Η ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων αλλά και της θνησιμότητας στη χώρα μας λόγω της πανδημίας προκαλεί έντονο προβληματισμό και ανησυχία.
Τα χθεσινά στοιχεία κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τον βαρύ χειμώνα που έρχεται, όταν η συνύπαρξη του νέου ιού με την εποχική γρίπη θα δημιουργήσουν ένα άκρως επικίνδυνο κοκτέιλ.
Μέχρι στιγμής, όπως επαναλαμβάνουν διαρκώς οι ειδικοί, ο μοναδικός αξιόπιστος τρόπος άμυνας που διαθέτουμε είναι η αυστηρή τήρηση των μέτρων προστασίας.
Δυστυχώς, όμως, οι εκκλήσεις και οι συστάσεις αυτές δεν λαμβάνονται υπ΄ όψιν στον βαθμό που επιτάσσει η κρισιμότητα των στιγμών, όπως καταδεικνύει η καθημερινή εμπειρία και η διαρκώς επιδεινούμενη επιδημιολογική εικόνα της χώρας.
Αντί λοιπόν να εστιάσουμε την προσοχή στο γιατί δεν εφαρμόζονται τα μέτρα, η συζήτηση περιστρέφεται σταθερά γύρω από το εάν θα ληφθούν νέα και ποια θα είναι αυτά.
Η μη τήρηση των κανόνων έχει φθάσει να θεωρείται στην Ελλάδα αναμενόμενη και σχεδόν αυτονόητη και την προσπερνάμε.
Το θέμα της εφαρμογής των νόμων ήταν και θα συνεχίσει να είναι – όπως φαίνεται – μία από τις αχίλλειες πτέρνες του ελληνικού κράτους.
Θεσπίζονται νόμοι που δεν εφαρμόζονται. Κάποιοι λόγω ανεπάρκειας των ελεγκτικών μηχανισμών, άλλοι επειδή ατονούν και ξεχνιούνται, άλλοι λόγω «επανασταστικής» διάθεσης και άλλοι επειδή απαξιώνονται και ακυρώνονται στην πράξη ακόμη και από τους ίδιους τους κυβερνώντες.
Είναι λογικό επομένως, να αντιμετωπίζονται με την ίδια χαλαρότητα και τα μέτρα προστασίας έναντι της πανδημίας.
Ακόμη και τώρα, που το διακύβευμα είναι η ίδια η ζωή και οι προοπτικές της χώρας, η βαθιά ριζωμένη και ανεύθυνη λογική τού «δεν βαριέσαι» φαίνεται να επικρατεί.