Σε πόλεμο νεύρων και φθοράς επιχειρεί να υποβάλει την Αθήνα η Άγκυρα, καθώς με την αποστολή του Oruc Reis στην ελληνική αλλά μη οριοθετημένη υφαλοκρηπίδα επιδιώκει να αμφισβητήσει ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Συγχρόνως, δοκιμάζει τις αντοχές τόσο της Αθήνας όσο και της διεθνούς κοινότητας, προσβλέποντας είτε στην επιβολή τετελεσμένων είτε στην ενίσχυση της διαπραγματευτικής θέσης της ενόψει ενδεχόμενης συνολικής διαπραγμάτευσης για την υφαλοκρηπίδα της Ανατολικής Μεσογείου.
Αυτό προκύπτει, μεταξύ άλλων, και από το μπαράζ δηλώσεων τις τελευταίες ώρες κορυφαίων τούρκων αξιωματούχων που κάνουν λόγο για έρευνες που θα πραγματοποιήσει η Τουρκία όλο τον Αύγουστο και δεν θα περιοριστούν στην περιοχή που έχει εκδοθεί η παράνομη NAVTEX αλλά θα «πατούν» σε αυτή της συμφωνίας Ελλάδας – Αιγύπτου.
Η Τουρκία θεωρεί ότι η τουρκική υφαλοκρηπίδα φτάνει στα όρια Ρόδου, Καρπάθου, Κάσου και Κρήτης -ακριβώς δηλαδή έξω από τα χωρικά ύδατα 6 μιλίων των ελληνικών νησιών- αψηφώντας το διεθνές δίκαιο και το δίκαιο της θάλασσας ότι τα νησιά διαθέτουν υφαλοκρηπίδα.
Η Άγκυρα κλιμακώνει την ένταση στο Αιγαίο ως απάντηση στη συμφωνία Καΐρου – Αθήνας δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για ένα stand off -μια αναμέτρηση δηλαδή των πολεμικών στόλων Ελλάδας και Τουρκίας- χωρίς ωστόσο αυτό να σηματοδοτεί, απαραιτήτως, και εκτράχυνση σε μια κατάσταση θερμού επεισοδίου, στην με στρατιωτικούς όρους δηλαδή απευθείας σύγκρουση.
Η κίνηση, το βράδυ της Τρίτης, του Oruc Reis ανατολικότερα δεν αποτελεί ένδειξη αποκλιμάκωσης, καθώς το ερευνητικό σκάφος εξακολουθεί να βρίσκεται εντός της περιοχής που έχει «οριοθετήσει» η παράνομη τουρκική NAVTEX. Το τουρκικό σκάφος κινείτο το πρωί στα 52 ναυτικά μίλια εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας έχοντας απλώσει μεν τα καλώδιά του, χωρίς όμως να προχωρεί σε έρευνα, εμποδιζόμενο από τον θόρυβο που προκαλούν οι πολλές ναυτικές μονάδες στην περιοχή.
Υπό τη στενή παρακολούθηση του ελληνικού στόλου
Οι κινήσεις αυτές δεν είναι βέβαιο αν θα εξελιχθούν σε αλλαγή πορείας προς τα ανατολικά και για το λόγο αυτό το Πολεμικό Ναυτικό της Ελλάδας συνεχίζει να παρακολουθεί στενά τις κινήσεις του και να εκπέμπει συνεχώς μηνύματα, ειδοποιώντας το ότι βρίσκεται εντός ελληνικής υφαλοκρηπίδας και καλώντας το να αποχωρήσει από αυτή.
Η Αθήνα από την πρώτη στιγμή επιδεικνύει άμεσα αντανακλαστικά ψυχραιμίας, αλλά και αποφασιστικότητας, στέλνοντας μήνυμα υπεράσπισης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
Σε επιχειρησιακό επίπεδο, το σύνολο των Ενόπλων Δυνάμεων έχει τεθεί σε κατάσταση απόλυτης ετοιμότητας, ενώ μονάδες του Πολεμικού Ναυτικού και αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας είχαν αναπτυχθεί στον ευρύτερο θαλάσσιο χώρο όπου αναμενόταν το τουρκικό ερευνητικό, μετά την παράνομη NAVTEX.
Μάλιστα, όλες οι τελευταίες εξελίξεις βρέθηκαν στο επίκεντρο της συνεδρίασης του Συμβουλίου Άμυνας στο Πεντάγωνο (Σ.ΑΜ.) υπό την προεδρία του υπουργού Εθνικής Άμυνας, Νίκου Παναγιωτόπουλου. Στη συνεδρίαση συμμετείχαν ο υφυπουργός Αλκιβιάδης Στεφανής και σύσσωμη η στρατιωτική ηγεσία.
Η σύγκληση του Συμβουλίου Άμυνας πραγματοποιήθηκε προκειμένου να αποτιμηθεί η κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή, να αξιολογηθούν οι διαθέσιμες πληροφορίες, να εξετασθούν ζητήματα τακτικής φύσεως και να αποφασιστούν οι περαιτέρω ενέργειες για την αντιμετώπιση των τουρκικών προκλήσεων.
Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί πως είχε προηγηθεί του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, από τον αρχηγό ΓΕΕΘΑ, Κωνσταντίνο Φλώρο, στο Μέγαρο Μαξίμου για δεύτερη φορά μέσα στη μέρα.
Για την ελληνική κυβέρνηση από την αρχή της κρίσης στις 21 Ιουλίου η απάντηση στις τουρκικές προκλήσεις είναι μονόδρομος και η αποτρεπτική ισχύς των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων προβλήθηκε με τρόπο που δεν επέτρεπε αμφιβολίες για τις προθέσεις και την αποφασιστικότητά της.
Διπλωματικός πυρετός
Στην Αθήνα επικρατεί διπλωματικός «πυρετός» από το πρωί της Δευτέρας, όταν και δημοσιεύτηκε η παράνομη τουρκική NAVTEX για σεισμικές έρευνες του Oruc Reis κοντά στο Καστελόριζο.
Την Τρίτη, ο πρωθυπουργός είχε σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου με τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια, κατά την οποία αποφασίστηκε να ζητηθεί από τον υπουργό Εξωτερικών η έκτακτη σύγκληση του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων (ΣΕΥ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Νωρίτερα, ο πρωθυπουργός επικοινώνησε με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, για να την ενημερώσει για τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο.
Παράλληλα, το μεσημέρι ξεκίνησε κύκλο τηλεφωνικών επαφών με τους πολιτικούς αρχηγούς, με το μήνυμα που προκύπτει από την αντιπολίτευση να είναι ξεκάθαρο: Μονόδρομος η αποτροπή του Oruc Reis σε επιχειρησιακό επίπεδο από τη στιγμή που βρίσκεται στην ελληνική υφαλοκρηπίδα.
Από το μέγαρο Μαξίμου πάντως εκδόθηκε μια πολύ λιτή ανακοίνωση χωρίς να αναφέρεται στις λεπτομέρειες της συζήτησης που είχε ο κ. Μητσοτάκης με τους πολιτικούς αρχηγούς. «Ο πρωθυπουργός ενημέρωσε τους πολιτικούς αρχηγούς για τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο και για τις πρωτοβουλίες της ελληνικής κυβέρνησης. Σταθερή επιδίωξη του κ. Μητσοτάκη είναι η συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων και ο εποικοδομητικός διάλογος για τα εθνικά θέματα» αναφέρει το μέγαρο Μαξίμου.
Το «χλιαρό» μήνυμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Η Αθήνα επιζητά διά της διπλωματικής οδού να υπάρξει τις επόμενες ώρες αυστηρό μήνυμα προς την Άγκυρα προκειμένου να σταματήσει τις παράνομες ενέργειές της.
Μπορεί ο εκπρόσωπος της Κομισιόν, αρμόδιος για θέματα εξωτερικών υποθέσεων, Πήτερ Στάνο, να έστειλε σαφές μήνυμα καταδίκης των ενεργειών της Τουρκίας, τονίζοντας πως «η ΕΕ βρίσκεται με πλήρη αλληλεγγύη στο πλευρό της Ελλάδας και της Κύπρου και δεν υπάρχει αμφιβολία επ’ αυτού», ωστόσο υπάρχει ανάγκη ουσιώδους παρέμβασης του διεθνούς παράγοντα, και ειδικότερα της Γερμανίας που βρίσκεται στην προεδρία της ΕΕ.
«Η Τουρκία δεν μπορεί να παρανομεί σε βάρος δυο κρατών της ΕΕ (Ελλάδα – Κύπρος, στην προκειμένη περίπτωση την Ελλάδα) και να μην έχει υποστεί συνέπειες ή να μην υπάρχει απειλή συνεπειών» τόνισε, μιλώντας στον ΣΚΑΙ, ο εκτελεστικός Διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων, Κωνσταντίνος Φίλης.
«Διαφορετικά, δεν βλέπω κάτι άλλο για να φρενάρει την τουρκική επιθετικότητα» σχολίασε.
Όπως εκτιμούν αναλυτές, σε μεγάλο βαθμό οι εξελίξεις στην περιοχή θα εξαρτηθούν από τη στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν η ΕΕ δείξει ότι είναι έτοιμη στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής (σ.σ. τέλη Αυγούστου) να συμπεριλάβει μέτρα τα οποία θα πλήξουν καίρια την τουρκική οικονομία, ο Ερντογάν θα το σκεφτεί δεύτερη και τρίτη φορά.
Αν από την άλλη η Ευρωπαϊκή Ένωση ακολουθήσει μια ηπιότερη στάση, υιοθετώντας τρόπον τινά την τουρκική θέση ότι δήθεν η Ελλάδα με τη συμφωνία που συνήψε με την Αίγυπτο στο χρονικό διάστημα που την έκανε τορπίλισε τις διερευνητικές επαφές, τότε μπορεί να έχουμε συνέχιση των προκλητικών ενεργειών από πλευράς της Τουρκίας.