους να κάνει «τα στραβά μάτια», η πολυτέλεια αυτή σήμερα δεν υπάρχει.
Εν μέσω της τέλειας καταιγίδας που ενέσκηψε στη χώρα μας τα μέλη της κυβέρνησης δεν μπορούν πλέον να λειτουργούν με όρους του παρελθόντος.
Οι προκλήσεις με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη η χώρα δεν σηκώνουν τακτικισμούς και προσωπικές επικοινωνιακές στρατηγικές. Απαιτούν άλλα πολιτικά ήθη.
Υπό το πρίσμα αυτό, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ίσως άργησε να «τραβήξει αυτιά», καθώς γινόμαστε εδώ και καιρό μάρτυρες τέτοιου είδους φαινομένων.
Οι αρρυθμίες που εμφανίζει η κυβερνητική μηχανή οφείλονται σε μεγάλο βαθμό σε προσωπικές στρατηγικές. Τα αλληλοκαρφώματα μεταξύ κυβερνητικών στελεχών βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη.
Οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ γνωρίζουν εδώ και καιρό για υπουργούς, υφυπουργούς και γενικούς γραμματείς οι οποίοι δεν ανταλλάσσουν καλημέρα μεταξύ τους και αδυνατούν να συνεργαστούν.
Εάν η χθεσινή προειδοποίηση του Πρωθυπουργού δεν σταθεί ικανή να τους συνετίσει και να τους φέρει προ των ιστορικών τους ευθυνών, τότε η επόμενη κίνηση πρέπει να είναι ο ριζικός ανασχηματισμός.
Οσοι δεν αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα των στιγμών και μπορούν ή δεν θέλουν να ξεπεράσουν τις παλαιοκομματικές λογικές με τις οποίες πορεύθηκαν, πρέπει να κατέβουν όσο το δυνατόν γρηγορότερα από το «τρένο».