Σε μία ιδιότυπη βεντέτα, με στοιχεία πολιτικής σπέκουλας, εξελίσσεται η δημόσια συζήτηση μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης για τα εθνικά θέματα.
Από τις τοποθετήσεις του Αλέξη Τσίπρα γίνεται σαφές ότι από τη σημερινή του θέση επιχειρεί να πάρει ένα είδος πολιτικής εκδίκησης στο συγκεκριμένο πεδίο. Υπό αυτό το πρίσμα, ξενίζει ο τρόπος με τον οποίο, αφενός, υψώνει τους τόνους στα ελληνοτουρκικά δίχως σαφή επί της ουσίας διαφοροποίηση, ενώ αφετέρου, εξακολουθεί και επανέρχεται στην συμφωνία των Πρεσπών, επιστρατεύοντας διάφορα τεχνάσματα, με προφανή μικροκομματική στόχευση.
Η εξελισσόμενη συζήτηση αναδεικνύεται ως πρόβλημα, στον βαθμό που η τουρκική πλευρά και άλλοι «ενδιαφερόμενοι» την παρακολουθούν και επιχειρούν να καλλιεργήσουν κλίμα εν όψει των όποιων εξελίξεων. Χαρακτηριστικό ως προς τούτο είναι το γεγονός ότι συχνά, είτε η αντιπολίτευση ασύνειδα υιοθετεί επιχειρήματα που εμφανίζονται στον τουρκικό Τύπο, είτε οι εφημερίδες της γειτονικής χώρας μεταφέρουν τις θέσεις της ελληνικής αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Το Oruc Reis και τα (δήθεν) ανταλλάγματα
Ένα από τα ενδεικτικά παραδείγματα του τρόπου με τον οποίο ο κ. Τσίπρας έχει επιλέξει να επενδύσει στην καλλιέργεια εντυπώσεων, με πλάγιο τρόπο και υπονοούμενα, ήταν μία αναφορά του στην συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε πριν από μία εβδομάδα στο Helexpo Forum.
Εκεί ανέφερε μεταξύ των άλλων: «Ξαφνικά, μετά από ένα μήνα, που το Oruc Reis, το τουρκικό ερευνητικό σκάφος, δεν άφησε σπιθαμή για σπιθαμή στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, νοτίως του Καστελόριζου, ξαφνικά αποσύρθηκε και ξεκινούν οι διερευνητικές. Πολύ ευχάριστο. Υπήρξαν ανταλλάγματα γι’ αυτό; Είναι ένα ερώτημα».
Όλα αυτά συμβαίνουν, ενώ στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ είναι γνωστές οι διαφωνίες για τη στάση του κόμματος στο θέμα των ελληνοτουρκικών. Χαρακτηριστική περίπτωση, η προ εβδομάδων ανοιχτή διαφοροποίηση των 53+ στο θέμα της συμφωνίας για την ΑΟΖ με την Αίγυπτο. Αποτέλεσμα της εσωκομματικής αυτής διάστασης απόψεων, ήταν η άρνηση της αξιωματικής αντιπολίτευσης να ψηφίσει υπέρ της κύρωσης της συμφωνίας, επιλέγοντας να δηλώσει «παρών».
Επιχειρώντας κατόπιν αυτού να επενδύσει πολιτικά στην δημιουργία ενός αντίστοιχου σκηνικού στην πλευρά της ΝΔ, ο κ. Τσίπρας επανέρχεται τις επόμενες ημέρες, με «όπλο» και πάλι την Συμφωνία των Πρεσπών και τα «απόνερά» της.
«158 συγγνώμη»
Γνωρίζοντας ότι στο κυβερνών κόμμα εξακολουθούν να υπάρχουν στελέχη της «σκληρής» γραμμής, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ετοιμαζίταν να ζητήσει ονομαστική ψηφοφορία κατά τη συζήτηση στη Βουλή για την κύρωση των συμφωνιών συνεργασίας με τη Βόρεια Μακεδονία, την ερχόμενη εβδομάδα. Χαρακτηριστικός ήταν ο τρόπος με τον οποίο προανήγγειλε την συγκεκριμένη απόφαση την προηγούμενη εβδομάδα στη Θεσσαλονίκη.
«Θα ζητήσουμε, θα καταθέσουμε πρόταση ονομαστικής ψηφοφορίας, ναι. Και κάθε μια ψήφος από τις 158 που διαθέτει το κυβερνών κόμμα, κάθε ένας από τους 158 βουλευτές με την ψήφο του, θα δίνει και μια συγγνώμη. Εκατόν πενήντα οκτώ συγγνώμες αναμένουμε να εισπράξουμε», ανέφερε μεταξύ άλλων ο κ. Τσίπρας και δεν έκρυψε ότι δι’ αυτού του τρόπου φιλοδοξεί να προκαλέσει εσωκομματική αναστάτωση στη ΝΔ, όταν συμπλήρωσε: «Αναμένουμε 158 συγγνώμη, γιατί, όπως είπε ο κ. Μητσοτάκης, δεν θα επαναληφθούν αυτά, η Κοινοβουλευτική Ομάδα θα είναι απίκο. Περιμένουμε!». Η τελευταία αυτή φράση αναφερόταν στην κοινοβουλευτική αστοχία της ΝΔ, όταν λόγω της απουσίας βουλευτών της, δεν αποφασίστηκε εν τέλει η άρση της ασυλίας του Παύλου Πολάκη.
Οι κυβερνητικές ασκήσεις ισορροπίας
Παρά ταύτα και πέραν των επιδιώξεων του κ. Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ, οι εσωκομματικές διαφωνίες και οι διαφορετικές προσεγγίσεις στη ΝΔ, ειδικώς για την συμφωνία των Πρεσπών, είναι γνωστές. Αυτός είναι κατά πάσα βεβαιότητα και ο λόγος για τον οποίο αποφασίστηκε το «πάγωμα», μέχρι νεωτέρας, της κοινοβουλευτικής διαδικασίας για την κύρωση των συμφωνιών συνεργασίας με τη Βόρεια Μακεδονία.
Ο κ. Μητσοτάκης στάθηκε σαφώς στην πλευρά του «όχι» το 2019, σήμερα όμως είναι εκείνος που θα πρέπει να κάνει τα επόμενα βήματα και να τα διαχειριστεί. Στην δική του συνέντευξη Τύπου στη Θεσσαλονίκη, σημείωσε προ ημερών, σε μία προσπάθεια να εξισορροπήσει μεταξύ των τάσεων του κόμματός του: «Το ζήτημα αυτό έχει κλείσει από τη στιγμή που η Ελλάδα έχει κυρώσει μια διεθνή συμφωνία. Έχουμε εκφράσει επανειλημμένως τις επιφυλάξεις μας, αλλά έχουμε πει κιόλας, ότι η Ελλάδα είναι κράτος δικαίου και σέβεται διεθνείς κυρωμένες συμφωνίες. Άρα το ζήτημα αυτό, ναι, έχει κλείσει».
Αμέσως μετά συμπλήρωσε όμως: «Αυτό που δεν έχει κλείσει είναι η σωστή εφαρμογή μιας -κατά την άποψή μας- προβληματικής συμφωνίας. Και εφόσον έχουμε επιφυλάξεις ή ζητήματα τα οποία πρέπει να εγείρονται με τον κ. Ζάεφ ή τον όποιο είναι Πρωθυπουργός στη Βόρεια Μακεδονία, αυτό είναι κάτι το οποίο προφανώς και θα το συζητήσουμε».