«Το ότι οι ΗΠΑ είχαν καταφέρει να αποτρέψουν στο παρελθόν έναν πόλεμο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας οφείλεται και στο γεγονός ότι αμφότερες χώρες αγόραζαν ως επί το πλείστον τον πολεμικό τους εξοπλισμό από τις ΗΠΑ. Επί δεκαετίες υπήρχε μάλιστα και ένα κλειδί βάσει του οποίου αμερικανικές κυβερνήσεις τροφοδοτούσαν τις δυο χώρες με στρατιωτικό εξοπλισμό καθοδηγώντας έτσι και τη χρήση των όπλων.
Και οι δυο χώρες απαλλάχθηκαν σε μεγάλο βαθμό από αυτή την »κηδεμονία» -φυσικά και λόγω αλλαγής της γεωπολιτικής κατάστασης- και μπορούν τώρα να προωθούν ασύστολα τα συμφέροντά τους. Η Τουρκία έχει αυξήσει προ πολλού μαζικά τον εξοπλισμό της ενώ με τη δική της αμυντική βιομηχανία έχει γίνει πιο »ανεξάρτητη» από τις παραλαβές του εξωτερικού. Η Ελλάδα που λόγω της οικονομικής κρίσης έμεινε πίσω, θέλει τώρα να αναπληρώσει το χαμένο έδαφος. Καθότι ο Μακρόν φάνηκε τόσο »αλληλέγγυος» στη σύγκρουση με την Τουρκία, η Αθήνα αγοράζει σε ένδειξη ευγνωμοσύνης μαχητικά αεροσκάφη και πολεμικά πλοία από τη Γαλλία. Η όλη κατάσταση δεν είναι απλώς άκρως επικίνδυνη. Ακόμη και χωρίς καταστροφικό πόλεμο για τους πολίτες και των δυο χωρών διότι τα χρήματα λείπουν από αλλού. Τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία η οικονομία είναι ισοπεδωμένη. Κατά το σύνθημα »ο εθνικισμός είναι το ψωμί των φτωχών» ο τούρκος πρόεδρος Ερντογάν και ο συντηρητικός έλληνα πρωθυπουργός πυροδοτούν όλο και περισσότερο την ένταση. Η ΕΕ απλώς παρακολουθεί και επιτρέπει στον Μακρόν να συν-πυροδοτεί αντί να κλείσει με αποφασιστικότητα το κενό που άφησε η αποχώρηση των ΗΠΑ. Φτάνεις στο σημείο σχεδόν να εύχεσαι να επιστρέψουν οι Αμερικανοί».
Κώστας Συμεωνίδης