Το «σκληρό» πρόσωπο της πανδημίας δεν αποτυπώνεται μόνο στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, όπου διασωληνωμένοι ασθενείς με σοβαρές επιπλοκές δίνουν μια σκληρή – και συχνά άνιση – μάχη με τον νέο κορωνοϊό. Αποκαλύπτεται (και) σε ανθρώπους με σοβαρά και απειλητικά νοσήματα, όπως είναι χιλιάδες ασθενείς με HIV που αποκλείστηκαν από το ΕΣΥ κατά την περίοδο του lockdown.
Την εμπειρική αυτή διαπίστωση αποφάσισαν να αποτυπώσουν οι υπεύθυνοι Μονάδων Ειδικών Λοιμώξεων στο ΕΣΥ σε αριθμούς, μελετώντας τα δεδομένα την περίοδο της καραντίνας. Τα αποτελέσματα που προκύπτουν και φέρνει στο φως «Το Βήμα» είναι άκρως ανησυχητικά: Την περίοδο της καραντίνας προέκυψε μείωση στις προγραμματισμένες επισκέψεις κατά 82% και μείωση στις νέες διαγνώσεις κατά 50%, με τους οροθετικούς να έχουν άμεση πρόσβαση μόνο στα απαραίτητα φάρμακά τους.
Σοβαρές συνέπειες
Ωστόσο κάθε καθυστέρηση αποτυπώνεται αρνητικά στην εξέλιξη των ασθενών. «Το πιθανότερο είναι οι Μονάδες να δεχθούν πίεση στο μέλλον με οροθετικούς που πιθανότατα να είναι συμπτωματικοί, δηλαδή σε πιο προχωρημένο στάδιο της νόσου. Υπάρχει ο κίνδυνος οι ασθενείς να έχουν εγκατεστημένη ανοσοκαταστολή, επιπλοκή που θα είχαμε προλάβει μέσω της έγκαιρης διάγνωσης και θεραπείας. Οι συνέπειες σε αυτή την περίπτωση είναι ιδιαίτερα σοβαρές, καθώς προκύπτει ευπάθεια σε λοιμώξεις, νοσηρότητα και θνητότητα» επισημαίνει στο «Βήμα» η Γιώτα Λουρίδα, παθολόγος – λοιμωξιολόγος, επιμελήτρια Α’ ΕΣΥ στην Κλινική Λοιμώξεων Α’ και στο Ιατρείο HIV του νοσοκομείου «Σωτηρία».
Η ίδια δε συμπληρώνει με νόημα ότι «όλα αυτά τα παρατηρήσαμε σε μια φάση κατά την οποία η διαχείριση της επιδημίας ήταν ιδιαίτερα ελεγχόμενη». Συνεπώς, η αγωνία των ειδικών εντείνεται, καθώς το κύμα που σηκώνεται την περίοδο αυτή, και αναμένεται να δυναμώσει τον επερχόμενο χειμώνα σύμφωνα με τις εκτιμήσεις επιδημιολόγων, θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε ένα νέο «shutdown» στον κρίσιμο τομέα της περίθαλψης.
Ευάλωτο σύστημα
Αλλωστε, η πίεση που προκάλεσε ο πανδημικός ιός προστίθεται σε ένα ούτως ή άλλως ευάλωτο και υπερφορτωμένο σύστημα, εξαιτίας των ελλείψεων και των κενών που μαστίζουν τις Μονάδες Λοιμώξεων ανά τη χώρα. «Οσοι διαγνωστούν μπαίνουν σε αναμονή έως και δύο μήνες για να διασυνδεθούν σε ένα νοσοκομείο. Στην περίπτωση που ένας ασθενής έχει συμπτώματα και είναι σε προχωρημένο στάδιο, τότε προσπαθούμε να τον “χωρέσουμε” στο πρόγραμμά μας. Αντιθέτως, σε ασυμπτωματικούς υπάρχουν μονάδες που δίνουν ραντεβού ακόμα και έξι μήνες μετά» περιγράφει η ειδικός.
Στις ασφυκτικές αυτές συνθήκες η πανδημία απορρύθμισε ακόμα περισσότερο το πλαίσιο της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης των οροθετικών στη χώρα μας. Και αυτό διότι οι λοιμωξιολόγοι «επιστρατεύθηκαν» – όπως συμβαίνει και τώρα – στην πρώτη γραμμή της μάχης έναντι του νέου κορωνοϊού, με αποτέλεσμα να μειωθούν αναγκαστικά τα εξωτερικά ιατρεία.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι στην καταγραφή των «επιπλοκών» που προκαλεί η πανδημία στις Μονάδες Ειδικών Λοιμώξεων συμμετείχαν λοιμωξιολόγοι από νοσοκομεία-«κλειδιά», καθώς καλύπτουν τις ανάγκες συνολικά 4.400 ασθενών με HIV. Ετσι, εκτός από το «Σωτηρία», δεδομένα αντλήθηκαν από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο στην Πάτρα, το ΑΧΕΠΑ, το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης, το «Λαϊκό», το «Αττικόν», τον «Ευαγγελισμό» και τον «Ερυθρό Σταυρό».
Και σε άλλες νόσους
Αντίστοιχα εμπόδια αντιμετωπίζουν και άλλες κατηγορίες ασθενών, με τα παραδείγματα να είναι πολλά και ανησυχητικά. Είναι ενδεικτικό ότι το αμέσως επόμενο ραντεβού στη Νευρολογική Κλινική του νοσοκομείου «Γ. Γεννηματάς», για ασθενείς με πάρκινσον, είναι μετά τις 2 Δεκεμβρίου – καθώς οι ασθενείς που στην πρώτη φάση του κύματος απέφευγαν να επισκεφθούν τα νοσηλευτικά ιδρύματα υπό τον φόβο πιθανής μόλυνσης έχουν σήμερα συσσωρευθεί στις λίστες αναμονής.
Επιπλέον και όπως προκύπτει από τις διεθνείς εργασίες και από την κλινική εμπειρία στην Ελλάδα, υπήρξε μια καθυστέρηση στις προληπτικές εξετάσεις για τη διάγνωση του καρκίνου αλλά και στις εξετάσεις παρακολούθησης. Οπως όμως δηλώνει με ανακούφιση ο πρόεδρος της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας – χειρουργός Μαστού, Ευάγγελος Φιλόπουλος, «στα χειρουργεία ή στις χημειοθεραπείες δεν σημειώθηκαν τόσο μεγάλες καθυστερήσεις που να είχαν επίπτωση. Εκείνο που παραμένει ανοιχτό ερώτημα και συνεπώς πεδίο μελέτης είναι εάν ο τακτικός προληπτικός έλεγχος διακόπηκε και ποιες οι πιθανές συνέπειες στο μέλλον. Αλλά αυτό θα είμαστε σε θέση να το συμπεράνουμε στο τέλος του χρόνου, που θα είναι διαθέσιμα τα στοιχεία, για παράδειγμα, του αριθμού των τεστ ΠΑΠ που έγιναν πέρυσι και εφέτος» συμπληρώνει ο ίδιος.
«Να καθοριστούν κανόνες για την εξ αποστάσεως Ιατρική»
Ο πρόεδρος της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας Ευάγγελος Φιλόπουλος υπογραμμίζει σε κάθε περίπτωση ότι οι νέες συνθήκες πιέζουν για την αυτορρύθμιση του συστήματος: «Την περίοδο του κορωνοϊού τα ιατρεία ήταν άδεια, όμως βοήθησαν σημαντικά το Διαδίκτυο και η τηλεφωνική επικοινωνία για την διάγνωση ή την παρακολούθηση των ασθενών. Συνεπώς είναι αναγκαίο να καθοριστούν κανόνες για την εξ αποστάσεως Ιατρική, ιδίως δε εάν αναλογιστούμε ότι το δεύτερο κύμα θα είναι δυσκολότερο».