Η ανακοίνωση της ιαπωνικής εταιρίας ελαστικών Bridgestone ότι κλείνει το 2021 το εργοστάσιό της στην Μπετίν στη βόρεια Γαλλία ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων στη Γαλλία τόσο από την πλευρά των συνδικάτων, όσο και των πολιτικών όλων των κομμάτων.
Οι αντίπαλοι της παγκοσμιοποίησης αισθάνονται επιβεβαιωμένοι, επειδή για ακόμα μια φορά μια ξένη επιχείρηση βάζει λουκέτο επικαλούμενη απουσία κέρδους χωρίς ωστόσο να λαμβάνει υπόψη τις κοινωνικές επιπτώσεις. Πόσο μάλλον που η Bridgestone έλαβε φέτος επιδοτήσεις 1,5 εκατομμυρίων ευρώ για την αντιμετώπιση της πανδημίας, ενώ το 2018 οι φοροαπαλλαγές έφθασαν τα 1,7 εκατομμύρια.
Αιτιολογώντας την απόφαση εκπρόσωπος της Bridgestone δήλωσε ότι η παραγωγή ελαστικών μικρομεσαίων διαστάσεων, όπως εκείνα που κατασκευάζονται στη μονάδα της Μπετίν, είναι φθηνότερη στην Ασία, αλλά και ότι η ζήτηση για τέτοιου μεγέθους ελαστικά έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια, μιας και όλο και περισσότεροι στρέφονται σε αυτοκίνητα SUV. Παρά την απόφαση για το κλείσιμο ωστόσο ο εκπρόσωπος πρόσθεσε ότι η εταιρία δέχεται να «εξεταστούν εναλλακτικά σενάρια» από ομάδα ειδικών της γαλλικής κυβέρνησης. Έτσι για παράδειγμα το εργοστάσιο θα μπορούσε είτε να περάσει στον έλεγχο άλλης εταιρίας ελαστικών, είτε να παράγει διαφορετικά εξαρτήματα οχημάτων για να διασωθούν οι θέσεις εργασίας.
Υπάρχει πράγματι άλλος δρόμος;
Το κλείσιμο του εργοστασίου της Bridgestone έχει πλέον συμβολικό ρόλο για την γαλλική κυβέρνηση. «Με αφορμή την περίπτωση αυτή μπορούμε να δείξουμε ότι υπάρχει διαφορετικός δρόμος για να διασωθούν 863 θέσεις εργασίας με τις απαραίτητες προσαρμογές στη μονάδα παραγωγής», δηλώνει στη DW ο βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος LREM Μπρούνο Μπονέλ. Σύμφωνα με τον βουλευτή, το γαλλικό δημόσιο προτίθεται να αναλάβει το 50% του κόστους αλλαγών στο εργοστάσιο. Η δέσμευση αυτή εκφράζει το νέο πνεύμα στην οικονομική πολιτική του προέδρου Μακρόν, ο οποίος επιθυμεί να περιορίσει την εξάρτηση, σε ορισμένους τουλάχιστον τομείς, από το εξωτερικό. Από τα συνολικά 100 δις ευρώ, για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, τα 15 θα διατεθούν από τη κυβέρνηση έτσι ώστε η παραγωγή, πχ. φαρμάκων, να επιστρέψει στη Γαλλία. «Δεν μπορεί το κέδρος να είναι το μοναδικό κριτήριο, η οικονομία μας θα πρέπει να έχει και κοινωνικό χαρακτήρα», υπογραμμίζει ο Μπρούνο Μπονέλ.
Ο Φιλίπ Κρεβέλ οικονομολόγος και επικεφαλής της δεξαμενής σκέψης Cercle de l´Epargne αμφισβητεί ωστόσο ότι η σε υψηλούς τόνους δημόσια συζήτηση για το μέλλον του εργοστασίου της Bridgestone θα έχει επίδραση στην οικονομική πολιτική. «Δεν μπορούμε να αγνοούμε την οικονομική πραγματικότητα. Η παραγωγή ελαστικών δεν αποδίδει κέρδη στη Γαλλία. Και στο γεγονός αυτό δεν θα αλλάξουν τίποτα οι επιδοτήσεις της κυβέρνησης».
Υψηλή φορολογία, υψηλό μισθολογικό κόστος
Παρόμοια άποψη διατυπώνει στη DW και ο οικονομολόγος και ιδρυτής της εταιρία συμβούλων ACDEFI Μαρκ Τουατί, χαρακτηρίζοντας το γαλλικό οικονομικό μοντέλο «απαρχαιωμένο»: «Η φορολογία επιχειρήσεων καθώς και το μισθολογικό κόστος είναι πολύ υψηλά. Παράλληλα η αγορά εργασίας είναι ανελαστική αν συγκρίνουμε με άλλες οικονομίες. Οπότε είναι λογικό εταιρίες να γυρνούν τη πλάτη στη Γαλλία».
Από τη πλευρά ο Ερίκ Εϊέρ από το Παρατηρητήριο Οικονομικής Ανάπτυξης OFCE στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού θεωρεί ότι η κυβέρνηση είναι σε θέση να ενισχύσει, έστω και επιλεκτικά, την εγχώρια οικονομία: «Υπάρχει η δυνατότητα προώθησης ορισμένων τομέων καινοτομίας, οι οποίοι ωστόσο θα πρέπει να διασφαλίζουν ένα συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι του ανταγωνισμού».
Ένας τέτοιος τομέας είναι πχ. οι κινητήρες υδρογόνου, η ανάπτυξη των οποίων χρηματοδοτείται από το κρατικό πακέτο αντιμετώπισης της κρίσης του κορωνοϊού με συνολικά 7 δις ευρώ μέχρι το 2030. Μια τέτοια οικονομική ενίσχυση, όσο πολλά υποσχόμενη κι αν είναι, δεν αρκεί ωστόσο για να αλλάξει το υπάρχον γαλλικό οικονομικό μοντέλο.
Λίζα Λουίς, Παρίσι
Επιμέλεια: Στέφανος Γεωργακόπουλος