Το γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα του Μανχάταν, που εδώ και ένα χρόνο εμπλέκεται σε δικαστική διαμάχη με τον Πρόεδρο Τραμπ, προκειμένου ο δεύτερος να επιδείξει τις φορολογικές δηλώσεις του, υπονόησε για πρώτη φορά σε δικογραφία τη Δευτέρα ότι έχει βάσιμες αιτίες να πραγματοποιήσει έρευνα εις βάρος του και των επιχειρήσεων του για φορολογική απάτη.
Η δικογραφία από το γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα, Σάιρους Ρ. Βανς Τζούνιορ, προσφέρει μια σπάνια παρασκηνιακή ματιά στην έρευνα του γραφείου του για τον πρόεδρο και τις επιχειρηματικές του συναλλαγές, η οποία ξεκίνησε πάνω από δύο χρόνια πριν.
Ο Βανς, ο οποίος είναι Δημοκρατικός, δεν έχει αποκαλύψει το εύρος της ποινικής έρευνας του γραφείου του, επικαλούμενος το απόρρητο της επιτροπής. Η έρευνα έχει καθυστερήσει εξαιτίας της διαμάχης για μία κλήτευση που εξέδωσε το γραφείο του τον Αύγουστο του 2019, ζητώντας τις φορολογικές δηλώσεις του προέδρου για τα τελευταία οκτώ έτη.
Οι δικηγόροι του Τραμπ έχουν δηλώσει ότι η κλήτευση θα έπρεπε να μπλοκαριστεί, αποκαλώντας την «απίστευτα υπερβολική» και πολιτικά υποκινούμενη. Από την πλευρά του, ο Βανς απάντησε σε αυτό το επιχείρημα μέσω μιας προσεκτικά διατυπωμένης νέας δικογραφίας που δεν κατηγορεί ευθέως τον Τραμπ ή κάποια από τις επιχειρήσεις του για αδικοπραξίες, ενώ φροντίζει επιμελώς να μην αποκαλύψει λεπτομέρειες για την έρευνα.
Ωστόσο, οι εισαγγελείς αναφέρουν δημοσιεύματα, αλλά και μια δημόσια μαρτυρία, που κατηγορεί τον Τραμπ για παραβάσεις. Τα δημοσιεύματα, όπως γράφουν οι εισαγγελείς, θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν μια έρευνα από επιτροπή σε όλο το εύρος των πιθανών εγκλημάτων, μεταξύ των οποίων η φορολογική απάτη και η ασφαλιστική απάτη, αλλά και η χάλκευση επιχειρηματικών στοιχείων. Ήταν η πρώτη φορά που το γραφείο του υπονόησε ότι η φορολογική απάτη θα μπορούσε να ανήκει στις πιθανές περιοχές που θα καλύψει η έρευνα.
«Ακόμη και αν η επιτροπή έλεγχε μόνο το ενδεχόμενο οι δημόσιες καταγγελίες να είναι αληθείς, τέτοιου είδους δημοσιεύματα δικαιολογούν πλήρως το εύρος της κλήτευσης της επιτροπής για το ζήτημα αυτής της υπόθεσης», γράφουν οι εισαγγελείς.
Ο Τζέι Σέκαλοου, δικηγόρος του Τραμπ, αρνήθηκε να σχολιάσει στους New York Times τη δικογραφία του Γενικού Εισαγγελέα.
Ο πρόεδρος έχει δηλώσει ότι αναμένει η διαμάχη για την κλήτευση να καταλήξει στο Ανώτατο Δικαστήριο.λ
«Πρόκειται για τη συνέχιση ενός κυνηγιού μαγισσών, του μεγαλύτερου κυνηγιού μαγισσών στην ιστορία», δήλωσε τον περασμένο μήνα ο πρόεδρος των ΗΠΑ.
Η διαμάχη ξεκίνησε όταν οι εισαγγελείς του Βανς εξέδωσαν την κλήτευση για την λογιστική εταιρεία του Τραμπ, Mazars USA, ζητώντας φορολογικές δηλώσεις και άλλα οικονομικά στοιχεία.
Το γραφείο του Βανς ερευνά και την εξαγορά της σιωπής δύο γυναικών που ισχυρίζονταν ότι είχαν δεσμό με τον Τραμπ, πριν τις εκλογές του 2016.
Πιο πρόσφατα, οι εισαγγελείς υπονόησαν σε δικαστικά έγγραφα ότι η έρευνά τους ήταν ευρύτερη, εστιάζοντας μεταξύ άλλων και σε πιθανά οικονομικά εγκλήματα και ασφαλιστικές απάτες. Οι εισαγγελείς τόνισαν ότι έβλεπαν τα αρχεία του Τραμπ ως κεντρικά για την έρευνά τους.
Μετά την έκδοση της κλήτευσης, ο Τραμπ κατέθεσε μήνυση σε τοπικό δικαστήριο για να την μπλοκάρει, υποστηρίζοντας ότι ως πρόεδρος είχε ασυλία από κάθε είδους ποινική έρευνα. Ο δικαστής, Βίκτορ Μαρέρο, απέρριψε τον ισχυρισμό ο οποίος δεν είχε προταθεί σε δικαστήριο στο παρελθόν και ο πρόεδρος άσκησε έφεση.
Η διαμάχη έφτασε τελικά μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο τον Ιούλιο έβγαλε ιστορική απόφαση κατά του Τραμπ.
«Κανένας πολίτης, ούτε και ο πρόεδρος είναι κατηγορηματικά υπεράνω του κοινού καθήκοντος να παραθέσει αποδείξεις όταν εγκαλείται στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών», είχε γράψει τότε ο πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου Τζον Τζ. Ρόμπερτς Τζούνιορ.
Όμως οι δικαστές ανέφεραν ότι ο Τραμπ μπορούσε να επιστρέψει σε κατώτερο δικαστήριο και να προβάλει άλλες ενστάσεις ως προς το εύρος και τη σχετικότητα της κλήτευσης με την υπόθεση, όπως και συνέβη. Οι δικηγόροι του Τραμπ παρουσιάστηκαν και πάλι στον πρόεδρο Μαρέρο, υποστηρίζοντας ότι η αίτηση για τα έγγραφα ήταν πολιτικά υποκινούμενη και «τόσο ευρεία που καταλήγει σε αναίτια και παράνομη προσπάθεια υποκλοπής πληροφοριών.
Τον Αύγουστο, ο δικαστής Μαρέρο απέρριψε και τα νέα επιχειρήματα του προέδρου. Ο δικαστής σημείωσε ότι η μακροχρόνια νομική διαμάχη του Τραμπ θα μπορούσε να κρατήσει τόσο πολύ, ώστε να καταλήξει στην παραγραφή κάθε πιθανού εγκλήματος, ουσιαστικά εξασφαλίζοντάς του την ασυλία που το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι δεν δικαιούνταν.
«Στη βάση του, πρόκειται για απόλυτη ασυλία… από την πίσω πόρτα», έγραψε ο δικαστής Μαρέρο. Πρόσθεσε: «Η δικαιοσύνη απαιτεί να μπει ένα τέλος σε αυτή τη διαμάχη».
Σε πρόσφατες δικογραφίες, οι δικηγόροι του Τραμπ αναφέρονται στην απόφαση του δικαστή Μαρέρο ως «λανθασμένη από την αρχή ως το τέλος», ενώ τον κατηγορούν ότι «μοιράζει την τράπουλα» εις βάρος του προέδρου.
«Ο πρόεδρος δεν προσπαθεί να επαναφέρει ισχυρισμούς για κατηγορηματική ασυλία», γράφουν οι δικηγόροι του. «Αμφισβητεί τη συγκεκριμένη κλήτευση για διαφορετικούς λόγους».
Το εφετείο προγραμμάτισε ακροαματική διαδικασία για την υπόθεση την Παρασκευή. Ό,τι και αν αποφασίσει, όμως, και οι δύο πλευρές μπορούν να επαναφέρουν την υπόθεση στο Ανώτατο Δικαστήριο, καθιστώντας απίθανη μια σχετική απόφαση πριν τις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου.
Ακόμη και αν οι εισαγγελείς αποκτήσουν πρόσβαση στις φορολογικές δηλώσεις του Τραμπ, το απόρρητο της επιτροπής συνεπάγεται ότι είναι απίθανο τα στοιχεία να δημοσιευτούν σύντομα στο κοινό. Αυτό ενδέχεται να γίνει μόνο αν το γραφείο του Βανς απαγγείλει κατηγορίες στον Τραμπ και παρουσιάσει τις φορολογικές δηλώσεις ως αποδείξεις στο δικαστήριο.
Πηγή: www.nytimes.com