Έντονες επικρίσεις δέχεται η πρόταση της Κομισιόν για το νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, με ΜΚΟ να κατηγορούν την Επιτροπή, ότι υποχώρησε στις πιο εχθρικές προς την υποδοχή των μεταναστών χώρες.
Η πρόεδρος της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν υπεραμύνθηκε μιας «δίκαιης και λογικής» ισορροπίας ανάμεσα στην «ευθύνη και την αλληλεγγύη» μεταξύ των 27. «Πρέπει να βρούμε μακροπρόθεσμες λύσεις για τη μετανάστευση», δήλωσε, υπογραμμίζοντας πως η πυρκαγιά στον καταυλισμό της Μόριας ήταν μια έντονη υπενθύμιση της ανάγκης για δράση.
«Ίδια λογική της Ευρώπης φρούριο»
Η ΜΚΟ Oxfam κατηγόρησε την Επιτροπή ότι «υποκύπτει στις αντιμεταναστευτικές κυβερνήσεις». Για τον ειδικό στο μεταναστευτικό Ιβ Πασκουό, η Επιτροπή «αναδιευθετεί ένα σύνολο χωρίς πραγματικό σχέδιο, χωρίς δομή, χωρίς σκελετό».
«Είναι ένας συμβιβασμός ανάμεσα στη μικροψυχία και την ξενοφοβία» γράφει στο Twitter ο Βέλγος ερευνητής Φρανουά Γκεμέν, λέγοντας πως πρόκειται για «τις ίδιες συνταγές που αποτυγχάνουν εδώ και 20 χρόνια, και την ίδια λογική της Ευρώπης φρούριο».
Πέντε χρόνια μετά την κρίση του 2015, αυτό το νέο «Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο» προβλέπει πως οι χώρες της ΕΕ που δεν θέλουν να πάρουν αιτούντες ασύλου σε περίπτωση αύξησης των μεταναστευτικών ροών πρέπει αντίθετα να συμμετάσχουν στις επιστροφές όσων η αίτησή τους για άσυλο απορρίπτεται από τις ευρωπαϊκές χώρες στις οποίες έφθασαν, προς τις χώρες προέλευσής τους.
Ωστόσο το προτεινόμενο αυτό σύμφωνο προτείνει την προστασία από δικαστικές διώξεις των ΜΚΟ που διασώζουν μετανάστες στη θάλασσα.
Αναθεωρεί επίσης την αρχή που συνίσταται στο να ανατίθεται στην πρώτη χώρα εισόδου ενός μετανάστη στην ΕΕ η ευθύνη της επεξεργασίας του αιτήματός του για άσυλο.
Αυτός ο κανονισμός του Δουβλίνου, που είναι αυτή τη στιγμή ο πυλώνας του συστήματος ασύλου στην Ευρώπη, δεν έχει σταματήσει να τροφοδοτεί τις εντάσεις ανάμεσα στους 27, λόγω του βάρους που εναποθέτει στις χώρες που λόγω γεωγραφικής θέσης είναι στην πρώτη γραμμή των αφίξεων, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία.
Στην πρόταση της Επιτροπής, η χώρα που είναι υπεύθυνη για το αίτημα ασύλου θα μπορεί να είναι εκείνη στην οποία ένας μετανάστης έχει αδελφό ή αδελφή, στην οποία έχει εργαστεί ή σπουδάζει. Επίσης η χώρα που έχει χορηγήσει βίζα σε έναν μετανάστη θα είναι εκείνη που θα πρέπει να επιφορτισθεί με την αίτηση ασύλου.
Σε διαφορετική περίπτωση, αυτές οι χώρες πρώτης εισόδου θα παραμείνουν υπεύθυνες για την αίτηση ασύλου.
Προβλέπεται επίσης μια πιο γρήγορη διαδικασία ώστε να απορρίπτονται πιο γρήγορα οι μετανάστες που έχουν λίγες πιθανότητες να λάβουν διεθνή προστασία.
«Ανέφικτες επιλογές για τις μικρές χώρες»
Πρόκειται, σύμφωνα με την Επιτροπή, για εκείνους που έρχονται από χώρες που είχαν ένα θετικό ποσοστό απόκρισης σε αιτήματα ασύλου μικρότερο του 20% όπως η Τυνησία ή το Μαρόκο. Για αυτούς, η επεξεργασία του αιτήματος ασύλου γίνεται στα σύνορα και σε ένα διάστημα 12 εβδομάδων.
Αν μία χώρα υπόκειται σε μεταναστευτική «πίεση» και εκτιμά ότι δεν μπορεί πλέον να αναλάβει την ευθύνη μεταναστών, μπορεί να ζητήσει την ενεργοποίηση ενός «υποχρεωτικού μηχανισμού αλληλεγγύης», ο οποίος πρέπει να αποφασιστεί από την Επιτροπή.
Η Επιτροπή εκτιμά τον αριθμό των μεταναστών που θα πρέπει να αναλάβει. Όλα τα κράτη συνεισφέρουν, ανάλογα με το οικονομικό τους βάρος και τον πληθυσμό τους. Όμως μπορούν να επιλέξουν ανάμεσα στο να υποδεχθούν αιτούντες άσυλο, να «γίνουν ανάδοχοι» της επιστροφής στη χώρα του ενός μετανάστη που δεν έχει δικαίωμα να παραμείνει στην ΕΕ ή να βοηθήσουν κυρίως στην κατασκευή κέντρων υποδοχής.
Σε περίπτωση μιας παρόμοιας «κρίσης» με εκείνην του 2015, όταν τουλάχιστον ένα εκατομμύριο πρόσφυγες έφθασαν στην Ευρώπη, η επιλογή για μια χώρα περιορίζεται στη ανάληψη της ευθύνης για τη μετεγκατάσταση των προσφύγων ή την επιστροφή των μεταναστών που έχει απορριφθεί η αίτηση ασύλου τους.
Όμως αν μια χώρα της ΕΕ δεν καταφέρει να στείλει μετανάστες στη χώρα προέλευσής τους μέσα σε οκτώ μήνες, οφείλει να τους υποδεχθεί.
Πρόκειται για εναλλακτικές επιλογές που θεωρούνται ανέφικτες για τις μικρές χώρες που δεν διαθέτουν τα μέσα, εκτιμά μια ευρωπαϊκή πηγή.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ