Θρίλερ διαρκείας θύμιζαν, ως την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, οι εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Αγκυρα δεν εμφανιζόταν διατεθειμένη, παρά την τηλεφωνική επικοινωνία της Ανγκελα Μέρκελ με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν την Πέμπτη, να υποχωρήσει από την εξαναγκαστική τακτική που έχει χαράξει με επίκεντρο την παρουσία του σεισμογραφικού σκάφους «Oruc Reis» από τις 10 Αυγούστου σε περιοχές στις οποίες η Ελλάδα διεκδικεί κυριαρχικά δικαιώματα σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η εκτόνωση της κατάστασης να εμφανίζει περιπλοκές, δεδομένου ότι η παράνομη τουρκική NAVTEX ολοκληρώνεται στις 23 Αυγούστου. Παράλληλα, ο κίνδυνος ενός ατυχήματος ελλοχεύει ανά πάσα στιγμή. Το «φιλί του πολέμου», δηλαδή η επακούμβηση της ελληνικής φρεγάτας «Λήμνος» με την τουρκική «Kemal Reis» τις πρώτες πρωινές ώρες της Τετάρτης, έδειξε τα όρια.
Η Αθήνα εστίαζε ήδη από την περασμένη Πέμπτη την προσοχή της σε δύο κομβικά γεγονότα που θα πραγματοποιούνταν το απόγευμα της Παρασκευής 14 Αυγούστου: καταρχήν, στη συνάντηση, στη Βιέννη, των υπουργών Εξωτερικών ΗΠΑ και Ελλάδος, που κλείστηκε, σύμφωνα με τις αποκλειστικές πληροφορίες του «Βήματος», έπειτα από προσωπική παρέμβαση και τηλεφωνική επικοινωνία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Μάικ Πομπέο την περασμένη Τρίτη.
Παράλληλα, οι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ θα είχαν συνομιλίες μέσω τηλεδιάσκεψης, με το θέμα της έντασης στην Ανατολική Μεσόγειο να βρίσκεται πολύ ψηλά στην ατζέντα. Ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας επρόκειτο μάλιστα να παρουσιάσει στους ομολόγους του αδιάσειστα στοιχεία για την ξεκάθαρη ευθύνη της τουρκικής φρεγάτας στην επακούμβηση με την ελληνική (δεν τήρησε βασικούς κανόνες ναυτικής ασφαλείας, με αποτέλεσμα να χτυπήσει επάνω στην πλώρη της ελληνικής φρεγάτας και να υποστεί σοβαρές ζημιές), καθώς η Αθήνα είναι αποφασισμένη να μην επιτρέψει την εργαλειοποίηση του περιστατικού αυτού από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όπως επεδίωξε να πράξει ο τούρκος πρόεδρος την Πέμπτη. Στους κόλπους της ΕΕ υπήρχε όμως σοβαρός διχασμός για τα επόμενα βήματα στις ευρωτουρκικές σχέσεις. Η Αθήνα και φυσικά η Λευκωσία έχουν ζητήσει νέες κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας, αλλά μία σειρά χωρών – με προεξάρχουσα τη Γερμανία – δεν επιθυμούν κάτι τέτοιο.
Το τηλεφώνημα στον Πομπέο
Η Αθήνα εμφανίζεται διατεθειμένη να επενδύσει στον αμερικανικό παράγοντα. Σύμφωνα με τις αποκλειστικές πληροφορίες του «Βήματος», μία από τις κρισιμότερες κινήσεις έλαβε χώρα την περασμένη Τρίτη όταν ο κ. Μητσοτάκης, που επιθυμεί να έχει εκείνος την «μπαγκέτα» των εξελίξεων στα χέρια του στις δύσκολες στιγμές, τηλεφώνησε στο Μάικ Πομπέο. Ο Πρωθυπουργός υπήρξε ξεκάθαρος. Ζήτησε από τον αμερικανό υπουργό Εξωτερικών να συναντήσει τον Νίκο Δένδια επί τη ευκαιρία της παρουσίας του σε ευρωπαϊκό έδαφος. Οι λεπτομέρειες διευθετήθηκαν με μεγάλη ταχύτητα για τη συνάντηση του κ. Δένδια με τον αμερικανό πρεσβευτή στην Αθήνα Τζέφρι Πάιατ, αλλά είναι η προσωπική σχέση του κ. Μητσοτάκη με τον κ. Πομπέο που έκανε τη διαφορά.
Οι δύο άνδρες έχουν αναπτύξει καλή χημεία από το περασμένο φθινόπωρο όταν ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ βρέθηκε στην Αθήνα για την υπογραφή του επικαιροποιημένου παραρτήματος της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) ΗΠΑ – Ελλάδος. Λίγους μήνες αργότερα και συγκεκριμένα τον περασμένο Ιανουάριο, ο κ. Πομπέο είχε απευθύνει προσωπική επιστολή προς τον έλληνα πρωθυπουργό (μετά την επίσκεψη του τελευταίου στον Λευκό Οίκο) με την οποία «φωτογράφιζε» την Τουρκία ως προκαλούσα εντάσεις στην Ανατολική Μεσόγειο και επαναλάμβανε τη στήριξη των ΗΠΑ στην «ευημερία, στην ασφάλεια και στη δημοκρατία» στην Ελλάδα.
Η σημασία της ομογένειας
Η Αθήνα εκτιμά ότι η προεκλογική εκστρατεία για τον επόμενο αμερικανό πρόεδρο προσφέρει ευκαιρίες για την προώθηση των ελληνικών θέσεων. Οι ψήφοι των Ελληνοαμερικανών δεν είναι διόλου αμελητέα ποσότητα σε μια τέτοια αναμέτρηση, ιδιαίτερα για όποιον έπεται στις δημοσκοπήσεις (όπως συμβαίνει σήμερα με τον Ντόναλντ Τραμπ). Αυτό κατέστη σαφές από τον κ. Μητσοτάκη προς τον κ. Πομπέο που, σημειωτέον, τρέφει πολιτικές βλέψεις.
Ανάλογο μήνυμα μετέφερε, όπως επισημαίνουν ενημερωμένες πηγές, και ο Αρχιεπίσκοπος Βορείου Αμερικής Ελπιδοφόρος στην πρόσφατη συνάντηση που είχε με τον πρόεδρο Τραμπ, η ειδική σχέση του οποίου με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει εκτραχύνει τη συμπεριφορά και την πρακτική του τελευταίου. Παράλληλα, η Αθήνα θεωρεί – και το μήνυμα αυτό θα μεταφερθεί στον κ. Πομπέο – ότι η Ουάσιγκτον δεν μπορεί να συνεχίζει να επιτρέπει τη μη επιβολή οικονομικών κυρώσεων στην Τουρκία, όπως αυτές προβλέπονται από την αμερικανική νομοθεσία (ιδιαίτερα σε σχέση με την προμήθεια του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400).
Ευθέως συνδεόμενη με τον ρόλο που θα μπορούσαν να διαδραματίσουν οι ΗΠΑ ώστε να συνετιστεί η Τουρκία ήταν η επίσκεψη του κ. Δένδια στο Ισραήλ. Ο υπουργός Εξωτερικών συνάντησε όχι μόνο τον ομόλογό του Γκάμπι Ασκενάζι, αλλά και τον πρωθυπουργό Βενιαμίν Νετανιάχου. Είναι σαφές ότι η επιρροή του Ισραήλ έχει πολλαπλασιαστικό χαρακτήρα, όχι μόνο σε περιφερειακό επίπεδο (αναμενόταν και τηλεφωνική επικοινωνία του υπουργού Εθνικής Αμυνας Νίκου Παναγιωτόπουλου με τον ισραηλινό ομόλογό του Μπένι Γκαντζ για προγραμματισμό κοινών πρωτοβουλιών στην περιοχή) αλλά και εντός ΗΠΑ, ιδιαίτερα σε προεκλογική περίοδο.
Η κατάσταση επί του πεδίου
Η έκδοση της παράνομης τουρκικής NAVTEX στις 10 Αυγούστου και η είσοδος του ερευνητικού σκάφους «Oruc Reis» σε μια περιοχή στην οποία, αν και μη οριοθετημένη, η Ελλάδα διεκδικεί δικαιώματα σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ ενεργοποίησε όλα τα διπλωματικά και αμυντικά ανακλαστικά της Αθήνας – και αυτό συνέβη για δεύτερη φορά μέσα σε λιγότερο από έναν μήνα, καθώς είχε προηγηθεί η NAVTEX της 21ης Ιουλίου. Τότε, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είχε αναδιπλωθεί λόγω της γερμανικής παρεμβάσεως. Το τουρκικό σεισμογραφικό σκάφος, που συνοδεύεται από έναν μικρό στολίσκο πολεμικών πλοίων, πραγματοποιούσε, ως και την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, κινήσεις στον άξονα Ανατολή – Δύση εντός της περιοχής της NAVTEX, κυρίως εντός του κομματιού που η Ελλάδα θεωρεί δικό της. Η εικόνα που είχε η Αθήνα είναι ότι τουλάχιστον μέχρι και το βράδυ της Τετάρτης 12 Αυγούστου το «Oruc Reis» δεν είχε ξεκινήσει έρευνες.
Αυστηρό μήνυμα από τον Μητσοτάκη
Η «στρατηγική ψυχραιμία» είναι χαρακτηριστικό του Κυριάκου Μητσοτάκη. Οσοι όμως τον γνωρίζουν, έχουν καταλάβει ότι είναι κάτι παραπάνω από σαφής όταν επιθυμεί να στείλει αυστηρό μήνυμα. Η επιλογή των λέξεων στην πρωθυπουργική δήλωση της περασμένης Τετάρτης 12 Αυγούστου, εν μέσω της κυοφορούμενης κρίσης, έγινε με πολλή προσοχή. Ο κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε σε «πολιτική αρχών» επί της οποίας υπεγράφησαν οι πρόσφατες συμφωνίες οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών με την Ιταλία και την Αίγυπτο. Επεσήμανε την ετοιμότητα «να συζητήσουμε με όλους τους γείτονές μας» με βάση τη νομιμότητα και την καλή πίστη, ανέδειξε την κινητοποίηση συμμάχων και εταίρων, προειδοποίησε για τον κίνδυνο ατυχήματος – έχοντας στο μυαλό του το περιστατικό μεταξύ ελληνικής και τουρκικής φρεγάτας που σημειώθηκε την Τετάρτη και το οποίο ο κ. Ερντογάν επεδίωξε να εργαλειοποιήσει την επομένη.
Στο τέλος της δήλωσης υπήρξε όμως το μήνυμα-κλειδί: «Η αυτοσυγκράτηση είναι μόνο η μία όψη της ισχύος μας. Καμία πρόκληση δεν θα μείνει αναπάντητη. Το έχουμε, εξάλλου, αποδείξει στην πράξη. Και θα το αποδείξουμε ξανά εάν χρειαστεί». Ο Πρωθυπουργός δεν είναι απορριπτικός στην έναρξη ενός δομημένου διαλόγου αλλά, σύμφωνα με άριστα ενημερωμένες πηγές, ξεκαθάρισε και στην Ανγκελα Μέρκελ κατά τη συνομιλία που είχε μαζί της το απόγευμα της Πέμπτης ότι υπάρχουν συγκεκριμένα όρια που δεν θα ανεχθεί να ξεπεραστούν. Αν δε η Αγκυρα αποφασίσει να προχωρήσει σε έρευνες νοτίως της Ρόδου ή της Καρπάθου, κατόπιν έκδοσης νέου γύρου αδειών προς την Τουρκική Κρατική Εταιρεία Πετρελαίου (ΤΡΑΟ), τότε θα πρόκειται για ποιοτική διαφοροποίηση που θα μετέβαλλε τα δεδομένα της ελληνικής απάντησης.
Ο μαραθώνιος επαφών, η στάση του Βερολίνου και η δυνατή σχέση Μητσοτάκη – Μακρόν
Ο σκοπός του καταιγισμού επαφών στις οποίες επιδόθηκε ο Πρωθυπουργός από το «στρατηγείο του Μαξίμου» και δευτερευόντως οι Νίκος Δένδιας και Νίκος Παναγιωτόπουλος, ήταν η δημιουργία μιας διπλωματικής ασπίδας που θα λειτουργούσε αποτρεπτικά στην τουρκική επιθετικότητα. Απαραίτητη προϋπόθεση για να σφυρηλατηθεί η ασπίδα αυτή ήταν η στιβαρή ελληνική στρατιωτική παρουσία στην επίμαχη περιοχή, η οποία είναι διαρκής όλους τους τελευταίους μήνες. Η «στιβαρότητα», σε αντίθεση με τις «ακραίες φωνές», είναι, όπως επισημαίνουν συνομιλητές του Πρωθυπουργού, το κλειδί μιας επιτυχημένης στρατηγικής, ιδιαίτερα σε θέματα τόσο πολύπλοκα.
Δεν υπάρχει φυσικά αμφιβολία ότι η Αθήνα αναγνωρίζει τον κομβικό ρόλο που διαδραματίζει η Γερμανία υπό τις παρούσες περιστάσεις. Το Βερολίνο ασκεί το τρέχον εξάμηνο και την εκ περιτροπής προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ και καθώς η Ανγκελα Μέρκελ είναι από τους λίγους ηγέτες που μοιάζει να αποδέχεται ο πρόεδρος Ερντογάν, η ελληνική πλευρά επιθυμεί την αξιοποίηση του «γερμανικού διαύλου», αν και η τελευταία τηλεφωνική τους επικοινωνία δεν φέρεται να απέδωσε τα αναμενόμενα.
Διαρκής επικοινωνία Σουρανή – Χέκερ
Τις τελευταίες ημέρες, η επικεφαλής του Διπλωματικού Γραφείου του Πρωθυπουργού, η πρέσβης Ελένη Σουρανή, είχε αλλεπάλληλες επαφές με τον Γιαν Χέκερ, τον διπλωματικό σύμβουλο της καγκελαρίου Μέρκελ, που έχει αναλάβει έναν ρόλο «αλεξικέραυνου» μεταξύ Αθήνας και Αγκυρας. Αυτός άλλωστε συνομιλεί με τον Ιμπραήμ Καλίν, καθώς μετά την υπογραφή της ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας για την οριοθέτηση ΑΟΖ αλλά και εξαιτίας της δυστοκίας στη διαμόρφωση των ανακοινώσεων περί της επανέναρξης των διερευνητικών επαφών (που είχε προγραμματιστεί για τις 28 Αυγούστου), άμεση ελληνοτουρκική επαφή δεν υπάρχει. Η γερμανική πλευρά εξακολουθεί, όπως «Το Βήμα» πληροφορείται, να εκφράζει μια δυσφορία σε σχέση με την υπογραφή της συμφωνίας οριοθέτησης ΑΟΖ Αθήνας – Καΐρου τη δεδομένη χρονική στιγμή, καθώς θεωρεί ότι μετέβαλε τους σχεδιασμούς της. Ωστόσο, το Βερολίνο ήταν ενήμερο παρά τα περί αντιθέτου λεγόμενα. Η δε συμφωνία αναμένεται στη Βουλή για κύρωση αμέσως μετά την επανέναρξη των εργασιών της (ίσως στις 27 Αυγούστου).
Αντοχές στη σχέση Μητσοτάκη – Μακρόν
Την ίδια στιγμή, η «χημεία» του κ. Μητσοτάκη με τον Εμανουέλ Μακρόν εμφανίζει αντοχές – σε βαθμό που να μπορεί να αντέχει τους… κραδασμούς από τη διαφαινόμενη εμπλοκή στην αγορά δύο φρεγατών Belh@rr@ για το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό ή τις καθυστερήσεις στην υπογραφή μιας συμφωνίας στρατηγικής συνεργασίας.
Την περασμένη Τρίτη 11 Αυγούστου έφθασε στο Μέγαρο Μαξίμου η επιστολή του γάλλου προέδρου, με την οποία προσκαλεί τον έλληνα πρωθυπουργό στη συνάντηση των «Επτά της Μεσογείου» (Med 7) που αναμένεται να πραγματοποιηθεί στις 10 Σεπτεμβρίου στο Αζαξιό της Κορσικής. Κομβικό σημείο των συνομιλιών θα είναι η αστάθεια σε πολλαπλά μέτωπα της Μεσογείου και ο ρόλος της Αγκυρας, η αντιμετώπιση της οποίας οδηγεί σε σοβαρή σύγκλιση των ελληνογαλλικών συμφερόντων.
Οι κ.κ. Μακρόν και Μητσοτάκης συνομίλησαν, όπως πληροφορείται «Το Βήμα», περισσότερες από μία φορές την τελευταία εβδομάδα, αν και η δεύτερη συνομιλία τους το απόγευμα της Τετάρτης ήταν αυτή που οριστικοποίησε τη διεξαγωγή της άσκησης συνεκπαίδευσης που πραγματοποιήθηκε το πρωί της Πέμπτης με τη συμμετοχή τεσσάρων ελληνικών φρεγατών, ενός ελικοπτεροφόρου, μιας φρεγάτας και δύο αεροσκαφών «Rafale» από τη γαλλική πλευρά. Ο κ. Μητσοτάκης συνομίλησε επίσης δύο φορές με τον Σαρλ Μισέλ, εν όψει, μεταξύ άλλων, της τηλεφωνικής επαφής του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου με τον κ. Ερντογάν την Πέμπτη. Το δίπολο «αποκλιμάκωση και απευθείας διάλογος Ελλάδας – Τουρκίας» ήταν το βασικό σημείο της επαφής αυτής.
Οι λεπτές νομικές και διπλωματικές ισορροπίες και ο ορίζοντας του διαλόγου
Ανώτεροι κυβερνητικοί αλλά και διπλωματικοί παράγοντες αναγνώριζαν τις τελευταίες ημέρες ότι η τουρκική NAVTEX της 10ης Αυγούστου ήταν άριστα μελετημένη. Οι σκοποί της ήταν να ενισχυθεί η άποψη της Αγκυρας ότι ανατολικά του 28ου μεσημβρινού η Τουρκία δικαιούται μεγάλο κομμάτι υφαλοκρηπίδας και σε καμία περίπτωση το Καστελλόριζο δεν απολαμβάνει πλήρη επήρεια που θα ένωνε, σε ένα ιδεατό σενάριο, τις θαλάσσιες ζώνες Ελλάδος και Κύπρου. Παράλληλα, επιδιώκει να αμφισβητήσει τα απώτερα όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ όπως αυτά έχουν οριστεί από τον νόμο 4001/2011 (γνωστό και ως «νόμο Μανιάτη»). Η Αγκυρα γνωρίζει και κάτι άλλο: ότι τα περιθώρια πρωτόβουλης στρατιωτικής αντίδρασης της ελληνικής πλευράς σε μια μη οριοθετημένη περιοχή είναι περιορισμένα, καθώς η Αθήνα θα μπορούσε αιφνιδίως να χαρακτηριστεί ως ο επιτιθέμενος.
Εγκυρες πηγές σημείωναν ότι το μονοπάτι της συνεννόησης και του διαλόγου θα περάσει μέσα από την «κάμινο της έντασης». Προσέθεταν δε ότι ο τούρκος πρόεδρος είχε τις τελευταίες ημέρες την ευκαιρία να επιλέξει, εφόσον το επιθυμούσε, ένα πολεμικό επεισόδιο, αλλά το απέφυγε. Το κρίσιμο σημείο είναι οι συνθήκες ενός διαλόγου, επί των οποίων ο κ. Μητσοτάκης έχει υπάρξει πολύ σαφής. Την τελευταία εβδομάδα, ο κ. Ερντογάν έχει επαναφέρει στο τραπέζι την ιδέα ενός τύπου περιφερειακής διάσκεψης των χωρών της περιοχής με σκοπό να επιλυθούν οι διαφορές (σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, ο κ. Ερντογάν ανέφερε την ιδέα αυτή στην κυρία Μέρκελ).
Η Αγκυρα όμως δεν δέχεται τη συμμετοχή της Κύπρου σε αυτή τη φόρμουλα – κάτι που η Αθήνα δεν θα αποδεχόταν. Ωστόσο, στην επιστολή του προς τον ύπατο εκπρόσωπο της ΕΕ για την εξωτερική πολιτική Ζοζέπ Μπορέλ, ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου επαναφέρει την ιδέα ενός μηχανισμού διαμοιρασμού των εσόδων από υδρογονάνθρακες μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, προτείνοντας μάλιστα μια άτυπη συνάντηση Ελλάδος, Τουρκίας, ΕΕ και των δύο κοινοτήτων στο νησί. Ισως η Αγκυρα να θεωρεί ότι με τον τρόπο αυτόν να ξεπερνιόταν η μη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας.