Μπορεί, άραγε, η Επιστήμη να βρει πολύτιμο σύμμαχο στην Τέχνη εν όψει της επείγουσας ανάγκης σύναψης ενός νέου «συμβολαίου» με τη Φύση; Είναι η πανδημία που ταλαιπωρεί ολόκληρο τον πλανήτη αντιπροσωπευτική έκφραση της περιόδου του Ανθρωποκαίνου, στην οποία έγκριτοι επιστήμονες θεωρούν ότι ζούμε; Πρόκειται, άραγε, για το αποκορύφωμα ή μήπως είμαστε ακόμη στην αρχή των δεινών; Πώς θα οδηγηθούμε από τη θεωρία στη δράση για τη δημιουργία ενός βιώσιμου πολιτισμού; Συνοψίζοντας τα παραπάνω, ο Φρανκ Ράντατς υποστηρίζει την ανάγκη μιας ολιστικής προσέγγισης στην προσπάθεια του ανθρώπου να ζήσει ειρηνικά με τον πλανήτη. Δραματουργός, σκηνοθέτης, καθηγητής στο ιστορικό Humboldt, το παλαιότερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, συνεργάτης του Χάινερ Μίλερ αλλά και του αείμνηστου Γιάννη Κουνέλλη, έχει επισκεφθεί επανειλημμένως την Ελλάδα στο παρελθόν. Εξηγεί το πώς η συνύπαρξη επί σκηνής ηθοποιών και επιστημόνων οδηγεί στη δημιουργία ενός νέου, «υβριδικού» κοινού, χαράζει αισιόδοξες προοπτικές για το μέλλον και καταλήγει στη βελτίωση της ποιότητας της ίδιας της Δημοκρατίας. Παράλληλα, δηλώνει την πεποίθησή του πως το αρχαίο ελληνικό δράμα θα αποτελέσει την «καρδιά» του θεάτρου του μέλλοντος.
Τελικά ζούμε στην εποχή του Ανθρωποκαίνου;
«Θεωρώ ότι ακόμη κι αν υπήρχε μια αμφιβολία πριν από μερικούς μήνες, η πανδημία που ταλαιπωρεί αυτόν τον καιρό τόσο σκληρά ολόκληρη την υφήλιο την έχει πλέον εξαλείψει. Τι είναι η Ανθρωπόκαινος; Η γεωλογική περίοδος η οποία ορίζεται από την επέμβαση, κατά κανόνα αρνητική, του ανθρώπου στον πλανήτη. Επισήμως, σύμφωνα με τους γεωλόγους, ζούμε ακόμη στην περίοδο του Ολοκαίνου, η οποία ξεκινά ακριβώς μετά την τελευταία μεγάλη Εποχή των Παγετώνων και επομένως αναφέρεται στα 12.000, περίπου, χρόνια σταθερού κλίματος, στη διάρκεια των οποίων αναπτύχθηκε ο ανθρώπινος πολιτισμός. Ωστόσο, πληθαίνουν οι επιστημονικές φωνές που θεωρούν μια τέτοια άποψη ξεπερασμένη. Κατά τη γνώμη μου, όλο αυτό που ζούμε σήμερα είναι το προοίμιο των όσων μπορούν να επακολουθήσουν και μάλιστα με μεγαλύτερη συχνότητα και ένταση. Ακόμη και αν η τρέχουσα πανδημία μάς αφυπνίσει, δεν ξέρω αν είμαστε πλέον σε θέση να αποτρέψουμε ορισμένες καταστάσεις που μοιάζουν ήδη δρομολογημένες. Αυτή τη στιγμή πληρώνουμε τον τρόπο που φερθήκαμε στη Φύση, στη χλωρίδα και στην πανίδα, τη δεκαετία του ’80…»
Ποιο είναι, αλήθεια, το σημείο καμπής; Πότε αρχίζει η νέα περίοδος;
«Γι’ αυτό έχει γίνει μεγάλη συζήτηση στην επιστημονική κοινότητα και έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις και διαφωνίες. Ορισμένοι τοποθετούν την έναρξη της εποχής του Ανθρωποκαίνου στις απαρχές της Βιομηχανικής Επανάστασης, τον 19ο αιώνα. Κάποιοι άλλοι στην έκρηξη της πρώτης ατομικής βόμβας το 1945, στις δοκιμές που ακολούθησαν τη δεκαετία του ’50 ή στη Συνθήκη για τη μερική παύση των πυρηνικών δοκιμών το 1963. Υπάρχουν, όμως, κι αυτοί που θεωρούν ότι η έναρξή της έχει να κάνει με μια σειρά παράγοντες οι οποίοι βρίσκονται σε αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Από το 1873 κιόλας ο ιταλός γεωλόγος Αντόνιο Στροπάνι είχε αναγνωρίσει την αυξανόμενη ισχύ και επίδραση του ανθρώπινου παράγοντα στα οικοσυστήματα και είχε κάνει λόγο για μια «ανθρωποζωική περίοδο»».
Και μετά;
«Παρότι προφανώς είναι κατανοητό σε εσάς τους Ελληνες, θα πρέπει να πω ότι ο όρος προέρχεται από την ένωση δύο δικών σας λέξεων: άνθρωπος και καινός, πρόσφατος. Ο όρος αποδίδεται, αρχικά, στον αμερικανό βιολόγο Γιουτζίν Στέρμερ και χρησιμοποιήθηκε ανεπισήμως στα μέσα της δεκαετίας του ’70 και αργότερα, το ’80. Ωστόσο, αυτός που τον επανανακάλυψε, τον έκανε ευρύτερα γνωστό και τον «στερέωσε» θα έλεγα, ήταν ο Πολ Κρούτζεν, ο ολλανδός νομπελίστας χημικός της ατμόσφαιρας. Αυτός πριν από 20 χρόνια, στη διάρκεια ενός γεωλογικού συνεδρίου, άκουσε κάποιον ομιλητή να αναφέρεται στο Ολόκαινο και σκέφτηκε ότι κάτι τέτοιο ήταν λάθος, ο κόσμος είχε πλέον αλλάξει πολύ. «Ζούμε στο Ανθρωπόκαινο» είπε τότε. Ο ίδιος έχει δηλώσει ότι ο όρος τού ήρθε εκείνη την ώρα, ξαφνικά. Ολοι σοκαρίστηκαν αλλά φαίνεται πως ο σπόρος έπιασε. Επαιξε βέβαια ρόλο το γεγονός ότι οι συνθήκες ήταν πλέον ώριμες. Είχαμε ήδη μπει και στην εποχή της ταχύτατης διάδοσης της πληροφορίας μέσω του Διαδικτύου».
Κι αυτό με ποιον τρόπο επηρέασε;
«Το Ανθρωπόκαινο υπογραμμίζει ότι η σχέση μας με τη Φύση έχει πλέον μετατοπιστεί καθοριστικά, με την έννοια ότι τοπικές δραστηριότητες από τη μία πλευρά έχουν πλέον παγκόσμια επίδραση, την ίδια στιγμή που παγκόσμιες εξελίξεις προκαλούν απειλητικές αλλαγές στο τοπικό κλίμα και στην τοπική βιοποικιλότητα. Η ταχεία κλιματική αλλαγή, ο κίνδυνος εξαφάνισης χιλιάδων ειδών απειλούν την ευημερία του ανθρώπου με δεδομένη, μάλιστα, την έλλειψη επαρκούς διαχείρισης των περιορισμένων πηγών που απομένουν».
Ωστόσο, για να επιστρέψουμε στην πανδημία, όλοι μιλούν για επιστροφή στην κανονικότητα, βιάζονται να ξαναγυρίσουν σε αυτήν. Τι σημαίνει για εσάς αυτή η φράση;
«Νομίζω ότι είναι απλώς ένα σχήμα λόγου. Εννοούμε ότι θέλουμε να αγκαλιάσουμε και πάλι τους αγαπημένους μας, να βγούμε στους δρόμους χωρίς κίνδυνο, να δούμε το σπορ που προτιμούμε άφοβα στο γήπεδο, να γεμίσουμε και πάλι τα θέατρα, να πάμε διακοπές ξέγνοιαστοι… Οπως τα καταφέραμε όμως, αυτό έχει κόστος, πόνο. Θεωρώ πάντως ότι ευτυχώς πολλοί είναι αυτοί που είδαν την πανδημία ως ένα καμπανάκι για την αλλαγή της σχέσης μας με τη Φύση, με τον πλανήτη. Μιλώντας σε πολιτικό επίπεδο, βλέπουμε τον προσανατολισμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης στην Πράσινη Συμφωνία με σκοπό την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας ως το 2050. Στη Γερμανία δεν υπάρχει πλέον καμία ενίσχυση στην αυτοκινητοβιομηχανία παρά μόνο στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Ολα αυτά δεν θα γίνονταν αν η κοινωνία δεν ήταν έτοιμη να τα δεχθεί. Πολύ περισσότερο απ’ αυτό: αν δεν ήταν αίτημα της ίδιας της κοινωνίας. Η πολιτική ακολουθεί αυτό που ζητεί ο πολίτης. Πλέον υπάρχει μια κινητικότητα, σε αντίθεση με τα προηγούμενα 30 χρόνια που τα νερά ήταν λιμνάζοντα. Τώρα κάτι γίνεται και μάλιστα κάτι δυναμικό. Ο κόσμος βγαίνει στους δρόμους για το περιβάλλον, για το κλίμα. Και χαίρομαι γιατί όλο αυτό ξεκινά από τους νέους».
Αναφέρεστε σε κάτι συγκεκριμένο;
«Στα διάφορα κινήματα που αναπτύσσονται αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη. Στις «Παρασκευές για το Μέλλον», για παράδειγμα, με την Γκρέτα Τούνμπεργκ, τις μαθητικές απεργίες με αίτημα την ανάληψη δράσης για την αποτροπή της περαιτέρω υπερθέρμανσης του πλανήτη και της κλιματικής αλλαγής. Μια εντυπωσιακή πρωτοβουλία η οποία κατόρθωσε να αφυπνίσει συνειδήσεις. Προκειμένου να υποστηριχθεί η ορθότητα του κινήματος, στη Γερμανία περισσότεροι από 20.000 επιστήμονες από τη χώρα μου αλλά και από την Αυστρία και την Ελβετία ίδρυσαν την ομάδα «Επιστήμονες για το Μέλλον». Μπορώ επίσης να αναφέρω το «Extinction Rebellion» που ξεκίνησε στη Βρετανία, είναι κάπως πιο ριζοσπαστικό και διαδηλώνει για την κλιματική αλλαγή, την απώλεια της βιοποικιλότητας, την οικολογική κατάρρευση και κατ’ επέκταση τον κίνδυνο της εξαφάνισης του ίδιου του ανθρώπινου είδους. Το σύμβολό τους είναι μια κλεψύδρα που λειτουργεί ως προειδοποίηση του πόσο σημαντικός είναι ο χρόνος για πολλά είδη του ζωικού και φυτικού βασιλείου. Ολα αυτά μαρτυρούν ότι υπάρχει αυξανόμενη ευαισθητοποίηση. Οι νέοι ενημερώνονται, δρουν, η επιστημονική κοινότητα ευαισθητοποιείται».
Η Τέχνη; Το θέατρο, για παράδειγμα, μπορεί να παίξει κάποιον ρόλο;
«Tην εποχή που εργαζόμουν ως δραματουργός στο Berliner Ensemble διοργανώσαμε ένα συμπόσιο με θέμα την ευθύνη των επιστημόνων στην κοινωνία. Ως τότε δεν μπορώ να πω ότι είχα κάποια ιδιαίτερη σχέση με την Επιστήμη και εννοώ τη θετική κατεύθυνση και ό,τι έχει να κάνει με οικολογία, χημεία, γεωλογία, βιολογία. Ηρθαν όμως και μας ζήτησαν βοήθεια. Μας είπαν «Εχουμε τη γνώση, την αλήθεια, τις ιδέες, αλλά κανείς δεν μας ακούει…». Ηταν μια έκπληξη για εμένα που οδήγησε σταδιακά στην ανάπτυξη μιας σχέσης η οποία μοιάζει να έχει πολλές προοπτικές με άξονα το Θέατρο του Ανθρωποκαίνου».
Μιλήστε μας λίγο περισσότερο για αυτό. Τι ακριβώς είναι;
«Η ιδέα έχει αντληθεί από τη θεμελιώδη σύγκρουση του ανθρώπου με τη Φύση την περίοδο του Ανθρωποκαίνου και αποσκοπεί να συνεισφέρει σε μια εντατική συνεργασία και στην ανάπτυξη ενός δικτύου καλλιτεχνών, επιστημόνων, αρχιτεκτόνων, ειδικών στον δημόσιο χώρο και της κοινωνίας των πολιτών διά μέσου της σκηνής αλλά και αστικών παρεμβάσεων. Πρόκειται για μια σύλληψη που βασίζεται στην άποψη του πρώσου πανεπιστήμονα Αλεξάντερ φον Χούμπολτ, ο οποίος υποστήριζε ότι μόνο μια ουσιώδης ένωση ανάμεσα στον άνθρωπο και στη Φύση, χτισμένη στη γνώση και στην εμπειρία, στην ενσυναίσθηση αλλά και στο συναίσθημα, μπορεί να αποτελέσει τη βάση ενός βιώσιμου Πολιτισμού. Αυτό που προσπαθούμε είναι να συνδυάσουμε αυτά τα διαφορετικά στοιχεία σε μια «διαπλεκόμενη», ας πούμε, αισθητική και σε διευρυμένο επίπεδο δημιουργώντας γεγονότα όπου ο θεατής μπορεί να ζήσει και να αισθανθεί τη λειτουργία και την ευθραυστότητα της οικόσφαιράς μας, τη διάδρασή μας με αυτήν αλλά και τις συνέπειες των πράξεών μας».
Πώς γίνεται αυτό πρακτικά; Μπορείτε να μας δώσετε ένα παράδειγμα;
«Μπορώ να αναφερθώ στο έργο που επρόκειτο να παρουσιάσουμε την περασμένη άνοιξη αλλά η καραντίνα μάς υποχρέωσε σε αναβολή. Για τον προσεχή Οκτώβριο, λοιπόν, ετοιμάζουμε το «Ρέκβιεμ για ένα δάσος» που περιλαμβάνει αποσπάσματα από εμβληματικά έργα όπως το «Επος του Γκιλγκαμές» αλλά και κείμενα σύγχρονων φιλοσόφων, επιστημόνων και ακαδημαϊκών οι οποίοι ασχολούνται με θέματα τα οποία έχουν να κάνουν με το περιβάλλον, τη φύση, τη λειτουργία του δάσους – σύμβολο εμβληματικό, ως γνωστόν, σε πολλούς αρχαίους πολιτισμούς. Τη σκηνή θα μοιραστούν επαγγελματίες ηθοποιοί αλλά και επιστήμονες, οι οποίοι χρησιμοποιούν το μέσο αυτό για να επικοινωνήσουν τις αλήθειες του γνωστικού τους πεδίου. Αξίζει να πω ότι μέρος του συλλογικού αυτού εγχειρήματος είναι και ο χώρος που θα παρουσιαστεί. Δεν πρόκειται για συμβατικό θέατρο αλλά για το Θέατρο Κτηνιατρικής Ανατομίας στην Πανεπιστημιούπολη του Χούμπολτ, το παλαιότερο εν λειτουργία ακαδημαϊκό οίκημα. Μιλάμε για έναν μοναδικής ομορφιάς χώρο που σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα της Πύλης του Βρανδεμβούργου και τα τελευταία χρόνια λειτουργεί με χαρακτήρα εργαστηρίου και σε συνεργασία με μουσεία, πανεπιστημιακά ιδρύματα και άλλου είδους φορείς οι οποίοι προωθούν τον συνδυασμό της επιστημονικής προσέγγισης με την τέχνη και το ντιζάιν. Εχει ενδιαφέρον ότι όλα αυτά παρουσιάζονται σε «διάδραση», μπορεί να πει κανείς, με τη μόνιμη έκθεση που λειτουργεί εκεί και περιλαμβάνει μια αντιπροσωπευτική επιλογή αντικειμένων μέσα από τα 200 χρόνια της ιστορίας του κτιρίου».
Πού απευθύνεται ένα τέτοιο, πειραματικού χαρακτήρα εγχείρημα;
«Εύκολα θα μπορούσα να πω ότι απευθύνεται στις νεαρές ηλικίες με σκοπό να τις ευαισθητοποιήσει σε περιβαλλοντικά θέματα. Αυτό όμως είναι το πρώτο επίπεδο. Επί της ουσίας απευθύνεται σε ένα νέου τύπου κοινό. Για να είμαι ακριβής, δημιουργεί ένα νέου τύπου κοινό. Ενα κοινό που προέρχεται τόσο από τον χώρο της Επιστήμης όσο και από τον χώρο της Τέχνης. Ανθρώπους με διαφορετικές εμπειρίες, διαφορετικούς κώδικες, διαφορετικές συμπεριφορές, οι οποίες εν προκειμένω τέμνονται με το βλέμμα στο μέλλον. Μετά τις παραστάσεις συνήθως διοργανώνουμε συζητήσεις και οι ερωτήσεις που λαμβάνουμε από τον κόσμο της Επιστήμης είναι πολύ διαφορετικές από αυτές που καταθέτουν οι άνθρωποι της Τέχνης. Αυτή είναι μια εξαιρετικά δημιουργική διαδικασία, η οποία εκπλήσσει όλους μας και ανοίγει νέους δρόμους. Αντιλαμβανόμαστε την ανάγκη μιας ολιστικής προσέγγισης. Εδώ και αρκετά χρόνια έχουμε καταλάβει ότι η σχέση μας με τη Φύση δεν αφορά μόνο την οικολογία αλλά και τη χημεία, τη βιολογία, τη γεωλογία. Αργότερα συνειδητοποιήσαμε τη συνεισφορά των κοινωνικών επιστημών, των ανθρωπιστικών σπουδών στην κατανόηση αυτής της τόσο σύνθετης σχέσης. Πλέον βλέπουμε ότι όλα αυτά γίνονται πιο προσβάσιμα με την «ομπρέλα» της Τέχνης».
«Το αρχαίο δράμα ανήκει όσο τίποτα στο θέατρο του μέλλοντος»
Μιλάτε για τη σκηνή, για συζητήσεις… Τι γίνεται με τη δράση όμως; Είναι, άραγε, αυτή μια διαδικασία η οποία οδηγεί προς τα εκεί; Πολλοί θέλουν να έχουν την πληροφορία αλλά πόσοι είναι διατεθειμένοι να πράξουν;
«Η θεατρική διαδικασία είναι το πρώτο βήμα για κάτι τέτοιο. Για να το πω πιο σωστά, είναι απαραίτητος κρίκος προς την αναγκαία μετεξέλιξη σε μια οικολογικά βιώσιμη κοινωνία. Η ανάπτυξη και οι πρακτικές αυτού που αποκαλούμε “πολιτιστικές τεχνικές αλλαγής” εν προκειμένω πραγματοποιούνται τόσο μέσω των πολλαπλών συμβολικών δυνατοτήτων του θεάτρου όσο και μέσα από αστικές δράσεις και κοινωνικές πρωτοβουλίες. Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι οι σημερινές γενιές είναι περισσότερο από ποτέ υπεύθυνες για τη ζωή και το περιβάλλον που θα ζήσουν οι επόμενες, και σε αυτή την κατεύθυνση το θέατρο μπορεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο στην επαναθεώρηση του τρέχοντος συστήματος αξιών αλλά και στη βελτίωση της ίδιας της ποιότητας της Δημοκρατίας μέσα από διαδικασίες συν-δημιουργίας μιας βιώσιμης προσέγγισης της Φύσης που πλέον ζητεί επιτακτικά να ακουστεί η φωνή της».
Ποιες είναι οι προοπτικές για το μέλλον;
«Ο ίδιος ο ρόλος του θεάτρου είναι να συζητεί τα θέματα του μέλλοντος, να αφουγκράζεται την καρδιά της κοινωνίας. Πολύ περισσότερο σήμερα, σε μια εποχή διχογνωμιών και σύγκρουσης. Είπα προηγουμένως ότι το να μάθουμε να ζούμε συμφιλιωμένοι με τη Φύση έχει πόνο. Αυτό μας διδάσκει η αρχαία ελληνική σκέψη. Γι’ αυτό θεωρώ ότι το αρχαίο δράμα ανήκει όσο τίποτα στο θέατρο του μέλλοντος. Η διονυσιακή προσέγγιση, η βακχική σχέση με τη Φύση και η Επιστήμη είναι το δίπτυχο που αποτελεί οδηγό μας για την “επόμενη ημέρα”».