Η υγειονομική κρίση ανέδειξε τους κινδύνους και τις νέες προκλήσεις της χώρας για τα επόμενα χρόνια. Αποκάλυψε χρόνιες αδυναμίες στο παραγωγικό της μοντέλο και απέδειξε ότι δεν αρκεί για να την κρατήσει όρθια, σε μια κρίση σαν αυτή που πέρασε. Φανέρωσε ότι όσο λιγότερο εξαρτάται από τις εισαγωγές προϊόντων και αγαθών τόσο πιο ασφαλή θα είναι τα βήματά της. Η πολιτεία έδωσε σκληρές μάχες σε όλο τον κόσμο, για να εξασφαλίσει μάσκες και υγειονομικά υλικά πρώτης ανάγκης, όταν φούντωνε η πανδημία. Αν δε, το κλείσιμο των συνόρων ήταν ακόμη πιο αυστηρό και μεγαλύτερης διάρκειας, τότε θα βρισκόταν αντιμέτωπη και με τον κίνδυνο έλλειψης βασικών και απαραιτήτων τροφίμων για τον πληθυσμό.
Η χώρα μας, δυστυχώς, σε αυτόν τον τομέα είναι εξαρτώμενη από τις εισαγωγές. Κυρίως δε στο κρέας και τα αβγά, τα οποία δεν συνιστούν τρόφιμα πολυτελείας ή προαιρετικής κατανάλωσης, αλλά υψηλής διατροφικής αξίας, απαραίτητα και αναγκαία για την ανάπτυξη και την υγεία του ανθρώπινου οργανισμού.
Είναι χαρακτηριστικό ότι από το σύνολο των εισαγωγών τροφίμων την πενταετία 2015-2019, περίπου το 20% αφορούσε εισαγωγές κρέατος και αβγών, με συνολική αξία 5,5 δισ. ευρώ (1 δισ. και πλέον, ανά έτος).
Την ίδια περίοδο, οι άμεσες ενισχύσεις του αγροτικού τομέα της χώρας, μέσω της ΚΑΠ, ήταν περίπου 10 δισ. ευρώ.
Με λίγα λόγια, η χώρα χάνει, μόνο για εισαγωγές κρέατος και αβγών, τις μισές επιδοτήσεις που λαμβάνει από την ΕΕ, ως άμεση ενίσχυση του αγροτικού της τομέα. Κάποιες δε εξ αυτών των επιδοτήσεων δίδονται στην κτηνοτροφία για ζώα, το κρέας των οποίων η χώρα εισάγει σε μεγάλες ποσότητες και αξίες (βοοειδή, αιγοπρόβατα)!
Οι κύριες χώρες προέλευσης είναι: για το κρέας βοοειδών η Γαλλία, η Γερμανία, η Ολλανδία, η Ισπανία και η Ιταλία, για το κρέας χοιρινών η Ολλανδία, η Γερμανία και η Ισπανία, για το κρέας πουλερικών η Βουλγαρία, η Ολλανδία, η Ιταλία και η Πολωνία και για το κρέας αιγοπροβάτων η Νέα Ζηλανδία.
Ειδικά για τα αιγοπρόβατα, ένας μεγάλος αριθμός ζώντων ζώων, η αξία των οποίων το έτος 2019 ξεπέρασε τα 20 εκατ. ευρώ, εισάγονται προς σφαγή, ενώ κύρια χώρα προέλευσής τους είναι η Ρουμανία.
Οι εισαγωγές κρέατος την περίοδο 2015-2019 έφτασαν σε αξία τα 5,33 δισ. ευρώ περίπου, ενώ οι αντίστοιχες εξαγωγές ανήλθαν σε μόλις 336 εκατ. ευρώ.
Ακόμη και στον τομέα των αβγών, τη φθηνότερη πηγή ζωικής πρωτεΐνης, την ίδια περίοδο παρατηρείται αντίστοιχη εικόνα, καθώς η χώρα εισήγαγε αβγά συνολικής αξίας 112,6 εκατ. ευρώ, με βασική χώρα προέλευσης τη Βουλγαρία, έχοντας κάνει εξαγωγές αξίας μόλις 11,4 εκατ. ευρώ.
Η εξασφάλιση 32 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ, μαζί με τα 20 δισ. ευρώ περίπου του ΕΣΠΑ, για την περίοδο 2021-2027, δίνουν τη δυνατότητα στη χώρα να σχεδιάσει το νέο παραγωγικό της μοντέλο, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα όσο και τις νέες, αλλά και τις ανεκμετάλλευτες ευκαιρίες της.
Πρωτίστως όμως, όπως φανερώνουν τα παραπάνω στοιχεία, ο σχεδιασμός αυτός προαπαιτεί μια σοβαρή και σε βάθος ανάλυση του υφιστάμενου παραγωγικού ιστού της χώρας, που να αποτυπώνει τις ελλείψεις και τις εξαρτήσεις της ανά παραγωγική κατεύθυνση, προκειμένου τα επόμενα χρόνια να τις αντιμετωπίσει.
*Ο κ. Δημήτρης Γαλαμάτης είναι διδάκτωρ Κτηνιατρικής ΑΠΘ, πρώην βουλευτής.