Οι καλοκαιρινές διακοπές για τους περισσότερους τελείωσαν, τα παιδιά επέστρεψαν στα σχολικά θρανία, και έτσι καταργήθηκε η δυνατότητα των τουριστών, επιστρέφοντας από χώρες και περιοχές που θεωρούνται «επικίνδυνες« σύμφωνα με την ταξιδιωτική προειδοποίηση του υπουργείου Εσωτερικών, να κάνουν εθελοντικά δωρεάν τεστ για κορωνοϊό.
Μέχρι τώρα εντός 72 ωρών από την είσοδο στη χώρα, έπρεπε να κάνουν το τεστ. Όμως οι αρχές σε επίπεδο ομοσπονδίας, κρατιδίων και τοπικής αυτοδιοίκησης αποφάσισαν να μην στηρίξουν οικονομικά άλλο το μέτρο. Ένας από τους βασικούς λόγους ήταν ότι δεν θα πρέπει να επιβαρύνονται ακόμη περισσότερο οι υγειονομικές αρχές και ιδιαίτερα τα εργαστήρια.
Υπήρχαν προειδοποιήσεις
Ο κίνδυνος είναι περισσότερο από ορατός και φαίνεται καθαρά στα στοιχεία που συγκέντρωσε το Ινστιτούτο Ρόμπερτ Κοχ. Την τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου στάλθηκαν γύρω στα 580.000 επιχρίσματα στα εργαστήρια. Τελευταία δε, λόγω ακριβώς ότι γίνονταν δωρεάν στους τουρίστες από επικίνδυνες επιδημιολογικά χώρες, έφτασαν τα 1,1 εκ., ελάχιστα πιο κάτω από τα όρια των δυνατοτήτων τους, όπως αυτά ορίζονται από το διαθέσιμο προσωπικό και το υπάρχον υλικό. Είναι και ο λόγος που το Ινστιτούτο ήδη από τέλος Αυγούστου προειδοποιούσε για υπερφόρτωση των εργαστηρίων κορωνοϊού. Το μήνυμα ήταν σαφές. Όσα περισσότερα τεστ στέλνονται στα εργαστήρια, τόσο περισσότερο θα διαρκεί η διαδικασία επεξεργασίας. Κι αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια κατάσταση που οι υγειονομικές αρχές θα λάμβαναν μέτρα με καθυστέρηση. Με άλλα λόγια η σύσταση του Ινστιτούτου Ρόμπερτ Κοχ είναι ότι θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα ποια τεστ έχει νόημα να γίνουν.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τον περασμένο Ιούνιο ο υπουργός Υγείας Γενς Σπαν είχε πει ότι “πιο πολύ κοστίζει το να κάνουμε λιγότερα τεστ, από το να κάνουμε πολύ περισσότερα”. Ήδη από τότε 60 οικογενειακοί γιατροί σε επιστολή τους προς τον υπουργό Υγείας έκαναν σαφές ότι δεν ενθουσιάζονται από τα μαζικά τεστ, τον κατηγόρησαν μάλιστα για έλλειψη σχεδίου και ότι πριν αποφασίσει δεν ρώτησε κανένα. Ο φόβος των 60 γιατρών “ότι δεν θα μπορέσουμε να τα καταφέρουμε με τόσα τεστ”.
Γενς Σπαν: “Προσαρμόζουμε την στρατηγική μας”
Και φαίνεται να επιβεβαιώνονται. Στο εξής θα γίνονται δωρεάν τεστ βάσει προτεραιοτήτων, σε εκείνους, οι οποίοι έχουν αποχρώντα λόγο, δηλαδή εμφανίζουν συμπτώματα, ή λόγω τους επαγγέλματός τους, για παράδειγμα οι υγειονομικοί, επειδή εκτίθενται σε περισσότερους κινδύνους. Όσον αφορά Γερμανούς τουρίστες που επιστρέφουν από επικίνδυνες χώρες, στη συνάντηση της καγκελαρίου Μέρκελ με τους 16 τοπικούς πρωθυπουργούς τέλος Αυγούστου προέκυψε ότι από 1ης Οκτωβρίου θα επιβληθεί κατά πάσα πιθανότητα υποχρεωτική καραντίνα, η οποία θα μπορούσε να μειωθεί χρονικά μόνο με ένα τεστ, που θα πρέπει να γίνει το νωρίτερο πέντε ημέρες μετά την είσοδο του ταξιδιώτη στη Γερμανία. Πάντως ανεξαρτήτως από την υπερφόρτωση των εργαστηρίων το σχέδιο για δωρεάν τεστ κορωνοϊού σε επιστρέφοντες Γερμανούς, δεν στέφθηκε από καμιά ιδιαίτερη επιτυχία. Τουναντίον μάλιστα. Προκάλεσε ανασφάλεια, όπως δείχνουν τα μεγάλα προβλήματα στη Βαυαρία. Δεκάδες χιλιάδες τεστ δεν μπόρεσαν οι αρμόδιοι να τα συνδέσουν με ονοματεπώνυμα, εκ των οποίων τα 1000 ήταν επιπλέον θετικά. Με αποτέλεσμα ορισμένοι να μην μάθουν ποτέ ή με μεγάλη καθυστέρηση ότι είναι θετικοί στον ιό με ότι αυτό συνεπάγεται. Επίσης,παρατηρήθηκαν εικόνες τεράστιου χάους στους σταθμούς των τεστ.
Πέρα όμως από όλες αυτές τις εξελίξεις το ερώτημα παραμένει: έχουν στην πραγματικότητα νόημα τα μαζικά τεστ; Η ερώτηση είναι πολύ δύσκολο να απαντηθεί. Η εμπειρία με μια πρώτη ματιά έχει δείξει ότι το ποσοστό εντοπισμού με τεστ θετικών στον κορωνοϊό είναι πολύ μικρό. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Ρόμπερτ Κοχ μόνο ένας στους 100 που κάνουν το τεστ είναι στην πραγματικότητα θετικός. Στελέχη του Ινστιτούτου δεν θέλησαν να σχολιάσουν αυτήν την παράμετρο. Ο Γερμανός υπουργός Υγείας πάντως συνεχίζει να πιστεύει ότι η απόφαση για μαζική αύξηση των τεστ ήταν ορθή. “Η πανδημία μας αναγκάζει, να προσαρμόζουμε την στρατηγική μας συνεχώς αναλόγως της δυναμικότητας της κατάστασης. Για το διάστημα των διακοπών ήταν σωστό να τεστάρουμε όσο το δυνατόν περισσότερους ταξιδιώτες”. Και βέβαια, όπως όλα όσα αφορούν στρατηγικές και αποφάσεις σχετικά με την πανδημία, οριστική αξιολόγηση δεν μπορεί να γίνει ακόμη.
Ειρήνη Αναστασοπούλου/Tagesschau