«Οι εξαγγελίες του κ. Μητσοτάκη σχετικά με την Άμυνα της χώρας και το εξοπλιστικό πρόγραμμα των Ενόπλων Δυνάμεων, μόνο ανησυχία μπορούν να προκαλέσουν» τονίζουν σε κοινή δήλωσή τους οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Θ. Δρίτσας και Γ. Τσίπρας.
Αν και ο ίδιος έκανε αναφορά σε μια παλιότερη περίοδο «πολυέξοδων και όχι πάντοτε εύστοχων εξοπλιστικών αγορών», οι χθεσινές εξαγγελίες του από το Thessaloniki Helexpo Forum παραπέμπουν ακριβώς στις ίδιες πρακτικές, δηλαδή στην αναγγελία πολυέξοδων εξοπλιστικών προγραμμάτων, χωρίς προηγούμενο σχεδιασμό, τήρηση των προβλεπόμενων διαδικασιών και το σημαντικότερο, χωρίς αυστηρή ιεράρχηση προτεραιοτήτων.
«Η ενίσχυση της αποτρεπτικής ικανότητας της χώρας, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις δημοσιονομικές δυνατότητες, και κυρίως τις ανάγκες ενός μακροπρόθεσμου σχεδιασμού των Ενόπλων Δυνάμεων, αποτέλεσε ζήτημα πρώτης προτεραιότητας της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στο χώρο της Εθνικής Άμυνας. Με βάση ποιον ακριβώς στρατηγικό σχεδιασμό προχώρησε ο Πρωθυπουργός στις χθεσινές εξαγγελίες, όταν μάλιστα η Κυβέρνηση της Ν.Δ., αμέλησε και καθυστέρησε ένα χρόνο τώρα, να θέσει σε εφαρμογή τον υφιστάμενο μέχρι χθες σχεδιασμό της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα και για ζητήματα υψηλής προτεραιότητας των Ε.Δ.;
Φοβούμαστε, ότι το έλλειμμα στρατηγικής και σοβαρότητας με το οποίο η Κυβέρνηση Μητσοτάκη αντιμετωπίζει την κρίση στην ανατολική Μεσόγειο, χαρακτηρίζει και τον υποτιθέμενο «σχεδιασμό» για την αμυντική ενίσχυση της χώρας» αναφέρουν οι δύο βουλευτές για να προσθέσουν.
«Για τις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας, αυτό που απαιτείται στην παρούσα φάση, είναι η ενίσχυση της διαθεσιμότητας και αποτελεσματικότητας των υφιστάμενων οπλικών συστημάτων με στοχευμένες παρεμβάσεις και η στήριξη του ανθρώπινου δυναμικού τους, που επιτελεί επάξια το καθήκον του, σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Η μακροπρόθεσμη ενίσχυση της αποτρεπτικής ικανότητας της χώρας, δεν μπορεί να επηρεάσει την παρούσα κρίση με την γείτονα και ως εκ τούτου, δεν μπορεί η Κυβέρνηση να την χρησιμοποιεί ως άλλοθι για βιαστικές επιλογές πολυδάπανων εξοπλιστικών προγραμμάτων, που αφορούν το μέλλον, και που θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να ακολουθούν τις προβλεπόμενες διαδικασίες έγκρισης των θεσπισμένων οργάνων των Ε.Δ. και της Βουλής.
Στην παρούσα φάση, είναι εξαιρετικά σημαντικό για τις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας, να γνωρίζουν ότι υπάρχει η επιθυμητή εθνική συμπόρευση πάνω σε συγκεκριμένη στρατηγική διαχείρισης της τουρκικής επιθετικότητας. Το έλλειμμα μιας τέτοιας στρατηγικής από την πλευρά της Κυβέρνησης, δεν μπορεί να το υποκαταστήσει καμιά αμυντική ενίσχυση, μεσοπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη, όταν μάλιστα, η σκοπιμότητα της επιδίωξης άντλησης πολιτικής υπεραξίας από τη διαχείριση του κορυφαίου ζητήματος της Άμυνας της χώρας, όπως όλα δείχνουν, είναι το εμφανές κίνητρο του Πρωθυπουργού».