ΤΟ ΒΗΜΑ – PROJECT SYNDICATE

Ο ισραηλινός πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου χαιρέτισε τη συμφωνία που ομαλοποιεί τις σχέσεις του Ισραήλ με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ως ένα ιστορικό βήμα εφάμιλλο με τις προηγούμενες ειρηνευτικές συμφωνίες του Ισραήλ. Ο ισραηλινός ηγέτης υπερηφανεύτηκε ότι η συμφωνία με τα ΗΑΕ δικαίωσε το «δόγμα Νετανιάχου» ειρήνη για ειρήνη, αντί του γη για ειρήνη.

Αλλά για την ειρήνη με μια χώρα με την οποία το Ισραήλ δεν συνορεύει ούτε έχει πολεμήσει ποτέ, ο Νετανιάχου χρειάστηκε να εγκαταλείψει τα σχέδιά του για προσάρτηση μεγάλων τμημάτων της Δυτικής Όχθης. Υπήρχε λοιπόν μια πλευρά «γη για ειρήνη» στη συμφωνία.

Το «δόγμα» Νετανιάχου θάβει στην πράξη την έννοια πάνω στην οποία βασίστηκε η Αραβική Πρωτοβουλία για την Ειρήνη του 2002: ότι η ειρήνη μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων πρέπει να αποτελέσει προϋπόθεση για να ομαλοποιηθούν οι σχέσεις των αραβικών κρατών με το Ισραήλ. Ο ίδιος ο αραβικός σύνδεσμος απέρριψε το αίτημα των Παλαιστινίων να καταδικάσει τη συμφωνία Ισραήλ-ΗΑΕ.

Στις πολλές δεκαετίες του αραβοϊσραηλινού ανταγωνισμού, τα αραβικά κράτη έχουν προδώσει τους Παλαιστινίους τόσο όσο και το Ισραήλ. Στην ειρηνευτική συμφωνία του ισραηλινού πρωθυπουργού Μεναχέμ Μπέγκιν με τον αιγύπτιο πρόεδρο Ανουάρ Σαντάτ το 1979, και οι δύο ηγέτες γνώριζαν ότι η μεταξύ τους ειρήνη πήγαζε από τις κρίσιμες στρατηγικές τους ανάγκες.

Γιατί λοιπόν ο Μοχάμεντ Μπιν Ζαγέντ, ηγέτης των ΗΑΕ, προκάλεσε την οργή των προδομένων Παλαιστινίων ομαλοποιώντας τις σχέσεις με το εβραϊκό κράτος; Πρώτον, απέδειξε ότι έχει το θάρρος να αποκαλέσει τα πράγματα με το όνομά τους. Οι χώρες του Κόλπου, μεταξύ των οποίων η Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ, είχαν επί χρόνια διακριτικές σχέσεις ασφαλείας με το Ισραήλ. Ως μεγάλη στρατιωτική και τεχνολογική δύναμη στη Μέση Ανατολή, το Ισραήλ έχει γίνει απαραίτητος σύμμαχος των συντηρητικών καθεστώτων που ταρακουνήθηκαν από την Αραβική Άνοιξη το 2011, την απειλή του ισλαμιστικού ριζοσπαστισμού και την αυξανόμενη περιφερειακή ισχύ του Ιράν.

Αλλά ο φόβος για την απόσυρση των ΗΠΑ από την περιοχή είναι εκείνος που σπρώχνει περισσότερο τα αραβικά κράτη προς το Ισραήλ.

Η ιδέα ότι ειρήνη με το Ισραήλ σημαίνει και ειρήνη με την Αμερική ήταν πάντα ένα ουσιαστικό κίνητρο πίσω από την απόφαση των Αράβων να επανεξετάσουν την συμφιλίωση με το εβραϊκό κράτος. Ο Σαντάτ υπέγραψε την ειρηνευτική συμφωνία του 1979 επειδή ήθελε να στρέψει τον στρατηγικό προσανατολισμό της Αιγύπτου από τη Σοβιετική Ένωση προς τις ΗΠΑ. Η ετήσια στρατιωτική βοήθεια ύψους 2 δισ. δολαρίων που συνεχίζει να λαμβάνει η Αίγυπτος από τις ΗΠΑ αποτελεί ευθέως προϊόν εκείνης της ειρήνης.

Τα Εμιράτα δεν χρειάζονται τα χρήματα της Αμερικής αλλά χρειάζονται τη συνεχιζόμενη ανάμειξή της στη Μέση Ανατολή. Το Ισραήλ αποτελεί την εγγύηση ότι η Αμερική θα βρίσκεται πάντα στην περιοχή και παρέχει στα ΗΑΕ μια πρόσβαση στο αμερικανικό Κογκρέσο, όπου εγκρίνονται οι συμφωνίες για όπλα και τα χρηματοδοτικά πακέτα.

Η απόφαση της κυβέρνησης Τραμπ να πουλήσει F-35 στα ΗΑΕ ήταν σημαντικός στόχος της ειρηνευτικής στρατηγικής των Εμιράτων προς το Ισραήλ. Τα προηγμένα αυτά πολεμικά αεροσκάφη  – τα οποία προς το παρόν διαθέτουν μόνο οι ΗΠΑ και το Ισραήλ – θα εξασφαλίσουν την ανάμειξη της Αμερικής στα ΗΑΕ και θα προσθέσουν ισχύ σε μια μικρή χώρα που έχει παγκόσμιες φιλοδοξίες και πολλούς εχθρούς.

Οι κυριότεροι από αυτούς είναι το Κατάρ και η Τουρκία. Και οι δύο χώρες υποστηρίζουν τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, το οποίο εξηγεί την σφοδρή αντίδραση του τούρκου προέδρου Ερντογάν στη συμφωνία ομαλοποίησης. Στη Λιβύη, τα ΗΑΕ πολεμούν μαζί με την Αίγυπτο και τη Ρωσία στο πλευρό του στρατηγού Χαλίφα Χάφταρ, ενώ η Τουρκία και το Κατάρ υποστηρίζουν τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Τρίπολης. Τα ΗΑΕ προσπαθούν επίσης να αναχαιτίσουν τις τουρκικές επιθέσεις κατά των κουρδικών δυνάμεων στη βόρεια Συρία.

Η ένταξη της συμφωνίας Ισραήλ – ΗΑΕ στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης προσπάθειας περιορισμού του Ιράν, όπως κάνουν οι κυβερνήσεις Νετανιάχου και Τραμπ, είναι ένας βολικός τρόπος για να γίνει η συμφωνία για τα F-35 πιο εύπεπτη στην αμερικανική κοινή γνώμη που είναι όλο και περισσότερο υπέρ του απομονωτισμού. Η αλήθεια είναι ότι τα ΗΑΕ ακολουθούν μια συνετή στρατηγική απέναντι στο Ιράν.

Ο Νετανιάχου όμως έχει δίκιο όταν λέει ότι οι Παλαιστίνιοι χάνουν το σημαντικότερο στρατηγικό τους πλεονέκτημα: το δικαίωμα βέτο στην αραβοϊσραηλινή ειρήνη. Το Μπαχρέιν ήδη ακολούθησε τα βήματα των ΗΑΕ και περισσότερες αραβικές χώρες είναι πιθανό να τα μιμηθούν. Η περιοχή αλλάζει και οι Άραβες αποδέχονται ότι το Ισραήλ είναι ένας νόμιμος στρατηγικός παίκτης της περιοχής. Η Παλαιστίνη, υποτίθεται το επίκεντρο των ανησυχιών της περιοχής, έχει γίνει ένα αναλώσιμο ζήτημα.

Οι Παλαιστίνιοι πρέπει να παραδεχτούν ότι ευθύνονται οι ίδιοι γι’ αυτή την κατάσταση λόγω του ότι συνεχώς απέρριπταν τις ειρηνευτικές προσπάθειες του παρελθόντος. Πώς μπόρεσαν να θεωρήσουν ότι τα αραβικά κράτη θα έβαζαν μονίμως ενέχυρα τα εθνικά τους συμφέροντα σε μια περιοχή που αλλάζει για να εκπληρώσουν τις απίθανες προσδοκίες της Παλαιστίνης; Δεν πρέπει τώρα να αλλάξουν στρατηγική, να πάψουν να «μποϊκοτάρουν» τις ΗΠΑ και να αναζητήσουν ένα ρεαλιστικό ειρηνευτικό σχέδιο με το Ισραήλ;

Ο κ. Shlomo Ben-Ami, πρώην υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ, είναι αντιπρόεδρος του Toledo International Center for Peace