Τα στοιχεία που ανακοίνωσε χθες η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ILΟ) είναι σοκαριστικά και απολύτως ενδεικτικά του πλήγματος που έχει υποστεί και εξακολουθεί να υφίσταται η παγκόσμια οικονομία εξαιτίας της πανδημίας.
Στο πρώτο εννεάμηνο του τρέχοντος έτους το εισόδημα από την εργασία μειώθηκε παγκοσμίως κατά 10,7% ή 3,5 τρισ. δολ. σε ετήσια βάση, ενώ στο τελευταίο τρίμηνο του έτους οι νέες εκτιμήσεις του Οργανισμού κάνουν λόγο για απώλεια 245 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης, αριθμός πολύ υψηλότερος των αρχικών προβλέψεων.
Η παραπάνω ανακοίνωση έρχεται να προστεθεί σε μια μακρά σειρά πρόσφατων στοιχείων που καταδεικνύουν την ισχύ των πρωτόγνωρων κλυδωνισμών που δέχεται η οικονομία και οι οποίοι μόνο με περιόδους πολέμων μπορούν να συγκριθούν.
Καταδεικνύουν ακόμη ότι τα μέτρα στήριξης που έχουν λάβει έως τώρα οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, και τα οποία είναι ούτως ή άλλως απαραίτητο να συνεχιστούν, δεν επαρκούν.
Η απάντηση σε μια κρίση τέτοιου μεγέθους, καθώς μάλιστα η αβεβαιότητα παρατείνεται, δεν μπορεί πλέον να δοθεί με «συμβατικά όπλα» της προ κορωνοϊού εποχής.
Το μέγεθος της απειλής απαιτεί συνδυαστική εφαρμογή όλων των διαθέσιμων εργαλείων αλλά και την επινόηση νέων, πιο ισχυρών και πιο αποτελεσματικών που θα ανταποκρίνονται στις νέες ανάγκες.
Χρειάζεται με άλλα λόγια επειγόντως ένα νέο κοκτέιλ «φαρμάκων» που θα βάλει φρένο στην απότομη πτώση, θα προστατεύσει τους αδύναμους και τους ευάλωτους και θα στρώσει το έδαφος για στέρεη ανάκαμψη.
Εάν δεν συμβεί άμεσα αυτό, η κρίση θα επιταχύνει κι άλλο τις ανισότητες προκαλώντας ανυπολόγιστες κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις.
Ίσως έφτασε η ώρα να γραφτεί ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία της οικονομικής πολιτικής.