Sir δεν πρέπει μόνο να είσαι (δηλαδή να σε αποκαλούν), αλλά και να φαίνεσαι – με την έννοια τουλάχιστον του άνδρα-υπόδειγμα, του κυρίου με «κάπα» κεφαλαίο που δίνει με την παρουσία του και με τις συμπεριφορές του μαθήματα καλής αγωγής και αξιοπρέπειας. Ο Αλεν Στάνφορντ μπορεί να κατείχε τον τίτλο του Sir, αλλά τελικά αποδείχθηκε πολύ κατώτερος των περιστάσεων. Εδώ που τα λέμε, και ο εν λόγω τίτλος με τον οποίο του άρεσε να συνοδεύουν το όνομά του, δεν του είχε απονεμηθεί π.χ. από τη βασίλισσα Ελισάβετ αυτοπροσώπως, αλλά από την κυβέρνηση της Αντίγκουα και Μπαρμπούντα, της χώρας που τον θεωρούσε κορυφαίο υποστηρικτή της όταν εκείνος τη χρησιμοποιούσε ως βάση των ύποπτων (και αξιοκατάκριτων όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια) οικονομικών δραστηριοτήτων του. Οι οποίες δραστηριότητες τον έστειλαν στη φυλακή. Ο πολυεκατομμυριούχος με την αξιοζήλευτη ζωή που σε μερικές ημέρες έχασε τα πάντα, εκτίει πλέον ποινή κάθειρξης 110 ετών! Και φιγουράρει τώρα στις πρώτες θέσεις της ντροπιαστικής λίστας με τους κροίσους που είδαν τις αυτοκρατορίες τους και την αξιοπρέπειά τους να καταρρέουν, μαζί με τον Αϊκε Μπατίστα, τον Τζόρνταν Μπέλφορτ και τον Αλ Γκολντστάιν. Αυτή είναι η ιστορία του.
Το χτίσιμο μιας αυτοκρατορίας
Γεννημένος το 1950 στη Μέξια, μια μικρή πόλη του Τέξας, γιος ενός πρώην δημάρχου της και μιας νοσοκόμας, ο Αλεν Στάνφορντ είδε στα εννέα του χρόνια τους γονείς του να χωρίζουν. Μαζί με τον αδελφό του πήγαν να ζήσουν με τη μητέρα τους. Το 1974 αποφοίτησε από το Baylor University του Γουέικο με πτυχίο στα οικονομικά. Αν και ήταν κληρονόμος της διόλου ευκαταφρόνητης περιουσίας που είχε δημιουργήσει ο παππούς του την εποχή της Μεγάλης Υφεσης, ο Αλεν Στάνφορντ είχε τις δικές του φιλοδοξίες, ήθελε να ανοίξει μόνος τα φτερά του. Τις επιχειρηματικές δραστηριότητές του τις εγκαινίασε ανοίγοντας ένα γυμναστήριο για bodybuilders, το οποίο όμως δεν πήγε καλά. Με συνέταιρο τον πατέρα του ξεκίνησε τη δεύτερη επιχείρησή του, με αγοραπωλησίες ακινήτων. Αυτή τη φορά τα κατάφερε με το παραπάνω. Κατά τη δεκαετία του ’70 έβγαλε πολλά χρήματα και όταν ο πατέρας του αποσύρθηκε ανέλαβε όλη την επιχείρηση, συνεχίζοντας να πλουτίζει. Στα 80s άρχισε να δραστηριοποιείται οικονομικά και στην Αντίγκουα και στο Μοντσεράτ της Καραϊβικής.
Ομως, το 2009, έπειτα από έφοδο ομοσπονδιακών πρακτόρων στα κεντρικά της Stanford Financial Group στο Χιούστον, βρέθηκε αντιμέτωπος με την κατηγορία της κατ’ εξακολούθηση απάτης. Αμερικανός δικαστής πάγωσε όλα τα κεφάλαιά του καθώς και τα κεφάλαια της Stanford International Bank (SIB), θυγατρικής της Stanford Group, που είχε την έδρα της στην Αντίγκουα, και η ενδελεχής έρευνα των περιουσιακών στοιχείων του ξεκίνησε για να οδηγήσει σε φοβερές αποκαλύψεις: Οι αμερικανικές ελεγκτικές οικονομικές υπηρεσίες ανακοίνωσαν πως ο επιχειρηματίας κατηγορούνταν για επενδυτική απάτη ύψους οκτώ δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η είδηση προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση, με χιλιάδες καταθέτες να σχηματίζουν ουρές έξω από τις τράπεζές του, προσπαθώντας να αποσύρουν τα χρήματα που του είχαν εμπιστευθεί. Εκείνος ήταν άφαντος. Ωσπου πράκτορες του FBI τον εντόπισαν στη Βιρτζίνια και του παρέδωσαν την αγωγή που είχε ασκήσει εις βάρος του η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Πολιτική θύελλα
Την ίδια στιγμή, το σκάνδαλο εκτός από οικονομικό γινόταν και πολιτικό, καθώς τα τελευταία χρόνια ο Στάνφορντ είχε χρηματοδοτήσει γενναιόδωρα, δίνοντας συνολικά 2,4 εκατομμύρια δολάρια, αρκετούς αμερικανούς πολιτικούς. Συνολικά 140 πρώην και νυν μέλη του Κογκρέσου (το 65% Δημοκρατικοί) είχαν αποδεχθεί τις δωρεές του – εκτός από χρήματα ο επιχειρηματίας τους είχε προσφέρει και ακριβά ταξίδια. Ανάμεσα στους ευεργετηθέντες περιλαμβανόταν και ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος έσπευσε να δεσμευτεί πως θα διέθετε σε φιλανθρωπικούς σκοπούς και την τελευταία δεκάρα από τις δωρεές του ευεργέτη που εξελισσόταν σε μέγιστο πρόβλημα. Με τη σειρά του, ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Τζον Μακ Κέιν,
αντίπαλος του Ομπάμα στις εκλογές του 2008, ανακοίνωσε ότι θα δώριζε τα 28.150 δολάρια που έλαβε από το 2000 και μετά από τον ίδιο τον Στάνφορντ αλλά και από συνεργάτες του. Και ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Μπιλ Νέλσον ανακοίνωσε ότι θα παραχωρούσε τα χρήματα που είχε λάβει «μέχρι και το τελευταίο σεντ για να βοηθηθούν άνθρωποι που ληστεύτηκαν από τον Στάνφορντ».
Ενας αιώνας και κάτι πίσω από τα κάγκελα
Τα αποκαλυπτικά δημοσιεύματα σχετικά με τη… γενναιοδωρία του στον χώρο της πολιτικής αλλά και του αθλητισμού, καθώς ήταν φανατικός οπαδός του κρίκετ και του γκολφ, άρχισαν να πληθαίνουν. Το Συμβούλιο Κρίκετ Αγγλίας και Ουαλίας ανακοίνωσε την ακύρωση της συνεργασίας του με τον πάτρωνα Στάνφορντ στο πλαίσιο μιας διεθνούς διοργάνωσης που στηριζόταν οικονομικά από τον ίδιο και έφερε το όνομά του. Και το πρωτάθλημα που θα γινόταν στην Αντίγκουα ακυρώθηκε. Πολλά άρχισαν να ακούγονται και για τη σπάταλη προσωπική ζωή του: Για τα 75.000 δολάρια που έδωσε κάποια Χριστούγεννα για να ψυχαγωγήσει την οικογένειά του και να της αγοράσει δώρα, για τα πανάκριβα σπίτια του (ανάμεσά τους και μία έπαυλη 10.000.000 δολαρίων στη Φλόριδα), για τα περισσότερα από 100.000 δολάρια που ξόδευε χαλαρά για μια εβδομάδα διακοπών… Ολοι πλέον τον αντιμετώπιζαν με δυσπιστία και με απαξίωση, και μόνο κάτι φωνές από την Αντίγκουα, οι φωνές των εκεί συνεργατών του ή και ανθρώπων που είχαν ευεργετηθεί από τις δωροδοκίες του, προσπαθούσαν ακόμη να τον υπερασπιστούν. Ηταν όμως πολύ αδύναμες για να ακουστούν πάνω από τον εκκωφαντικό θόρυβο που έκαναν οι αποκαλύψεις για την παράνομη δράση του. Και κανένας δεν τις πίστευε.
Τον Ιούνιο του 2009 ο Στάνφορντ προφυλακίστηκε. Λίγες ημέρες μετά εμφανίστηκε στο δικαστήριο για να δηλώσει αθώος και για τις 21 κατηγορίες που του είχαν απαγγελθεί. Τον Ιανουάριο του 2011 η αμερικανική Δικαιοσύνη αποφάνθηκε πως δεν είναι σε θέση να δικαστεί λόγω των προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε. Οι γιατροί που τον παρακολουθούσαν διέγνωσαν παραληρηματικές κρίσεις, αποτέλεσμα φαρμακευτικής αγωγής που ακολουθούσε για να αντιμετωπίσει το άγχος του. Τελικά, το 2012 καταδικάστηκε σε φυλάκιση 110 ετών. Τον Σεπτέμβριο του 2014 άσκησε έφεση για την καταδίκη του, η οποία όμως απορρίφθηκε. Ο Αλεν Στάνφορντ παραμένει έγκλειστος σε φυλακές υψίστης ασφαλείας στη Φλόριδα. Παραδόξως, η ιστορία του δεν έχει ακόμη γυριστεί σε ταινία του Χόλιγουντ.