Η σύγκρουση στην Ανατολική Μεσόγειο δεν είναι νέα. Η Αθήνα, η Αγκυρα και η Λευκωσία το γνωρίζουν καλά αυτό. Αρκεί κάποιος να γυρίσει τον χρόνο πίσω στην κρίση των Ιμίων του 1996, στην τουρκική στρατιωτική επέμβαση και στην κατοχή της βόρειας Κύπρου το 1974 ή στη συνταγματική κατάρρευση της διζωνικής, δικοινοτικής Κυπριακής Δημοκρατίας το 1963 για να θυμηθεί τα πιο εξέχοντα ορόσημα μιας σύγκρουσης που εναλλάσσεται μεταξύ ανοιχτής εχθρότητας και μερικής επανασυμφιλίωσης ήδη από την Ελληνική Ανεξαρτησία.
Το κόψιμο του «γόρδιου δεσμού» που βρίσκεται στον πυρήνα αυτής της τριγωνικής σύγκρουσης δεν ήταν ποτέ εύκολο. Σε διάφορες στιγμές των περασμένων δεκαετιών, τα μέρη πλησίασαν προς την ειρήνη. Η ελληνοτουρκική προσέγγιση του 1999, η οποία πυροδότησε έναν ενάρετο κύκλο στην ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας καθώς και την πιθανότητα ειρήνευσης στην Κύπρο μέσω του Σχεδίου Αναν το 2004, ήταν η τελευταία και πλέον αξιοσημείωτη τέτοια στιγμή. Από τότε η σύγκρουση έχει εμπεδωθεί στην Κύπρο, η ΕΕ γύρισε την πλάτη της στην Τουρκία, ενώ η Αγκυρα διολίσθησε προς τον αυταρχισμό. Αυτές οι εξελίξεις δεν είναι αποσυνδεδεμένες. Αποτελούν κομμάτι της ίδιας θλιβερής ιστορίας.
Αυτό όμως που καθιστά τα πράγματα απείρως χειρότερα σήμερα είναι ότι η σύγκρουση στην Ανατολική Μεσόγειο δεν περιορίζεται πλέον σε ένα τρίγωνο οι πλευρές του οποίου αντιπαρατίθενται γύρω από μείζονα ζητήματα κυριαρχίας, ταυτότητας και ασφάλειας. Δεν αφορά πλέον μόνο τον διαμοιρασμό της εξουσίας στην Κύπρο και την οριοθέτηση χωρικών υδάτων, εθνικών εναέριων χώρων, αποκλειστικών οικονομικών ζωνών και το καθεστώς ορισμένων νησίδων στο Αιγαίο.
Η σύγκρουση στην Ανατολική Μεσόγειο έχει μετατραπεί σε ένα δύσχρηστο πολύεδρο, στο οποίο οι διαφορές για θέματα κυριαρχίας και ταυτότητας έχουν πλέον περιπλακεί από άλλα, όπως η μετανάστευση και, κατά κύριο λόγο, η ενέργεια. Επιπλέον, η γεωγραφία της σύγκρουσης ενσωματώνει την Ευρώπη, τη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή.
Αυτό άρχισε όταν μια διαιρεμένη Κύπρος εντάχθηκε στην ΕΕ το 2004, καθιστώντας την τελευταία μέρος της σύγκρουσης. Επεκτάθηκε στη Βόρεια Αφρική και στη Μέση Ανατολή, όταν οι ανακαλύψεις φυσικού αερίου οδήγησαν την Ελλάδα, την Κύπρο, την Αίγυπτο, το Ισραήλ, την Παλαιστινιακή Αρχή, την Ιορδανία, την Ιταλία στη δημιουργία του Φόρουμ για το Αέριο στην Ανατολική Μεσόγειο (EMGF), βάζοντας στη γωνία την Τουρκία. Καθώς η Λιβύη και το διασυνδεδεμένο θέμα του πολιτικού Ισλάμ προστέθηκαν στο μείγμα, η σύγκρουση μεταμορφώθηκε σε μια περιφερειακή πυρκαγιά στην οποία προστέθηκαν η Γαλλία, η Ρωσία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) στην ομάδα των αντιπάλων της Τουρκίας. Η επίθεση του Χαφτάρ, υποστηριζόμενη από την Αίγυπτο, τα ΗΑΕ, τη Γαλλία και τη Ρωσία, αν και δεν βρήκε αντίσταση παρά μόνο στα λόγια, από τη διεθνή κοινότητα, οδήγησε την Αγκυρα στην ανάληψη στρατιωτικής δράσης προς υποστήριξη της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας (GNA) της Τρίπολης.
Μέσω της Λιβύης, η Τουρκία επανήλθε στο παιχνίδι, το οποίο επέστρεψε πλέον εκεί από όπου όλα ξεκίνησαν: κυριαρχία, ασφάλεια και ταυτότητα, στην Κύπρο και στο Αιγαίο. Μόνο που το παιχνίδι πλέον έχει γίνει απείρως πιο επικίνδυνο. Δεν περιλαμβάνει μόνο πολύ περισσότερους παίκτες, αλλά και ενεργειακές ανακαλύψεις που, μακριά από λειτουργούσες ως καταλύτες επανασυμφιλίωσης, έχουν αποκρυσταλλώσει μακρόχρονες διαφορές επί θεμάτων κυριαρχίας στην περιοχή. Και αυτό δεν είναι πουθενά πιο ξεκάθαρο παρά στις αμοιβαία ασύμβατες συμφωνίες αποκλειστικών οικονομικών ζωνών μεταξύ Τουρκίας και GNA, από τη μία πλευρά, και μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, από την άλλη.
Το σκληρό παιχνίδι στην Ανατολική Μεσόγειο δεν θα λειτουργήσει. Η ισορροπία δυνάμεων είναι τέτοια που καμία πλευρά δεν θα επικρατήσει. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ανεξαρτήτως της κυβέρνησης που βρίσκεται στην εξουσία, είναι απίθανο να επενδύσουν αξιοσημείωτο πολιτικό (πόσω μάλλον στρατιωτικό) κεφάλαιο για να διασφαλίσουν ότι θα συμβεί αυτό. Η Ρωσία είναι πολύ ευχαριστημένη βλέποντας μια σύγκρουση που σιγοβράζει και η οποία παράλληλα ανακόπτει το ενεργειακό δυναμικό της περιοχής, ενώ βάζει και μια βαθύτερη σφήνα στο ΝΑΤΟ. Ανεξαρτήτως δε των λόγων – ακόμα λιγότερο, των πράξεων – για έναν πιο δυναμικό ρόλο της ΕΕ, η Αγκυρα δεν πρόκειται να υποχωρήσει από τα στρατηγικά κέρδη της στη Λιβύη. Στην καλύτερη περίπτωση, μια σκληρή πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο μπορεί να παραγάγει ένα αμοιβαία επώδυνο αδιέξοδο που αποτρέπει μια απευθείας στρατιωτική αναμέτρηση. Στη χειρότερη, η επιπρόσθετη γεωγραφική και θεματική περιπλοκότητα της σύγκρουσης μπορεί να διολισθήσει ακούσια στη βία.
Το κλειδί δεν βρίσκεται στις Βρυξέλλες, στην Ουάσιγκτον, στο Παρίσι, ούτε στο Βερολίνο. Αντίθετα, βρίσκεται στην Αθήνα και στην Αγκυρα. Η «διπλωματία των σεισμών» του 1999 δεν ήταν καν εμφανής την περίοδο εκείνη και έλαβε χώρα χάρη στις πεφωτισμένες ηγεσίες και στις δύο πλευρές. Είναι το ίδιο πνεύμα που πρέπει να βρεθεί ξανά σήμερα. Καθώς ερευνητικά σκάφη και πολεμικά πλοία κινούνται στη θάλασσα, διακινδυνεύοντας συγκρούσεις και συρράξεις ανά πάσα στιγμή, η αναζωπύρωση εκείνου του πνεύματος μοιάζει σήμερα σαν κάποιος να ονειροπολεί. Ωστόσο, η αναμονή για κάποια έξωθεν μαγική λύση είναι πιο απίθανη. Η αναγνώριση αυτή της πραγματικότητας είναι το πρώτο σοβαρό βήμα προς μια ειλικρινή αποκλιμάκωση, ίσως δε και επανασυμφιλίωση, στην περιοχή.
Η κυρία Νάταλι Τότσι είναι η διευθύντρια του ιταλικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (ΙΑΙ), ειδική σύμβουλος του ύπατου εκπροσώπου της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική Ζοζέπ Μπορέλ.