Η 69χρονη Shoshana Zuboff μια από τις πρώτες γυναίκες που κατάφεραν να αποκτήσουν μια μόνιμη θέση στο ακαδημαϊκό προσωπικό του Harvard Business School καταθέτει μια διορατική και αφυπνιστική ματιά στο φαινόμενο που η ίδια αποκαλεί “κατασκοπευτικό καπιταλισμό”.
Γ.Κ.Καρατζάς
Βλέποντας την φωτογραφία της λες και ξεπήδησε από ένα επεισόδιο της σαπουνόπερας «Τόλμη και Δυναστεία». Και όμως τα φαινόμενα, ως συνήθως, απατούν. H 69χρονη Shoshana Zuboff (Σοσάνα Ζούμποφ) είναι εδώ και χρόνια μια γυναίκα που φιγουράρει ανάμεσα στα πρώτα ονόματα των σύγχρονων στοχαστών – διανοητών που έχουν την δυνατότητα να επιδρούν με τον τρόπο τους στο ευρύ πεδίο της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής συνείδησης και συμπεριφοράς. Η Zuboff είναι ομότιμη καθηγήτρια της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ ενώ έχει διατελέσει και ακαδημαϊκή συνεργάτρια του Berkman Klein Center for Internet and Society της Νομικής Σχολής του Χάρβαρντ.
Στις αρχές του προηγούμενου μήνα κυκλοφόρησε στα ελληνικά το τελευταίο της βιβλίο με τον παράξενα προκλητικό τίτλο «Η Εποχή του Κατασκοπευτικού Καπιταλισμού» (από τις Εκδόσεις Καστανιώτη σε μετάφραση Γιώργου Μπέτσου).
Αλλά, τι στα αλήθεια είναι αυτός ο …κατασκοπευτικός καπιταλισμός; Η συγγραφέας στις πρώτες κιόλας σελίδες του βιβλίου – δοκιμίου σπεύδει να δώσει τις απαραίτητες και αναγκαίες εξηγήσεις για τον ορισμό του κατασκοπευτικού καπιταλισμού μέσα από 8 σύντομες θέσεις. Η πρώτη εξ αυτών ορίζει τον κατασκοπευτικό καπιταλισμό ως «νέα οικονομική τάξη η οποία αξιώνει δικαιώματα επί της ανθρώπινης εμπειρίας και τη μεταχειρίζεται ως ανέξοδη πρώτη ύλη στο πλαίσιο υπόγειων εμπορικών τακτικών εξόρυξης δεδομένων, διαμόρφωσης προγνωστικών και πωλήσεων. Λίγες σελίδες παρακάτω η συγγραφέας επανέρχεται στον ορισμό της έννοιας του κατασκοπευτικού καπιταλισμού προσθέτοντας τα εξής ενδιαφέροντα στοιχεία: «(…) εγείρει μονομερείς αξιώσεις στην ανθρώπινη εμπειρία, την οποία μεταχειρίζεται ως ανέξοδη πρώτη ύλη προορισμένη να αναχθεί σε συμπεριφορικά δεδομένα. Ασχέτως αν μέρος αυτών των δεδομένων όντως αξιοποιείται στη βελτίωση υπηρεσιών και προϊόντων, τα υπόλοιπα χαρακτηρίζονται συμπεριφορικό πλεόνασμα το οποίο περιέρχεται στην κυριότητα της εκάστοτε εταιρείας και τροφοδοτείται σε προηγμένες διαδικασίες παραγωγής γνωστές ως “μηχανική νοημοσύνη”. Από κει αυτό το πλεόνασμα εξάγεται ως προϊόντα πρόγνωσης τα οποία προεξοφλούν το τι θα κάνεις τώρα και στο μέλλον- το εγγύς και το απώτερο».
Η Zuboff κάνει λόγο για μια «πρωτοφανή μετάλλαξη», με τον κατασκοπευτικό καπιταλισμό να παρασιτεί σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης δραστηριότητας. Διαβάζοντας τα πρώτα εισαγωγικά κεφάλαια συγκράτησα μια ατάκα: «Η Google εφηύρε και τελειοποίησε τον κατασκοπευτικό καπιταλισμό εν πολλοίς με τον ίδιο τρόπο που πριν από έναν αιώνα η General Motors εφηύρε και τελειοποίησε τον διευθυντικό καπιταλισμό». Η συγγραφέας υποστηρίζει ότι η Google δεν βίωσε καμία μοναξιά μιας και προσέτρεξαν να υιοθετήσουν το νέο μοντέλο τόσο το Facebook όσο και η Microsoft. «Από ότι φαίνεται, η Amazon στρέφεται κι εκείνη προς αυτή τη κατεύθυνση, ενώ για την Apple μιας τέτοια στροφή συνιστά ακανθώδες ζήτημα».
Στο site του εκδότη βρήκα το κείμενο του οπισθόφυλλου, το οποίο και μεταφέρω εδώ: «Οι προκλήσεις που θέτει στην ανθρωπότητα το ψηφιακό μέλλον, η πρώτη λεπτομερής ανάλυση μιας καινοφανούς μορφής εξουσίας, του “κατασκοπευτικού καπιταλισμού”, και η εκστρατεία των ισχυρών εταιρειών να προβλέψουν και να ελέγξουν τη συμπεριφορά μας.
Σε αυτό το αριστοτεχνικό έργο, καρπό πρωτοποριακής σκέψης και έρευνας, η Σοσάνα Ζούμποφ καταθέτει μια διορατική και αφυπνιστική ματιά στο φαινόμενο που η ίδια αποκαλεί “κατασκοπευτικό καπιταλισμό”. Το διακύβευμα είναι εξαιρετικά κρίσιμο: Στον 21ο αιώνα μια παγκόσμια αρχιτεκτονική συμπεριφορικής τροποποίησης απειλεί να αλλοιώσει την ανθρώπινη φύση με τον ίδιο τρόπο που κατά τον προηγούμενο αιώνα ο βιομηχανικός καπιταλισμός αλλοίωσε το φυσικό περιβάλλον. Η συγγραφέας περιγράφει γλαφυρά τον αντίκτυπο του κατασκοπευτικού καπιταλισμού καθώς αυτός προελαύνει από τη Σίλικον Βάλεϊ και διεισδύει σε κάθε πτυχή του οικονομικού τομέα. Νέες δυσοίωνες “αγορές συμπεριφορικής έκβασης” γίνονται σημεία συσσώρευσης ανυπολόγιστου πλούτου και εξουσίας. Στους κόλπους τους, προβλέψεις που αφορούν τη συμπεριφορά μας καθίστανται αντικείμενο αγοραπωλησίας ενώ η παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών εντάσσεται στα νέα “μέσα συμπεριφορικής τροποποίησης”.
Η απειλή έχει πλέον μετατοπιστεί από τον Μεγάλο Αδερφό του ολοκληρωτικού κράτους σε μια διάχυτη ψηφιακή αρχιτεκτονική: σε έναν “Μεγάλο Αλλότριο” που δρα με γνώμονα τα συμφέροντα του κατασκοπευτικού κεφαλαίου.
Βρισκόμαστε μπροστά σε μια πρωτοφανή μορφή εξουσίας η οποία διακρίνεται από τη συσσώρευση γνώσης και λειτουργεί εκτός δικαιοδοσίας της δημοκρατικής εποπτείας.
Η ανάλυση της Σοσάνα Ζούμποφ, διεξοδική και συγκινητική, εκθέτει τις απειλές που αντιμετωπίζει η κοινωνία του σήμερα: Το φάσμα ενός απόλυτα διασυνδεδεμένου, ελεγχόμενου “μεθοδευτικού χώρου”, ο οποίος αποπλανά υποσχόμενος βέβαια ενδεχόμενα και μεγιστοποίηση του κέρδους – και όλα αυτά, εις βάρος της δημοκρατίας, της ελευθερίας και του μέλλοντος της ανθρώπινης φύσης. Έχοντας συναντήσει ελάχιστη αντίσταση από τον νόμο ή τους πολίτες, ο κατασκοπευτικός καπιταλισμός βρίσκεται στο μεταίχμιο της κυριαρχίας του στο κοινωνικό σύστημα, έτοιμος να διαμορφώσει το ψηφιακό μέλλον – αν του το επιτρέψουμε».
Με το τελευταίο της βιβλίο «Η εποχή του Κατασκοπευτικού Καπιταλισμού» η συγγραφέας ολοκληρώνει μια τριλογία – κάθε ένα εκ των οποίων βρέθηκε μπροστά από την εποχή του και συνεισέφερε σε προβληματισμό για τις μελλοντικές εξελίξεις. Η αρχή έγινε στα τέλη της δεκαετίας του 1980, με το In the Age of the Smart Machine: The Future of Work and Power, με το οποίο προέβλεψε τον τρόπο με τον οποίο οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές θα έφερναν την επανάσταση στον σύγχρονο εργασιακό χώρο. Στις αρχές του 21ου αιώνα, ήρθε το The Support Economy: Why Corporations Are Failing Individuals and the Next Episode of Capitalism, το οποίο
συνέγραψε από κοινού με τον James Maxmin, «πριν ακόμη κάνουν την εμφάνισή τους το iPod και η Uber, διέβλεψε την άνοδο ενός ψηφιακά κατανεμημένου καπιταλισμού υπηρεσιών προσαρμοσμένων στο άτομο. Μέσω αυτού προειδοποιούσε για τον συλλογικό κίνδυνο που πρόκειται να αντιμετωπίσουμε εάν οι μεγάλες εταιρείες δεν υιοθετήσουν άλλη οπτική για το κυρίαρχο οικονομικό σύστημα». Σήμερα, με το τελευταίο της βιβλίο μας ανοίγει ένα μεγάλο παράθυρο για να φανούν οι χρήστες της τεχνολογίας, οι οποίοι «παύουν πια να είναι απλώς οι πελάτες και γίνονται η πρώτη ύλη στο πλαίσιο μιας εντελώς καινοφανούς οικονομικής τάξης». Για το τέλος, κράτησα τον υπότιτλο του βιβλίου που δίνει μια θέση και δείχνει μια προοπτική: «Ο Αγώνας για ένα Ανθρώπινο Μέλλον στο Μεταίχμιο της Νέας Εξουσίας».
Το βιβλίο της Zuboff θα ήταν καλό να διαβαστεί εκ παραλλήλου με εκείνο του Paul Mason όπου ο συγγραφέας διερευνά τις ηθικές, πολιτικές και οικονομικές προκλήσεις που θέτει τόσο η σημερινή κρίση της δημοκρατίας όσο και ο ψηφιακός μετασχηματισμός. «Καθαρό λαμπρό μέλλον», ο τίτλος του (κυκλοφόρησε τον περασμένο Ιούνιο από τις Εκδόσεις Καστανιώτη σε μετάφραση της Μαριάννας Τζιαντζή. Στο site του εκδότη βρήκα το μικρό κείμενο που φιλοξενείται στο οπισθόφυλλο: « Πώς διασώζουμε αυτό που μας καθιστά ανθρώπους σε μια εποχή εκτεταμένης αβεβαιότητας; Μήπως σήμερα είμαστ απλώς καταναλωτές που μας διαμορφώνουν οι δυνάμεις της αγοράς; Μήπως σύντομα οι αλγόριθμοι και η τεχνητή νοημοσύνη θα μας αντικαταστήσουν; Ο συγγραφέας μάς προσκαλεί σε μια αταλάντευτη, μαχητική υπεράσπιση της ύπαρξής μας, των δικαιωμάτων και των ελευθεριών μας.
Με παραπομπές στην οικονομία και τα μαζικά δεδομένα, στη νευροεπιστήμη, στους πολιτισμικούς πολέμους αλλά και στην άνοδο της ακροδεξιάς, αντλώντας από τις εμπειρίες του και τα επιτόπια ρεπορτάζ σε μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις από την Αθήνα και την Κωνσταντινούπολη μέχρι την Ουάσινγκτον, καθώς και με αναφορές στην παιδική του ηλικία σε μια αγγλική πόλη ανθρακωρύχων, ο Πωλ Μέισον μας δείχνει πώς η έννοια του ανθρώπου έχει διαβρωθεί όσο ποτέ άλλοτε στο παρελθόν. Στο Καθαρό λαμπρό μέλλον υποστηρίζει ότι είμαστε ικανοί να πλάσουμε το μέλλον μας, μέσω του λόγου, της καινοτομίας, της απελευθερωτικής χρήσης της τεχνολογίας και της συνεργασίας. Δίνει μια εικόνα των ανθρώπων ως κάτι παραπάνω από ανδρείκελων, πελατών ή γραναζιών σε μια μηχανή. Ένα έργο ριζοσπαστικής αισιοδοξίας για τους δύσκολους καιρούς μας».
Ο συγγραφέας δεν χρειάζεται και πολλές συστάσεις. Ο 60 χρόνος βραβευμένος συγγραφέας, δημοσιογράφος και παραγωγός ενημερωτικών εκπομπών μεταξύ 2001 και 2016 διετέλεσε αρχισυντάκτης οικονομικών θεμάτων στο BBC Newsnight και αργότερα στο Channel 4 News. Από το 2007 και μετά βρέθηκε στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων, καλύπτοντας όχι μόνο την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση (με έμφαση στην Ελλάδα και την Ισπανία), αλλά και σημαντικά γεγονότα στον υπόλοιπο κόσμο, από τις ΗΠΑ και την Τουρκία ως τη Λωρίδα της Γάζας και την Κίνα. Σήμερα διατηρεί μια εβδομαδιαία στήλη στο περιοδικό The New Statesman και αρθρογραφεί σε διάφορα ευρωπαϊκά έντυπα (The Guardian, Freitag, Le Monde Diplomatique).