ΤΑ ΝΕΑ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ παρουσιάζουν
τον κορυφαίο χιουμορίστα όλων των εποχών
ΝΙΚΟΣ ΤΣΙΦΟΡΟΣ
Ανατρεπτικό χιούμορ, σάτιρα και σαρκασμός στα διαχρονικά έργα του μοναδικού συγγραφέα!
Αυτή την εβδομάδα
Bιβλικά Χαμόγελα
Ο αξεπέραστος συγγραφέας περιγράφει με ασυγκράτητο καυστικό χιούμορ τις παραδοξότητες της Βίβλου.
Στο πλούσιο θεατρικό, συγγραφικό και κινηματογραφικό έργο του, ο Νίκος Τσιφόρος υπερασπίστηκε το «λούμπεν προλεταριάτο», διακωμώδησε τους νεόπλουτους της εποχής και αντιτάχθηκε στον δεσποτισμό ασκώντας ευφυέστατη κοινωνική κριτική.
Η διαχρονικότητα του έργου του Νίκου Τσιφόρου περιγράφεται εύστοχα στο βιβλίο του Νίκου Καμπάνη «Φροντιστήριο Ζωής από τον Νίκο Τσιφόρο»: «Διαχρονικός συγγραφέας ο Τσιφόρος, έγραψε με την ίδια άνεση για τα κουσούρια των «Σταυροφόρων» και για τις ανθρώπινες αδυναμίες των «Παιδιών της Πιάτσας». Βασικό του πιστεύω που βγαίνει έντονα μέσα από τα γραπτά του, είναι ότι οι άνθρωποι παραμένουν ίδιοι στο πέρασμα των αιώνων. Αλλάζουν μόνο κοστούμια, όπλα και γλώσσες επικοινωνίας. Κατά τα άλλα γεννιούνται με προβλήματα, μεγαλώνουν με περισσότερα προβλήματα και πεθαίνουν με ακόμα πιο πολλά προβλήματα, αφού στο μεταξύ έχουν ερωτευθεί μία, δύο, τρεις, δέκα φορές, έχουν βοηθήσει στη διαιώνιση του ανθρώπινου γένους, έχουν πει εκατοντάδες ψέματα και έχουν αντιληφθεί ακόμα περισσότερες πικρές αλήθειες».
Ακόμη
Το μακροβιότερο αλφαβητάρι στην ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης:
«Αλφαβητάριον»
Από τους Γιαννέλη, Σακκά και εικονογράφηση του Κώστα Γραμματόπουλου.
Το βιβλίο που μεγάλωσε δύο γενιές Ελλήνων και έγινε η πνευματική βάση για την ανασυγκρότηση του τόπου.
Σε μία πολυτελή σκληρόδετη έκδοση
Το «Αλφαβητάριον» κυκλοφόρησε επί 23 χρόνια (1955-1978), σε 16 εκδόσεις, κι ωστόσο σήμερα είναι δύσκολο να βρεθεί αντίτυπό του. Το αναγνωστικό αυτό, εκτός όλων των άλλων, αποτελεί αναμνηστικό μιας ολόκληρης εποχής. Παράλληλα, όμως, χρησιμοποιήθηκε στην τάξη επί είκοσι χρόνια και προσδιόρισε τον τρόπο προσέγγισης της γλώσσας καθώς και την εκμάθηση της ανάγνωσης από πλήθος μικρούς μαθητές. Το δε εντυπωσιακό γεγονός ότι το περιεχόμενό του δεν άλλαξε στα χρόνια της διδασκαλίας του, παρά τις μεγάλες πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές, φανερώνει την αποδοχή του ακόμη και όταν άλλαζε η εφαρμοζόμενη εκπαιδευτική πολιτική.
Το «Αλφαβητάριον» του Ι. Κ. Γιαννέλη και του Γ. Σακκά, με εικονογράφηση του Κώστα Π. Γραμματόπουλου −που διδάχτηκε στα σχολεία από το 1955 έως το 1978, ξεκινά με «εικόνες προφορικής διδασκαλίας», για την πρώτη εξοικείωση των παιδιών με το βιβλίο, ακολουθεί το «Μέρος πρώτον», όπου τα παιδιά μαθαίνουν τους φθόγγους και αρχίζουν, σταδιακά, να διαβάζουν σύντομα κείμενα, έπειτα ακολουθούν τα γράμματα, η «Αλφα-Βήτα», και αμέσως μετά παρατίθεται το «Μέρος δεύτερον», με πιο εκτεταμένα κείμενα μεν, με σύντομες ωστόσο σε κάθε περίπτωση προτάσεις.
Πρωταγωνιστές του, τους οποίους παρακολουθούμε στη διάρκεια μιας χρονιάς, είναι η Αννα, ο Μίμης, η Eλλη και, ασφαλώς, η μικρότερη Λόλα, που ζουν με τους γονείς τους και με τη γιαγιά. Δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι οι συγγραφείς του βιβλίου αγνόησαν τη σύσταση του υπουργείου, σύμφωνα με την οποία τα σχολικά αναγνωστικά οφείλουν να φροντίζουν την εθνική, θρησκευτική, οικογενειακή και ηθική μόρφωση. Ωστόσο, κατάφεραν να αποφύγουν τον απλοϊκό ηθικοδιδακτικό χαρακτήρα και τις εθνικοπατριωτικές υπερβολές των αναγνωστικών των άλλων τάξεων, και έδωσαν εικόνες ζωής οικείες στα παιδιά.
Σημαντικό μερίδιο της επιτυχίας του συγκεκριμένου «Αλφαβηταρίου», οφείλεται ασφαλώς στον Κώστα Π. Γραμματόπουλο −που διαδέχτηκε τον Γιάννη Κεφαλληνό στην έδρα Χαρακτικής στη Σχολή Καλών Τεχνών. Οι φιγούρες είναι λες και έχουν κολληθεί πάνω στις σελίδες, οι κινήσεις τους θυμίζουν χαρακτηριστικά μοτίβα του λαϊκού θεάτρου, ενώ πρόθεση του εικονογράφου ήταν το βιβλίο να μοιάζει με παιδικό παιχνίδι. Και μολονότι κανένα πρόσωπο δεν είχε χρώμα, η Αννα, ο Μίμης, η Έλλη και η Λόλα ζωντάνεψαν στη φαντασία των μικρών μαθητών και αγαπήθηκαν ακόμη και τις εποχές που πλέον οι μαθητές ζούσαν σε μια κοινωνική πραγματικότητα πολύ διαφορετική από εκείνη που περιέγραφε το αλφαβητάρι του 1955.
Στη μετεμφυλιακή Ελλάδα του 1950, η χώρα επιχειρεί να αντιμετωπίσει τις πληγές της και να προχωρήσει στην ανόρθωσή της. Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα εμφάνιζε, μοιραία, συμπτώματα διάλυσης· τα σχολεία λειτουργούσαν μάλλον ως χώροι φύλαξης και προστασίας των παιδιών παρά ως εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Μετά τις περιπετειώδεις εκλογές του 1950, δημιουργείται κυβέρνηση των κεντρώων κομμάτων υπό τον Νικόλαο Πλαστήρα. Την άνοιξη του 1952 καταβάλλεται μια προσπάθεια εκσυγχρονιστικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, το οποίο όμως εγκαταλείφθηκε καθώς τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου ξαναγίνονται εκλογές· νικητής αναδεικνύεται ο Αλέξανδρος Παπάγος και σχηματίζει την πρώτη σταθερή μονοκομματική κυβέρνηση στη μεταπολεμική Ελλάδα. Η παράταξη κυβέρνησε έκτοτε τη χώρα επί 11 χρόνια, αρχικά ως «Ελληνικός Συναγερμός» κι έπειτα με το διάδοχο σχήμα, την ΕΡΕ υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, η οποία και θα κερδίσει στις βουλευτικές εκλογές στις 19.2.1956 και στις 11.5.1958.
Τον Ιούνιο του 1953, το υπουργείο Παιδείας προκήρυξε διαγωνισμό «προς συγγραφήν αναγνωστικών βιβλίων πασών των τάξεων της στοιχειώδους εκπαιδεύσεως». Τα αναγνωστικά έπρεπε να αποσκοπούν: «(εις) την εθνικήν, θρησκευτικήν, οικογενειακήν και ηθικήν μόρφωσιν». Kαι για «να πραγματοποιηθώσι» οι σκοποί αυτοί χρειάζονταν κείμενα με «φρονηματιστικό» περιεχόμενο.
Τον Ιανουάριο του 1955, αφότου τα καινούργια αναγνωστικά του δημοτικού βρίσκονται πλέον στα χέρια δασκάλων και μαθητών, ο Αλέξανδρος Δελμούζος ασκεί δριμύτατη κριτική ως προς το «γλωσσικό κατασκεύασμα» που εμφανίζεται στα σχολικά αναγνωστικά, που ως αποτέλεσμα έχει μια υβριδική γλώσσα. Ετσι, σύμφωνα με τον πρωτοπόρο παιδαγωγό, «ο μελλοντικός απόφοιτος του Δημοτικού δε θα κατέχη πραγματικά κανένα γλωσσικό όργανο, που να υπηρετεί τις ανάγκες της ατομικής και κοινωνικής του ζωής».
Εκτός, όμως, από τη γλωσσική αξιολόγηση των καινούργιων αναγνωστικών του 1955, ο Αλέξανδρος Δελμούζος ασκεί, εξίσου αποκαθηλωτική κριτική και ως προς το ύφος των κειμένων, καθώς έχουν «τόνο γλυκερό και επίμονη ηθικολογία με άμεσο ηθικό δίδαγμα, με παιδάκια μαριονέτες σωστές».
Αναφέρεται σε όλα τα αναγνωστικά του 1955 ο Δελμούζος; Κι όμως, όχι. Εξαιρεί, έκπληκτος, το «Αλφαβητάριον» των Ι. Κ. Γιαννέλη-Γ. Σακκά: «Μέσα σ’ όλη τη σειρά των αναγνωστικών δεν μπορώ να καταλάβω πώς χώρεσε το Αλφαβητάρι, ένα βιβλίο ολότελα ξένο προς το πνεύμα τους, η πιο ζωντανή άρνηση και διαμαρτυρία στις γλωσσικές οδηγίες του Υπουργείου», καθώς είναι γραμμένο σε «στρωτή δημοτική γλώσσα», ενώ «σε πολλά θυμίζει τον “Ηλιο” της παλιάς Συντακτικής Επιτροπής». Επρόκειτο για μεγάλη αναγνώριση εκ μέρους του Δελμούζου, ο οποίος άλλωστε ήταν ένα από τα μέλη της Συντακτικής Επιτροπής που δημιούργησε το θρυλικό «Αλφαβητάρι με τον Ηλιο» (1919) στο πλαίσιο της βενιζελικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης.
Σε μια εποχή όπου τα αναγνωστικά γίνονται «καθρέφτης της τρομερής κρίσης που περνούν οι δομές και επομένως οι αξίες στην ελληνική κοινωνία της δεκαετίας 1950-1960», κι ενώ κυριαρχούν συνθήκες χειραγώγησης και ελέγχου των μαθητών, το «Αλφαβητάριον» της πρώτης δημοτικού −που λες και κατάφερε να περάσει αθέατο από τα «ραντάρ» του υπουργείου Παιδείας− είναι ελκυστικό στα παιδιά καθώς είναι προσαρμοσμένο στην εμπειρία και στα ενδιαφέροντα των μαθητών ηλικίας 6-7 ετών. Το γεγονός ότι πρωταγωνιστούν παιδιά και ότι παρουσιάζει «σε όλο το βιβλίο τα ίδια πρόσωπα, μέσα σε πολύ απλά επεισόδια ή μικρές ιστορίες που ακολουθούν η μία την άλλη με φυσικό τρόπο, δυναμώνουν το ενδιαφέρον των μαθητών για το βιβλίο και την ανάγνωση».