Εξήγηση : Η ιστορία αιώνων δεν είναι δυνατόν να μπει ολοκληρωμένα σε άρθρο εφημερίδας, παρά μόνο λίαν περιληπτικά !!
– Οι Τούρκοι, ο κακός δαίμονας των Ελλήνων, οι οποίοι είναι δήθεν γείτονες και σύμμαχοι μας στο ΝΑΤΟ από το 1952, δεν έχουν φιλότιμο και μπέσα ,δε σέβονται κανέναν και καθημερινά μας απειλούν ποικιλοτρόπως, ζητώντας από εμάς να καθίσουμε στο τραπέζι των συνομιλιών, με το πιστόλι στον κρόταφο, όταν από χέρι δεν αναγνωρίζουν διεθνείς συνθήκες και διεθνές δίκαιο. Πέραν τούτου παρουσιάζονται προς κάθε κατεύθυνση ως, ριγμένοι και αδικημένοι. Γι’ αυτό ζητούν τα δίκαιά τους. Ποια δίκαια όμως ; Υπάρχουν ;
Η γιαγιά μου, η Μικρασιάτισσα, έλεγε σ’ αυτές τις περιπτώσεις : «αντί να τρίζει ο αραμπάς, τρίζουν τα κατρακύλια» .
Οι Τούρκοι ζουν στον κόσμο τους και είναι έντεχνα εντελώς ιστορικά αστοιχείωτοι , αφού μιλούν για τα νόμιμα δικαιώματά τους. Αλλά ας πάμε λίγο στα γεγονότα της ιστορίας, για να δούμε ποιος έχει και ποιος δεν έχει δικαίωμα να ομιλεί .
Οι Αχαιοί – οι Δωριείς κι οι ανακατατάξεις στον ελλαδικό χώρο
Κατά την κάθοδο των λαών από τον βορρά ( 2.000 – 1.200 π.Χρ.) εμφανίζονται αρχικά οι Αχαιοί, που αναπτύχθηκαν πρώτα στη Θεσσαλία και αργότερα επεκτάθηκαν στην Πελοπόννησο και την Κύπρο. Αργότερα έρχονται κι οι Δωριείς. Αυτό συμβαίνει λίγο πριν από το τέλος της μυκηναϊκής εποχής ή όπως αναφέρεται προ των τρωικών πολέμων. Συνέπεια αυτών των γεγονότων επέρχονται μεταναστεύσεις των γηγενών Ιώνων, Πελασγών, Λέλεγων, Κάρων, Αίμονων, Καύκωνων, κ.α., στα Μικρασιατικά παράλια, που θεωρούνταν πολιτιστικά πιο αναπτυγμένοι.
Ήδη από το 1.125 π.Χ. οι διαφορές, που είχαν δημιουργηθεί στο διάστημα της μυκηναϊκής κυριαρχίας μεταξύ των ελληνικών κοινωνιών, που άλλες αποτελούσαν μέρος του μυκηναϊκού πολιτισμού και άλλες όχι, ξεπεράσθηκαν. Ο υπάρχων μυκηναϊκός πολιτισμός παρακμάζει προοδευτικά, γιατί νέοι πληθυσμοί μεταναστεύουν από το βορά προς το νότο και οι παλαιοί απομακρύνονται από τους, έως τότε, τόπους διοίκησης και λατρείας τους.
Σ’ αυτήν την περίοδο το ανθρώπινο πρότυπο είναι του ήρωα (εξ ου ηρωϊκή εποχή) όπου ισχύει η ρήση «αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων», που αναφέρει και ο Όμηρος .
Με την επικράτηση των Δωριέων στην ηπειρωτική Ελλάδα, αλλά και νωρίτερα οι γηγενείς κάτοικοι της Ελλάδας μεταναστεύουν κύρια στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας, την Ιωνία , και ιδρύουν τις πάμπολλες αποικίες — πόλεις, όπως Έφεσο, Πέργαμο, Μίλητο, Λάρισα , Αμαξιτό ,(Ιωνική δωδεκάπολις). Στα πλαίσια αυτά ο ηγέτης των Μεγαρέων, Βύζας, με μια ομάδα συμπατριωτών του,
μετανάστευσαν, περίπου στις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. , στην Ιωνία , όπου στο Βόσπορο έχτισαν τη δική τους πόλη, τη Χαλκηδόνα, η οποία όμως αργότερα, προς τιμή του Βύζα , ονομάσθηκε «Βυζάντιο».
Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία Με το «Έδικτο των Μεδιολάνων» (313 μ.Χ.), ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος εξέδωσε το διάταγμα της ανοχής των θρησκειών, που νομιμοποίησε πλήρως το Χριστιανισμό σ’ όλη τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία . Το 324 μ.Χ. ο ίδιος αυτοκράτορας καθιστά την πόλη του Βυζαντίου στο Βόσπορο, σε πρωτεύουσα του ανατολικού Imperium Romanum. Η αυτοκρατορία επέζησε έως τις 29 Μαΐου του 1453, δηλαδή 1.123 ολόκληρα χρόνια ( Ι.Ε.Ε., τομ. Ζ΄ , σ. 6). Από τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία λοιπόν προέκυψε/δημιουργήθηκε το «Εκχριστιανισμένο Ρωμαϊκό Κράτος της Ανατολής», που είχε ως σκοπό να ξαναδώσει το μεγαλείο στην παρηκμασμένη , κραταιά κάποτε Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Όμως κατά την περίοδο της δυναστείας του αυτοκράτορα Ηρακλείου, το Βυζάντιο μεταμορφώθηκε στην «Εξελληνισμένη αυτοκρατορία της χριστιανικής Ανατολής» και ιδιαίτερα μάλιστα από το 1204, που κατελήφθη η Κωνσταντινούπολη από τους Σταυροφόρους, μετονομάσθηκε σε «Ελληνική Βυζαντινή Αυτοκρατορία» (Ι.Ε.Ε., τομ. Ζ΄ , σ. 5). Από τότε και μέχρι την άλωσή της από τους Τούρκους, αναβίωσε έντονα το πολιτιστικό παρελθόν του ελληνικού έθνους, καθώς και ο νεοελληνικός πατριωτισμός, που οδήγησαν στην απελευθέρωση και αποκατάσταση της νεώτερης Ελλάδας κατά το 19ο αιώνα μ.Χ. ( N. H. Baynes & L.B. Moss, 2004, p. 84). Κατά την περίοδο του αυτοκράτορα Ιουστινιανού (11/5/482 – 14/11/565 μ. Χ. ), που στο μεταξύ είχαν περάσει δυο αιώνες περίπου, από την έναρξη της βυζαντινής αυτοκρατορίας, υπήρξε ραγδαίος εξελληνισμός του κράτους. Η ελληνική άρχισε να αντικαθιστά σε όλους τους τομείς τη λατινική γλώσσα: τον 4ο αιων. αναγνωρίζονταν έγκυρες οι διαθήκες που ήταν γραμμένες στα ελληνικά, τον 5ο αιων. άρχισαν να γράφονται στα ελληνικά κι οι δικαστικές αποφάσεις και τον 6ο αιων. η ελληνική γλώσσα κυριάρχησε και στη νομοθεσία. Είναι αυτονόητο όμως ότι ο εξελληνισμός αυτός αφορά το επίσημο κράτος, γιατί στα γράμματα και στην παιδεία η επικράτηση του ελληνικού πολιτισμού ήταν πλέον πολύ νωρίτερα πραγματικότητα.
Στα θέματα του Χριστιανισμού και γενικά της θρησκείας, καθώς και της παιδείας η επικράτηση του ελληνικού πνεύματος, ήταν απόλυτη.
Το ελληνικό στοιχείο αποκτούσε επίγνωση του εαυτού του και της καταγωγής του και ταυτίζονταν ολοένα και περισσότερο με το κράτος, που σιγά-σιγά έγινε αμιγώς ελληνικό, όχι μόνο στη γλώσσα και τον πολιτισμό αλλά και στη συνείδηση. Άλλωστε, είναι γεγονός αναγνωρισμένο ότι σε όλους αυτούς τους διαφορετικούς λαούς είχε αποτυπωθεί η σφραγίδα του ελληνισμού: Η εκκλησιαστική τους γλώσσα ήταν η ελληνική, όπως ελληνική επίσης ήταν η γλώσσα του εμπορίου και των διεθνών συναλλαγών. Μεγάλα κέντρα του ελληνισμού ήταν η Κωνσταντινούπολη, η Αλεξάνδρεια, η Αντιόχεια, η Έφεσος, η Θεσσαλονίκη, που ενίσχυαν και μετέδιδαν συνεχώς τη λάμψη του ελληνικού πνεύματος. Τους συνεκτικούς δεσμούς του κράτους που σφυρηλατούσε η ελληνική πνευματική ακτινοβολία ενίσχυσε κι άλλος ένας σημαντικός παράγοντας: η Ορθοδοξία , όπως αυτή καθιερώθηκε μετά το σχίσμα της Ανατολικής με τη Δυτική. Το Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος κληρονόμησε εδάφη που απλώνονταν από την Αίγυπτο, τη Συρία, την Αρμενία, μέχρι τον ποταμό Δούναβη και τις ακτές της Ισπανίας. Υπό την πίεση δεκάδων επιδρομέων η αυτοκρατορία συρρικνώθηκε σε κτήσεις οι οποίες παραδοσιακά και από αρχαιοτάτων χρόνων κατοικούνταν από Έλληνες, όπως ήταν η Μικρά Ασία, ο Πόντος, η Ρωμυλία, η Θράκη, η Μακεδονία, η Ήπειρος, τα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου, η Κύπρος, η Κάτω Ιταλία κι η Πελοπόννησος. Τον τελευταίο αιώνα, υπό τον ασφυκτικό κλοιό των Τούρκων, το Βυζάντιο περιορίστηκε στα όρια της Κωνσταντινουπόλεως, στο Μυστρά και την Τραπεζούντα, μέχρι και την πτώση του, στις 29 Μαΐου 1453.
Οι Τούρκοι
Ο τουρκικός λαός είναι μια ομάδα από 40 έθνη, που ζουν κύρια στην κεντρική Ασία και ειδικότερα στο Τουρκμενιστάν, που αποτελούσε αρχικά μέρος του βασιλείου των Αχαιμενίδων και αργότερα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ως νομάδες, ( 539 – 329 π. Χρ.), οι οποίες μετακινούνταν διαρκώς. Όμως δεν είναι ακόμη ξεκαθαρισμένο, αν οι ρίζες αυτών των ανθρώπων βρίσκονται στην Κίνα ή την Περσία.
Το πρώτο βασίλειο των Τούρκων περιελάμβανε την περιοχή μεταξύ των κινέζικων συνόρων, της σημερινής Μογγολίας και της Κασπίας θάλασσας. Όμως η επιρροή του απλωνόταν έως τη λίμνη της Βαϊκάλης και της Κασπίας θάλασσας.
Ήδη αυτήν την περίοδο οι Τούρκοι επιτίθενται και παρενοχλούν τις ανατολικές επαρχίες της Βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Στην πορεία των αιώνων οι Τούρκοι άλλοτε κυριαρχούν στις περιοχές της κεντρικής Ασίας (βασίλειο των Γκέτουρκεν) και άλλοτε αποτελούν μέρος των διαφόρων ηγεμονιών που δημιουργούνται εκεί.
Από το 657 μ.Χρ. οι τουρκικές ορδές εντάσσονται ως προτεκτοράτο στο κινέζικό κράτος, αλλά σύντομα επαναστατούν και σχηματίζουν την ηγεμονία της δεύτερης τουρκικής Καγκανάτ (683 μ.Χρ.).
Τον 10ο αιώνα μ. Χ. κέντρο των Ογούζων ήταν η πόλη Τζαντ στον κάτω ρου του Σιρ-Νταριά. Ανάμεσα στο 956 και το 1000 οι δύο κυριότεροι ηγέτες των Ογούζων, ο Σελτζούκ (γενάρχης των Σελτζούκων Τούρκων) και ο Yabghu ασπάστηκαν το Ισλάμ
Οι Σελτζούκοι το 1040 συνέτριψαν στην μάχη του Νταντανκάν τους ιρανόφωνους Γασνεβίδες και εισήλθαν αρχικά στο Τουρκεστάν και έπειτα στην Περσία. Έτσι, αναπόφευκτα συγκρούστηκαν με το Βυζάντιο καθώς προσπάθησαν να εισχωρήσουν στη Β. Συρία και στη Μ. Ασία.
Οι Ούζοι (Uz), αναφέρονται για πρώτη φορά από τον Κωνσταντίνο Ζ’ τον Πορφυρογέννητο, ως σύμμαχοι του Βυζαντίου. Ωστόσο, μεταξύ 1050 – 1065, έκαναν επιδρομές στα εδάφη της αυτοκρατορίας, δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα στους κατοίκους της .
Τελευταία αναφορά στους Ούζους, γίνεται κατά τη μάχη του Μαντζικέρτ (1071), όπου ήταν μισθοφόροι στον στρατό του Ρωμανού Δ’ Διογένη. Τελικά μαζί με τους Πατζινάκους προσχώρησαν στον στρατό του Αλπ Αρσλάν
Οι Καραχανίδες (τουρκικά Karahakilar, Karahanidler) ή Ιλέκ – Χανίδες (τουρκικά Ilekhanlilar), υπήρξαν μία από τις παλαιότερες τουρκόφωνες μουσουλμανικές δυναστείες της Ασίας.
Κατά τον C. Cahen, στο έργο του «Pre – Ottoman», αποτέλεσαν τον «πρώτο αυθεντικό τουρκομουσουλμανικό πολιτικό σχηματισμό». Γύρω στο 960, ασπάστηκαν το ορθόδοξο Ισλάμ (σουνισμό) από σουφιστές (μυστικιστές) ιεραπόστολους του Κορανίου
Οι Σελτζούκοι Τούρκοι
Οι Τούρκοι Σελτζούκοι ή Σελτζουκίδες (τουρκικά Selcuklular), υπήρξαν μαζί με τους επιγόνους τους Οθωμανούς, που κι αυτοί ανήκαν στην ογουζική συνομοσπονδία, κυρίαρχοι στον χώρο της Εγγύς Ανατολής. Σταδιακά η κυριαρχία τους επεκτάθηκε σε τρεις ηπείρους (Ασία, Βόρεια Αφρική, ΝΑ Ευρώπη).
Οι Σελτζούκοι του Rum (Ικονίου) (1080/81 – 1307), έγιναν υποτελείς των Ιλχανίδων Μογγόλων της Περσίας από το 1243. Από αυτούς, μόνο το α’ τμήμα των Μεγάλων Σελτζούκων και οι Σελτζούκοι του Ρουμ ήρθαν σε απευθείας επαφές με τους Βυζαντινούς (11ος – 13ος αι.).
Οι Οθωμανοί
Στα τέλη του 13ου αιώνα, Τούρκοι γαζήδες («ιεροί πολέμαρχοι του ισλαμικού τζιχάντ»), εκμεταλλευόμενοι την κατάρρευση του βυζαντινού αμυντικού συστήματος στη Μικρά Ασία , ιδρύουν μια σειρά από τουρκομανικά χανάτα στο δυτικό τμήμα της.
Το οθωμανικό κρατίδιο, ιδρύθηκε κατά το τρίτο τέταρτο του 13ου αιώνα στη σελτζουκική μεθόριο με το Βυζάντιο, στην περιοχή του Σογκούτ, βορειοδυτικά του Δορύλαιου (Εσκί Σεχίρ). Δημιουργίθηκε από ένα γένος της ογουζικής φυλής Καγί, το οποίο αργότερα αποκλήθηκε «οθωμανικό» από το όνομα του ηγεμόνα του Γαζή Οσμάν (ή Οθομάν, 1281-1326).
Οι πρόγονοι των Οθωμανών ήταν ένα από τα νέα τουρκομανικά γένη, που είχαν εισβάλλει στην Αρμενία και έπειτα στη Μικρά Ασία, κατά τον 13ο αιώνα, ξεφεύγοντας από τη μογγολική εισβολή.
Η οθωμανική ιστορία αρχίζει με τον Οσμάν που έγινε ηγεμόνας της φυλής του το 1281. Το 1289 κατέλαβε το Δορύλαιο και το έκανε πρωτεύουσά του
Ο Οσμάν συγκέντρωσε Τούρκους πολεμιστές από όλη τη Μικρά Ασία καθώς και Βυζαντινούς, εχθρούς των Παλαιολόγων, οι οποίοι εξισλαμίστηκαν σταδιακά.
Αυτό το «σύνολο», ονομάστηκε «Οθωμανοί».
Το οθωμανικό κρατίδιο, ενισχυόταν συνεχώς από μουσουλμάνους πολεμιστές οι οποίοι ερχόταν στα εδάφη του από διάφορα μέρη. Υπήρχε γι’ αυτούς η προοπτική του διαρκούς «ιερού πολέμου» και η απόσπαση λαφύρων και γαιών από το γειτονικό Βυζάντιο.
Η οθωμανική ιστορία αρχίζει με τον Οσμάν που έγινε ηγεμόνας της φυλής του το 1281. Το 1289 κατέλαβε το Δορύλαιο και το έκανε πρωτεύουσά του
Ο Οσμάν συγκέντρωσε Τούρκους πολεμιστές από όλη τη Μικρά Ασία καθώς και Βυζαντινούς, εχθρούς των Παλαιολόγων, οι οποίοι εξισλαμίστηκαν σταδιακά.
Αυτό το «σύνολο», ονομάστηκε «Οθωμανοί».
Το οθωμανικό κρατίδιο, ενισχυόταν συνεχώς από μουσουλμάνους πολεμιστές οι οποίοι ερχόταν στα εδάφη του από διάφορα μέρη. Υπήρχε γι’ αυτούς η προοπτική του διαρκούς «ιερού πολέμου» και η απόσπαση λαφύρων και γαιών από το γειτονικό Βυζάντιο.
Οι Τουρκομάνοι και ο ρόλος τους στην κατάληψη της Μικράς Ασίας από τους Οθωμανούς
Οι Τουρκομάνοι (τουρκικά Turkmenler), ήταν ανθεκτικοί στις κακουχίες και σκληροτράχηλοι νομάδες πολεμιστές, που συνόδευαν τους Σελτζούκους στις εισβολές τους στα βυζαντινά εδάφη (11ος – 13ος αι.).
Ο Θεόδωρος Σκουταριώτης, γράφει χαρακτηριστικά στη «Σύνοψιν Χρονικήν» (13ος αι.), για τις επιδρομές στα χρόνια του Μιχαήλ Ζ’ Δούκα(1071-1078).
«Την εποχή της βασιλείας του ηγεμόνα αυτού όλος σχεδόν ο θαλάσσιος και ο χερσαίος κόσμος κατελήφθη από τους άθεους βάρβαρους (δηλ. τους Σελτζούκους και τους Τουρκομάνους) και καταποντίστηκε, μένοντας απογυμνωμένος από τους κατοίκους του, αφού όλοι οι Χριστιανοί σφάχτηκαν, ενώ οι εγκαταστάσεις και τα σπίτια με τις εκκλησίες σε όλες τις επαρχίες της Ανατολής (Μικράς Ασίας), λεηλατήθηκαν και καταστράφηκαν εντελώς, μέχρις εκμηδενισμού…».
Το 1302, έπεσε η Πέργαμος. Το 1304, καταλήφθηκαν η Έφεσος, τα Θύραια και το Πυργί(ον). Μια μικρή ανάσα πήρε η βυζαντινή αυτοκρατορία, από τις επιτυχίες των Καταλανών μισθοφόρων εναντίον των Οθωμανών. Η δολοφονία όμως του αρχηγού των Καταλανών Ροζέ ντε Φλορ, στοίχισε πολύ ακριβά στο Βυζάντιο.
Το 1326 έπεσε η Προύσα, το 1331 η Νίκαια και το 1337 η Νικομήδεια.
Ο Ταμερλάνος το 1402, στη μάχη του Τσουμπούκ – Οβασί, κοντά στην Άγκυρα, διέλυσε τους Οθωμανούς του Βαγιαζήτ. Τότε κάποιοι πίστεψαν ότι η οθωμανική αυτοκρατορία «έσβησε», οριστικά και αμετάκλητα.
Σύντομα όμως, από το 1415 περίπου, οι Οθωμανοί με επικεφαλής τον Μωάμεθ Α’, ανασυντάχθηκαν.
Στα χρόνια του Μουράτ Β’, το κράτος τους επεκτάθηκε. Κορυφαία στιγμή βέβαια για τους Οθωμανούς, ήταν η άλωση της Κωνσταντινούπολης στις 29 Μαΐου 1453 από τον Μωάμεθ τον Πορθητή.
Οι Οθωμανοί κατάφεραν στην πάροδο του χρόνου να καταλάβουν όλες τις επαρχίες του ελληνικού Βυζαντίου, όπως την ελληνική Μικρά Ασία και να κυριαρχήσουν για κάποιους αιώνες στα Βαλκάνια, όπου όμως είχαν να αντιμετωπίσουν πάντοτε την αντίσταση των γηγενών Χριστιανών, γιατί αυτοί ήταν άπιστοι Μωαμεθανοί. Παντού θεωρήθηκαν , ως ξένοι και γι’ αυτό ελλείψη πολιτισμού , κυριάρχησαν με σφαγές και εκκαθαρίσεις. Οι σφαγές κι ο θάνατος ήταν η μοναδική πολιτική που ήξεραν .
Το τέλος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας
Με την πάροδο του χρόνου η Οθωμανική Αυτοκρατορία συρρικνώνεται , όπου στο τέλος του 1918 με το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου διαλύεται παντελώς. Αλλά κατά τη διάρκεια του πολέμου, οι Νεότουρκοι βλέποντας την πλήρη κατάρρευσή τους , πλασάρουν το σύνθημα «η Τουρκία στους Τούρκους» , ώστε αρχίζουν να σφάζουν μαζικά. Εξολοθρεύουν 1,5 εκατομμύριο Αρμένιους, 450 χιλιάδες Έλληνες Ποντίους και πολλές άλλες χιλιάδες, μη Μουσουλμάνους , που ζουν στην απομείνασα αυτοκρατορία. Γι’ αυτούς χρησιμοποιούνται τα «Αμελέ Ταμπουρού», που είναι στρατόπεδα αναγκαστικής σκληρής και απάνθρωπης εργασίας.
Με τη λήξη του μεγάλου πολέμου, οι σύμμαχοι της Αντάνταντ (Άγγλοι, Γάλλοι, Ιταλοί) καταλαμβάνουν την Κωνσταντινούπολη και διοικούν τις κατεληφθείσες περιοχές. Όμως, λόγω ασυνεννοησίας μεταξύ τους ,προτείνουν στον Ελ. Βενιζέλο να στείλει στρατεύματα στη Σμύρνη, προκειμένου να διατηρήσει την τάξη στη Μικρά Ασία, όπου κοντά στα άλλα ζουν 2 εκατομμύρια γηγενείς Έλληνες, απόγονοι των μεταναστών Ιώνων του 800 π.Χρ. Το Μάϊο του 1919 τα ελληνικά στρατεύματα εισέρχονται στη Σμύρνη. Λίγο νωρίτερα ο ελληνικός στρατός γνωστοποιεί στους συμμάχους, ότι προτίθεται να καταλάβει την Κωνσταντινούπολη. Αλλά αυτοί απαντούν ότι σε αυτήν την περίπτωση θα αποβιβαστούν στην Πελοπόννησο.
Προς το τέλος του 1920 ο Ελ. Βενιζέλος διαπράττει το σφάλμα και προκηρύσσει βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα, τις οποίες κερδίζει η παράταξη των φιλοβασιλικών. Αυτοί μόλις καταλαμβάνουν την εξουσία αλλάζουν την ηγεσία του στρατεύματος, εγκαθιστώντας τον Χατζηανέστη αρχιστράτηγο, ο οποίος αμέσως ετοιμάζεται να μπει την Κωνσταντινούπολη. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση εξαγγέλλει και την επιστροφή του βασιλιά Κωνσταντίνου από το εξωτερικό. Οι σύμμαχοι είναι σφόδρα αντίθετοι τόσο για τη μια, όσο και την άλλη ενέργεια, ώστε γνωρίζουν στην ελληνική κυβέρνηση, πως μια τέτοια κίνηση, θα είχε συνέπειες για την Ελλάδα. Ο Χατζηανέστης δεν προχωρά, αλλά ο βασιλιάς επιστρέφει μεγαλοπρεπώς στην πατρίδα.
Ακολουθεί η διένεξη του ελληνικού στρατού με το ανασυγκροτηθέν κράτος του Μουσταφά Κεμάλ, όπου διεξάγονται σκληρές μάχες. Ο ελληνικός στρατός καταδιώκει τους Τούρκους με σκοπό να καταλάβει την Άγκυρα και να διαλύσει το νεοσύστατο κράτος, αλλά κυνηγώντας τους Τούρκους φθάνει στο Σαγγάριο ποταμό, τον οποίον δεν διαπερνά, γιατί αρχίζει ο χειμώνας κι οι δρόμοι προς την Άγκυρα, που απέχει μόνο 40 χιλιόμετρα, είναι δύσβατοι, ενώ τα μέσα του ελληνικού στρατού μισοαχρηστεμένα. Έτσι στρατοπεδεύει ένθεν του ποταμού, περιμένοντας την άνοιξη, που θα έχουν φτιάξει ο δρόμοι .
Όμως ο Κεμάλ, αναγνωρίζει τη Σοβιετική Ένωση , ως κράτος, η οποία τον εφοδιάζει ποικιλοτρόπως. Αλλά το ίδιο κάνουν κι οι σύμμαχοί μας, που βλέπουν να δημιουργούνται γι’ αυτούς μεγάλες ευκαιρίες εμπορίου με το δημιουργουμένου σχήμα, ώστε ενισχύουν τον Μ. Κεμάλ.
Συνέπεια όλων αυτών των σφαλμάτων της ελληνικής πλευράς, είναι η Μικρασιατική καταστροφή και η έλευση 2 εκατομμυρίων προσφύγων στην Ελλάδα.
Συμπεράσματα
Ας μας πουν λοιπόν οι γείτονές μας, πού βρίσκουν τα δίκια τους, όταν όλο αυτό που λένε σήμερα Τουρκία είναι ελληνική γη , για χιλιετηρίδες ολόκληρες.
Όποια εδάφη κατέχουν αυτοί σήμερα, είναι προϊόν ιμπεριαλιστικής αρπαγής. Τα δικά τους εδάφη βρίσκονται στο Τουρκμενιστάν και πουθενά αλλού.
Η τσαρική Ρωσία στο πέρασμα του χρόνου είχε καταλάβει πολλά περιβάλλοντα αυτήν κράτη, τα οποία ενσωματώθηκαν στη Σοβιετική Ένωση. Αλλά όταν το 1991 διαλύθηκε η Σ. Ένωση , 15 κράτη – έθνη βρήκαν πάλι την ελευθερία τους και την ανεξαρτησία τους