Στις 2 Ιουλίου, 49χρονος καταδικάστηκε σε πενταετή φυλάκιση για ρατσιστικά εγκλήματα, όπως τον εμπρησμό των γραφείων της αφγανικής κοινότητας στην Αθήνα. Ο άντρας αυτός φέρεται ως ο αρχηγός της Κρυπτείας, οργάνωσης που εμφανίστηκε στη σκιά της νεοναζιστικής Χρυσής Αυγής και ευθύνεται για επιθέσεις εναντίον μεταναστών και αριστερών ακτιβιστών το 2017-2019.
Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα παρατηρείται αύξηση της βίας από μέλη της ΧΑ, αυξημένη ακροδεξιά εγρήγορση στα νησιά καθώς και οργανωμένη δεξιά μαχητικότητα λόγω του Μακεδονικού. Συνεπώς, η ακροδεξιά βία σαφώς συνεχίζει να αποτελεί πρόκληση στη σημερινή ελληνική κοινωνία.
Πρόσφατη μελέτη του Κέντρου Ερευνών για τον Εξτρεμισμό (C-REX) του Πανεπιστημίου του Οσλο δείχνει ότι η Ελλάδα βίωσε περισσότερη ακροδεξιά βία κατά κεφαλήν το 2016-2019 από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Δυτικής Ευρώπης. Αν και οι νεκροί από αυτές τις επιθέσεις είναι λίγοι, σημειώθηκαν 3,1 σοβαρά βίαια περιστατικά ανά εκατομμύριο κατοίκους στην Ελλάδα έναντι 1,3 στη Γερμανία, 0,7 στην Ιταλία και 0,6 στη Βρετανία.
Η μελέτη βασίζεται στη βάση δεδομένων RTV που έχει αναπτύξει το C-REX, η οποία καλύπτει όλες τις σοβαρές ακροδεξιές επιθέσεις στη Δυτική Ευρώπη από το 1990. Περιλαμβάνει όλες τις περιπτώσεις στις οποίες οι δράστες ήταν αποφασισμένοι να προκαλέσουν θανάσιμο ή σοβαρό τραυματισμό στα θύματα. Επειδή υπάρχουν πολλές λιγότερο σοβαρές επιθέσεις, η βάση δεδομένων καλύπτει μόνο την κορυφή του παγόβουνου. Είναι όμως συστηματική και μας επιτρέπει να συγκρίνουμε τα επίπεδα βίας ανά χρονική περίοδο και χώρα.
Σύμφωνα με τη μελέτη, στην Ελλάδα σημειώθηκαν τουλάχιστον 33 σοβαρές επιθέσεις το 2016-2019, οι περισσότερες στην Αθήνα ή σε γειτονικές περιοχές όπως τα Βίλια και ο Πειραιάς (17 στο σύνολο). Αρκετές βίαιες επιθέσεις πραγματοποιήθηκαν το 2018 και το 2019 στη Θεσσαλονίκη, στη Λέσβο και στη Μακεδονία.
Η φύση της ακροδεξιάς βίας στην Ελλάδα την τελευταία δεκαετία έχει μοναδικά χαρακτηριστικά: οι δράστες μοιάζουν με εκείνους σε άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης ενώ τα θύματα είναι παρόμοια με εκείνα στις βορειοευρωπαϊκές χώρες.
Στην Ελλάδα, η ακροδεξιά βία είναι πιο οργανωμένη και οι «μοναχικοί λύκοι» σπάνιοι. Επίσης είναι προμελετημένη και όχι αυθόρμητη (όπως για παράδειγμα στην Ισπανία). Με άλλα λόγια, η βία αποτελεί μέρος πολιτικής στρατηγικής. Η ύπαρξη της νεοναζιστικής ΧΑ αποτελεί τον παράγοντα-κλειδί. Αν και το κόμμα εκπροσωπήθηκε στη Βουλή το 2012-2019, δεν έπαψε ποτέ να λειτουργεί σαν κίνημα που χαρακτηρίζεται από τη βία. Μόνο το 2019 σημειώθηκαν τέσσερις σοβαρές επιθέσεις από οργανωμένες ομάδες, από τις οποίες οι τρεις διαπράχθηκαν από μέλη της ΧΑ.
Επιπλέον, έχουν κάνει την εμφάνισή τους και άλλα ακροδεξιά γκρουπούσκουλα, όπως οι Ανένταχτοι Μαιάνδριοι Εθνικιστές (ΑΜΕ)-Combat 18, Απέλλα και Κρυπτεία. Το 2016-2018 οι οργανώσεις αυτές ευθύνονται για τις εννέα από τις 25 καταγεγραμμένες επιθέσεις. Αλλά η δράση τους δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή χωρίς να εξετάσουμε τις στενές τους σχέσεις με τη ΧΑ. Στόχος τους είναι να ριζοσπαστικοποιήσουν τα μέλη της ΧΑ που είναι απογοητευμένα από τη δήθεν μετριοπαθή στροφή του κόμματος.
Αν δούμε τα θύματα της ακροδεξιάς βίας όμως, ο ακροδεξιός εξτρεμισμός στην Ελλάδα έχει πολύ περισσότερα κοινά με τη Βόρεια Ευρώπη παρά με τη Νότια. Στον Βορρά, οι εθνοτικές μειονότητες και οι μετανάστες αποτελούν κυρίως τα θύματα, ενώ στον Νότο στόχοι της ακροδεξιάς βίας είναι οι πολιτικοί αντίπαλοι γενικώς και οι αντιφασίστες ειδικότερα.
Αν και επιθέσεις σε πολιτικούς αντιπάλους σημειώνονται στην Ελλάδα, σχεδόν όλες οι σοβαρές επιθέσεις της τελευταίας δεκαετίας ήταν εναντίον μεταναστών και ιδίως προσφύγων – επτά από τις 10 επιθέσεις που καταγράφηκαν το 2019. Σε μια περίπτωση σε νησί του Ανατολικού Αιγαίου, αρκετές δεκάδες άτομα επιτέθηκαν σε προσφυγική δομή, κλωτσώντας τους διαμένοντες στο κεφάλι, ακόμη και παιδιά, και χτυπώντας τους με πυροσβεστήρα.
Η σύγχρονη ακροδεξιά βία στην Ελλάδα έχει επίσης το μοναδικό χαρακτηριστικό ότι σχετίζεται και με μια συνεχιζόμενη περιφερειακή διένεξη, παρόμοια με την Ισπανία όπου ακροδεξιοί εξτρεμιστές επιτίθενται σε καταλανούς αυτονομιστές. Στην Ελλάδα, αυτού του είδους η βία έγινε ιδιαιτέρως εμφανής στις διαδηλώσεις για το όνομα της Βόρειας Μακεδονίας το 2019 που οδήγησαν στον σχηματισμό ακροδεξιών οργανώσεων όπως η Ελληνική Σοσιαλιστική Αντίσταση και οι Πτολεμαίοι Μακεδόνες. Αντίθετα προς τη ρατσιστική βία που έχει ως στόχο μετανάστες, αυτού του είδους η βία στρέφεται κυρίως εναντίων πολιτικών και άλλων κρατικών λειτουργών.
Η μελέτη παρέχει τρία σημαντικά μαθήματα:
Πρώτον, όπως και σε άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης, η ακροδεξιά βία στην Ελλάδα σχετίζεται με έναν συνδυασμό κοινωνικο-οικονομικών παραγόντων, εθνικιστικής-απολυταρχικής κληρονομιάς και εκτεταμένης αριστερής αγωνιστικότητας και, στην περίπτωση της Ελλάδας, τρομοκρατίας.
Αλλά το γεγονός ότι τα περισσότερα θύματα ήταν μετανάστες δείχνει ότι και άλλοι παράγοντες παίζουν ρόλο. Στη Βόρεια Ευρώπη, η ακροδεξιά κινητοποιεί ακτιβιστές, ιδίως τους αποκαλούμενους «μοναχικούς λύκους», για να πραγματοποιήσουν βίαιες επιθέσεις. Η κατάσταση στην Ελλάδα διαφέρει λόγω της παρουσίας της ΧΑ αλλά είναι εμφανές ότι και η «προσφυγική κρίση» συνεχίζει να πυροδοτεί βίαιες αντιδράσεις.
Δεύτερον, ενώ η ακροδεξιά βία ήταν στο παρελθόν πιο διασκορπισμένη και σχετική με τον αποκαλούμενο «καθημερινό ρατσισμό», η άνοδος της ΧΑ την έκανε πιο οργανωμένη. Και όταν η ΧΑ έγινε λιγότερο δραστήρια, εμφανίστηκαν νέες οργανώσεις. Τώρα που η ΧΑ βρίσκεται εκτός Βουλής και η ελληνική αστυνομία αύξησε τις συλλήψεις, η οργανωμένη βία μοιάζει να έχει χάσει την ορμή της. Ενδεχομένως να δούμε μια άλλη διαδικασία ανασυγκρότησης της ελληνικής Ακροδεξιάς στην οποία η βία θα αποκεντρωθεί.
Τρίτον, ο ακροδεξιός εξτρεμισμός δεν έχει λάβει αρκετή προσοχή από τις ελληνικές αρχές και την αστυνομία, η οποία συχνά εμφανίζει ρατσιστική συμπεριφορά. Αυτό έχει αποθρασύνει οργανώσεις όπως τους ΑΜΕ που βιντεοσκοπούν και αναρτούν τις περισσότερες επιθέσεις τους – το μπλογκ και το προπαγανδιστικό τους υλικό παραμένουν αναρτημένα. Συχνά οι επιθέσεις πραγματοποιούνται στο φως της ημέρας, το οποίο δείχνει ότι οι δράστες αισθάνονται ασφαλείς. Εχει προ πολλού φθάσει ο καιρός να υιοθετήσει η Ελλάδα μια πιο ολοκληρωμένη και αποτελεσματική πολιτική, κοινωνική και νομική απάντηση στον ακροδεξιό εξτρεμισμό.
*Ο κ. Anders Ravik Jupskas είναι υποδιευθυντής του Κέντρου Ερευνών για τον Εξτρεμισμό (C-REX) του Πανεπιστημίου του Οσλο. Ο κ. Maik Fielitz είναι ερευνητής του Ινστιτούτου για τη Δημοκρατία και την Κοινωνία των Πολιτών (IDZ) στην Ιένα και ειδικός του RTV για την Ελλάδα.