Η Ευγενία και η Τίνα. Κομψές, πλούσιες και έτοιμες να ριχτούν στην περιπέτεια της ζωής δίχως να υποψιάζονται πόσο σκληρή μοίρα τους επιφύλασσε. Οι κόρες του εφοπλιστή Σταύρου Λιβανού και της Αριέττας Ζαφειράκη είχαν γεννηθεί στο Λονδίνο και ήταν προορισμένες να ζήσουν μια ζωή λαμπερή ως πρωταγωνίστριες του τζετ σετ σε εποχές που το να ανήκεις στην υψηλή κοινωνία ήταν προνόμιο των πολύ λίγων και εκλεκτών. Από τη Νέα Υόρκη στο Παρίσι και το Σεν Μόριτζ, οι αδελφές Λιβανού έκαναν διακοπές στα κοσμικά θέρετρα και συναναστρέφονταν γαλαζοαίματους, διάσημους ηθοποιούς και τις πιο σημαίνουσες προσωπικότητες και απαρεγκλίτως τις γοήτευαν. Οσες φορές και αν διαβάσεις την ιστορία τους ή δεις απλώς τις φωτογραφίες τους μαγεύεσαι από την ομορφιά και την κομψότητά τους και μελαγχολείς για το τόσο άδοξο τέλος τους.

Η Τίνα (αριστερά καιη Ευγενία το 1959 όταν η πρώτη ήταν κυρία Ωνάση και η δεύτερη κυρία Νιάρχου

Το ίδιο συνέβη και με τη γαλλίδα συγγραφέα Στεφανί Ντε Ορ, η οποία έγραψε το βιβλίο «Οι αδελφές Λιβανού» για να σκιαγραφήσει τη ζωή και την τραγική μοίρα των δύο «ελληνίδων θεών», οι οποίες παντρεύτηκαν τους πιο διάσημους εφοπλιστές του 20ού αιώνα για να διαπιστώσουν ότι οι γάμοι τους όχι μόνο δεν θα τους χάριζαν την ευτυχία αλλά θα τις οδηγούσαν και στην κόλαση. Το βιβλίο της Ντε Ορ θα κυκλοφορήσει στις 16/8 με «Το Βήμα της Κυριακής» και αναμένεται να γίνει το συναρπαστικό ανάγνωσμα του Αυγούστου. Εξάλλου η συγγραφέας έχει δώσει τα διαπιστευτήριά της με βιογραφίες όπως αυτή της Πάμελα Ντίγκμπι, της γυναίκας που συνδέθηκε με ορισμένους από τους ισχυρότερους άνδρες του πλανήτη, αρχής γενομένης με τον υιό Τσόρτσιλ. Δεν είναι να απορεί κανείς που θέλησε να γράψει για τη μυθιστορηματική ζωή των αδελφών Λιβανού.

Τα φώτα έπεφταν με περισσότερη ένταση στη μικρότερη Τίνα, η ομορφιά και η χάρη της οποίας ήταν πριγκιπικής στόφας και την καθιστούσαν ένα από τα ωραιότερα κορίτσια του τζετ σετ και μία από τις πιο περιζήτητες νύφες του. Αναπόφευκτα ήταν εκείνη που τράβηξε και την προσοχή των εκκολαπτόμενων μεγαλοεφοπλιστών Σταύρου Νιάρχου και Αριστοτέλη Ωνάση, οι οποίοι τη διεκδίκησαν προσβλέποντας και στα οφέλη μιας πιθανής συγγένειας με τον πατριάρχη του métier τους Σταύρου Λιβανού. Ο Νιάρχος τη διεκδίκησε πρώτος αλλά τελικά πολύ νωρίς όχι μόνο επειδή ήταν ανήλικη αλλά και επειδή έπρεπε να παντρευτεί η μεγαλύτερη Ευγενία, σύμφωνα με τη ήθη της εποχής. Την κέρδισε όμως ο επίμονος Αρίστος, ο οποίος είχε βάλει στόχο να την κάνει γυναίκα του απ’ όταν εκείνη ήταν μόλις 14 ετών και τελικά έγινε σύζυγός της τρία χρόνια μετά, το 1946 όταν εκείνος ήταν 40 ετών (ή 46, αν είχε όντως γεννηθεί το 1900 όπως είχε δηλώσει κάποια στιγμή στις Αρχές). Ο γάμος έγινε στη Νέα Υόρκη με κουμπάρο τον επίσης εφοπλιστή Ανδρέα Εμπειρίκο και ήταν το απόλυτο κοσμικό γεγονός. Το χρυσό μπρασελέ με την κεφαλή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και την αφιέρωση Σάββατο 17 Απριλίου 1943, 7 μ.μ., T.I.L.Y. (κοινώς Tina, I Love You) έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην κατάκτηση της πανέμορφης αλλά άγουρης κόρης Λιβανού.

Ο Αριστοτέλης Ωνάσης με την Τίνα Λιβανού στα μέσα της δεκαετίας του ’50

Η αντεπίθεση του Νιάρχου με τον γάμο του με την Ευγενία έναν χρόνο μετά εκτροχίασε τον ανταγωνισμό μεταξύ των δύο εφοπλιστών αλλά και ανάμεσα στις δύο αδελφές, οι οποίες αν και πολυαγαπημένες δεν είχαν ανοσία στο οικουμενικό και πολύ ανθρώπινο χαρακτηριστικό του αδελφικού ανταγωνισμού. Η συνέχεια υπήρξε ακόμη πιο περίπλοκη για την Ευγενία και την Τίνα. Ο θάνατος της πρώτης το 1970 έμεινε στην Ιστορία ως το τυφλό σημείο των πεπραγμένων του συζύγου της Σταύρου Νιάρχου καθώς βρέθηκε νεκρή στο ιδιόκτητο νησί της οικογένειας, στη Σπετσοπούλα, με μώλωπες σε όλο της το σώμα. Παρά την παραπεμπτική πρόταση του εισαγγελέα η υπόθεση έκλεισε με απαλλακτικό βούλευμα του δικαστηρίου για τον Νιάρχο. Ως αιτία θανάτου καταγράφηκε η υπερβολική δόση ηρεμιστικών χαπιών, μια αδιαμφισβήτητη αλήθεια καθώς και ο ίδιος ο Νιάρχος ισχυρίστηκε ότι τα σημάδια πάλης στο σώμα της γυναίκας του προήλθαν από τις προσπάθειές του να τη συνεφέρει.

Κόντρα σε κάθε πρόβλεψη η Τίνα παντρεύτηκε την επόμενη χρονιά τον άνδρα που την είχε διεκδικήσει πολλά χρόνια πριν. Αυτή η κίνηση έγινε το τεκμήριο αθωότητας για τον Σταύρο Νιάρχο καθώς εκτός από το ευτυχές τέλος ενός ανολοκλήρωτου έρωτα θεωρήθηκε και ψήφος εμπιστοσύνης από την οικογένεια Λιβανού προς τον σύζυγο της πρωτότοκης – νεκρής πλέον – κόρης. Η Τίνα ήταν ήδη δις χωρισμένη, τόσο από τον Ωνάση το 1960 όσο και από τον επόμενο σύζυγό της, τον Τζον Σπένσερ-Τσόρτσιλ, 11ο Δούκα του Μάρλμπορο, το 1971. Την ίδια χρονιά γινόταν κυρία Νιάρχου αλλά τρία χρόνια αργότερα θα ακολουθούσε την αδελφή της όχι μόνο στον θάνατο αλλά και στον τρόπο με τον οποίο θα εγκατέλειπε τον κόσμο, από υπερβολική χρήση βαρβιτουρικών. Είχε προηγηθεί ο θάνατος του πολυαγαπημένου της γιου Αλέξανδρου το 1973 μετά την πτώση του αεροπλάνου που πιλοτάριζε, ένα πλήγμα που δεν μπόρεσε να αντέξει.

Η Τίνα και η Μαρία Κάλλας σε μια εκδρομή στους Δελφούς, όταν το ειδύλλιο της δεύτερης με τον Ωνάση είχε αρχίσει να εκκολάπτεται

 

Οι αδελφές Μπουβιέ

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού γεννήθηκαν και μεγάλωσαν δύο άλλες αδελφές οι οποίες έγιναν ακόμη πιο διάσημες από τις τραγικές Ελληνίδες – ας όψεται η σύνδεσή τους με τον 35ο πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Τζον Φ. Κένεντι. Οι «Τζάκι & Λι» τράβηξαν επίσης το ενδιαφέρον της Στεφανί Ντε Ορ και το βιβλίο που είναι αφιερωμένο στον βίο τους θα κυκλοφορήσει με «Το Βήμα της Κυριακής» στις 23 Αυγούστου. Η Τζάκι και η Καρολάιν Λι Μπουβιέ μεγάλωσαν για να είναι «οι καλύτερες», όπως τις νουθετούσε ο πολυαγαπημένος τους πατέρας Τζον Βερνού Μπουβιέ ΙΙΙ. Ομως στον υπερθετικό βαθμό χωράει να λάμψει μόνο ένας άνθρωπος. Μία κόρη εν προκειμένω, η Τζάκι, η κατά τριάμισι χρόνια μεγαλύτερη αδελφή, η οποία πάντα επισκίαζε την εξίσου όμορφη και πιο κομψή Λι. Από μικρές και οι δυο τους είχαν μια κοινή αποστολή ή αν θέλετε την άρρητη εντολή να παντρευτούν κάποιον (πολύ) πλούσιο. Η μητέρα τους Τζάνετ Λι Μπουβιέ είχε δώσει το παράδειγμα, καθώς είχε εγκαταλείψει τον γοητευτικότατο αλλά πτωχευμένο χρηματιστή πατέρα τους και είχε παντρευτεί έναν τραπεζικό επενδυτή όταν οι κόρες της ήταν 10 και 7 ετών αντίστοιχα.

Η Τζάκι Κένεντι και η πριγκίπισσα Λι Ρατζιβιλ στους δρόμους του Λονδίνου το 1963

Τα κορίτσια μεγάλωσαν πλουσιοπάροχα και ήταν πανέξυπνες και ικανές. Ο ρόλος τους όμως ήταν να γίνουν σύζυγοι και όχι, για παράδειγμα, αρθρογράφοι στη «Vogue» όπως είχε παρουσιαστεί η ευκαιρία στην ιδιαίτερα επιμελή Τζάκι όταν είχε κερδίσει το βραβείο Prix de Paris του περιοδικού και είχε προσκληθεί να δουλέψει στα γραφεία του σε Παρίσι και Νέα Υόρκη για έναν χρόνο (1950). Ωστόσο λίγα χρόνια μετά η Λι θα γινόταν βοηθός της Νταιάνα Βρίλαντ, της θρυλικής fashion editor του «Harper’s Bazaar», και θα έπαιρνε μαθήματα ζωής για το τι σημαίνει στυλ και πώς να το αποκτήσει. Οι γάμοι της με τον Κένεντι και τον Ωνάση έχουν μείνει στην Ιστορία αλλά λίγοι θυμούνται ότι τον έλληνα σύζυγό της τον γνώρισε από την αδελφή της Λι, με την οποία ο κροίσος διατηρούσε ερωτική σχέση. Εκείνη ήταν που πρότεινε στον Ari να καλέσει την αδελφή της στη θαλαμηγό «Χριστίνα» μετά τη γέννηση και τον πολύ πρόωρο θάνατο του γιου της Πάτρικ το 1963. Πέντε χρόνια μετά θα παντρεύονταν στον Σκορπιό και η Λι θα ήταν παρούσα, υποταγμένη για άλλη μια φορά στη μοίρα της να βρίσκεται στη σκιά της αδελφής της. Κι όμως, όσοι τις γνώρισαν έχουν να λένε για τη φινέτσα της Λι και την έμφυτη αίσθηση του στυλ, κάτι που η – θεωρούμενη ως «πιο κομψή γυναίκα του κόσμου» – Τζάκι είχε κατακτήσει όχι μόνο με τη συνδρομή των καλύτερων επαγγελματιών αλλά κυρίως με τη βοήθεια της αδελφής της, η οποία ήταν πιο τολμηρή στις ενδυματολογικές της επιλογές και είχε ευρωπαϊκό αέρα.

Η Τζάκι και Λι σε ταξίδι τους στην Ινδία το 1962

Η Λι παντρεύτηκε τρεις φορές. «Τι πρέπει να κάνω για να μην τη χάσω;» ρωτούσε την Τζάκι με απόγνωση ο πρώτος εκ των συζύγων, ο εκδότης Μάικλ Τεμπλ Κάνφιλντ. «Να βρεις λεφτά, πολλά λεφτά» συνόψιζε η πρώτη κυρία των ΗΠΑ στο ποια είναι η συγκολλητική ουσία για να πετύχουν οι σχέσεις των δύο αδελφών. Ο πτωχευμένος πολωνός πρίγκιπας Στάνισλαβ Ράτζιβιλ ήταν ο δεύτερος σύζυγός της, με το επώνυμο του οποίου πορεύτηκε στη ζωή της ως πριγκίπισσα, όχι ακριβώς ξυπόλυτη αλλά σίγουρα όχι τόσο πλούσια όσο υπαινισσόταν ο τίτλος της. Η Λι ήταν η μποέμ της υπόθεσης αν κρίνει κανείς από τις συναναστροφές της, οι οποίες περιελάμβαναν από τον Μικ Τζάγκερ ως τον Αντι Γουόρχολ και τον Τρούμαν Καπότε. Ο συγγραφέας που υπήρξε «ερωτευμένος» μαζί της ήταν εκείνος που την έπεισε να ανέβει στη σκηνή του Μπρόντγουεϊ και να ακολουθήσει μια πολύ σύντομη καριέρα ως ηθοποιός, ένα όνειρο που είχε και η Τζάκι. Το εγχείρημα δεν στέφθηκε με επιτυχία, αν εξαιρέσει δηλαδή κανείς ότι τα κοστούμια σε παραστάσεις όπως το «The Philadelphia Story» τα είχε ράψει ο απόλυτος σταρ της μόδας Ιβ Σεν Λορέν. «Οταν μεγαλώναμε απαγορευόταν να δείχνουμε το οποιοδήποτε συναίσθημα» προσπαθούσε η ίδια να εξηγήσει γιατί δεν στέφθηκε με επιτυχία το συγκεκριμένο εγχείρημα.

Η Τζάκι με τον JFK

Η ζωή της Τζάκι σημαδεύτηκε από την τραγωδία της δολοφονίας του Κένεντι και τον διαρκή φόβο για την ασφάλεια των παιδιών της. Τουλάχιστον δεν έζησε να δει και τον πολυαγαπημένο της γιο Τζον να πεθαίνει νεότατος στα 39 του χρόνια μαζί με τη σύζυγό του Κάρολιν Μπεσέτ και την αδελφή της καθώς η ίδια είχε «φύγει» στα 64 της το 1994 από έναν ιδιαίτερα επιθετικό μεταστατικό καρκίνο. Η Λι από την άλλη ήταν παρούσα όταν ο δικός της γιος Aντονι άφηνε την τελευταία του πνοή από τον καρκίνο που είχε επιτεθεί στο δικό του σώμα την ίδια χρονιά που το ελικόπτερο του διάσημου ξαδέλφου του έπεφτε στον Ατλαντικό Ωκεανό το 1999. Πέθανε στα 85 της ακμαία και κομψή μέχρι το τέλος, έχοντας παλέψει για τη δική της θέση στον ήλιο την οποία κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι έστω και για λίγο την κατέκτησε.