Ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνηση, παρά τα ρήγματα της περιόδου, διατηρούν την πρωτοβουλία των κινήσεων. Πιέζονται είναι αλήθεια από τη θερινή έκρηξη του κορωνοϊού, από το επερχόμενο νέο πανδημικό κύμα που κατά πάσα βεβαιότητα θα απαιτήσει νέους περιορισμούς και θα κρατήσει την οικονομία κολλημένη επί μακρόν, αλλά διαθέτουν ακόμη αποθέματα εμπιστοσύνης και ισχυρές βάσεις καλλιέργειας προσδοκιών, ικανές να κρατήσουν ζωντανή τη σχέση με το ευρύ κοινό.
Στον έναν χρόνο διακυβέρνησης ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχτισε πάνω στη φθορά του ΣΥΡΙΖΑ και στην αμηχανία του Αλέξη Τσίπρα να ανανεώσει και να ανασυγκροτήσει το κόμμα του.
Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν κατάφερε να βρει νέα περπατησιά, ξέμεινε να υπερασπίζεται καμένα πρόσωπα και καταδικασμένες πρακτικές, που το βύθισαν και δεν το αφήνουν να ξαναβγεί στον αφρό. Παλεύει δώθε – κείθε, αλλά δεν καταφέρνει να ξεφύγει από τη ρητορική των εχθροπαθών και την πολιτική πρακτική της ανατροπής των πάντων που υιοθετήθηκε το 2012 και συγκυριακά μόνο απέδωσε το 2015.
Εκτοτε πολλά έχουν αλλάξει, μεσολάβησε η διακυβέρνηση που άφησε πίσω της βαριές σκιές, η κοινωνία ωρίμασε μέσα από τις πολλές διαδοχικές συμφορές και πλέον εκείνο το υπόδειγμα δεν πείθει, ούτε κινητοποιεί τις λαϊκές δυνάμεις. Αντιθέτως, απογοητεύει και δεν συσπειρώνει. Απέναντι στο προηγούμενο φθαρμένο σχήμα ο Μητσοτάκης αντιπαρέθεσε ένα άλλο πρότυπο διακυβέρνησης, πιο πειθαρχημένο, πιο συνεκτικό, πιο ορθολογικό και δι’ αυτού επαναπροσέγγισε τους ξένους, ενίσχυσε παλαιούς δεσμούς, τόνωσε συμμαχίες και εν τέλει ανέκτησε δυνάμεις και δυνατότητες.
Σήμερα μπορεί να πιέζεται από τη νέα έκρηξη του κορωνοϊού, αλλά ουδείς αρνείται ότι έδρασε σωστά στην πρώτη φάση της πανδημίας, ότι στη συνέχεια κέρδισε στην Ευρώπη, εξασφάλισε πόρους και μαζί αντιμετώπισε την τουρκική επιθετικότητα στον Εβρο και τώρα μέσω των συμφωνιών με την Ιταλία και την Αίγυπτο διαμόρφωσε καλύτερες συνθήκες διαπραγμάτευσης με την Τουρκία. Κέρδισε έτσι σύμπασα την ευρύτερη κεντροδεξιά παράταξη, απομόνωσε την Ακροδεξιά στη ζώνη της γραφικότητας, ακινητοποίησε τις ενδιάμεσες δυνάμεις και διεκδικεί με αξιώσεις το μεγαλύτερο κομμάτι των εκσυγχρονιστών ψηφοφόρων της παλαιάς Κεντροαριστεράς μέσω της νεωτερικότητας και των πολιτικών μεταγραφών που διαρκώς επιχειρεί από τον συγκεκριμένο κύκλο.
Γνωρίζει ότι θα πιεστεί από την επιδείνωση των υγειονομικών συνθηκών και την παρεπόμενη όξυνση των κοινωνικών συνθηκών στους επόμενους μήνες, αλλά υπολογίζει ότι μπορεί να παίξει μεσοπρόθεσμα με την καλλιέργεια προσδοκιών τόσο για την αναγέννηση της οικονομίας όσο και για την αντιμετώπιση της πανδημίας μέσω των φαρμάκων και των εμβολίων.
Δεν χωρεί αμφιβολία ότι οι επόμενοι μήνες θα είναι δύσκολοι για τον κ. Μητσοτάκη, θα απαιτήσουν συνέπεια, καλούς χειρισμούς και «πολεμιστές» ικανούς να υποστηρίξουν στην πράξη το πρότυπο διακυβέρνησης που εκείνος επέλεξε και έχτισε. Κοινώς, έχει ακόμη το πάνω χέρι, αλλά στην πολιτική είναι κοινώς παραδεκτό ότι τα πάντα ρει, ότι όλα εξελίσσονται, δεν υπάρχουν βεβαιότητες και πως τα πάντα κρίνονται εκ του αποτελέσματος.
Μένει λοιπόν να αποδειχθεί αν θα αντέξει τους αέρηδες που φούσκωσαν αρχικώς τα πανιά του και τώρα απειλούν οι ίδιοι να τα σκίσουν.