Στοχευμένες παρεμβάσεις σε συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας, με κεντρική προτεραιότητα την ενίσχυση της μισθωτής εργασίας και την ελάφρυνσή της από τη βαριά φορολογία και τις ασφαλιστικές εισφορές, θα περιλαμβάνει το τελικό σχέδιο της Επιτροπής Πισσαρίδη. Οπως επισημαίνει στη συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής» ο καθηγητής στην LSE Δημήτρης Βαγιανός – ένα από τα τέσσερα βασικά μέλη της Επιτροπής -, «μια συστηματική στροφή προς αυτή την κατεύθυνση θα ευνοήσει την ανάπτυξη των ελληνικών επιχειρήσεων, επιτρέποντάς τους μεταξύ άλλων να προσφέρουν ανταγωνιστικούς μισθούς». Η Επιτροπή εκπονεί ένα δεκαετές αναπτυξιακό σχέδιο για τη χώρα, η σύνδεση των στόχων του με το Ταμείο Ανάπτυξης θα γίνει από την κυβέρνηση, αλλά σύμφωνα με τον κ. Βαγιανό τα χρήματα από τα ευρωπαϊκά προγράμματα είναι μεν σημαντικά, αποτελούν όμως μικρό μέρος των συνολικών πόρων που χρειάζεται η χώρα την επόμενη δεκαετία. Ωστόσο, τονίζει ο διακεκριμένος οικονομολόγος, δεν αρκεί η περιγραφή των πολιτικών για να αλλάξει σελίδα η ελληνική οικονομία, «σημασία έχουν η εφαρμογή και οι ευρύτερες συναινέσεις».
Η Επιτροπή Πισσαρίδη κατέθεσε προσφάτως την ενδιάμεση έκθεσή της στην κυβέρνηση. Ποια είναι η φιλοσοφία αυτού του εγχειρήματος και τι να αναμένουμε στο τελικό σχέδιο που θα παρουσιάσετε το φθινόπωρο; Ποιες πρέπει να είναι οι προτεραιότητες για το νέο αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας;
«Ο στόχος της Επιτροπής είναι να εκπονήσει ένα σχέδιο οικονομικής ανάπτυξης για τη χώρα για την επόμενη δεκαετία. Το σχέδιο ξεκινά τεκμηριώνοντας την τωρινή κατάσταση της οικονομίας, με τα πλεονεκτήματα και τις παθογένειες που υπάρχουν. Ο κορμός του είναι ένα συνεκτικό σύνολο προτάσεων που αποσκοπούν στη βελτίωση των παραγωγικών δυνατοτήτων της ελληνικής οικονομίας, και άρα των εισοδημάτων, με διατηρήσιμο τρόπο. Η ενδιάμεση έκθεση, η οποία παραδόθηκε στην κυβέρνηση πριν από λίγες ημέρες, εστιάζεται σε οριζόντια μέτρα, δηλαδή προτάσεις που αφορούν το σύνολο της οικονομίας. Η τελική έκθεση, η οποία θα παραδοθεί το φθινόπωρο, θα περιλαμβάνει και κάθετα μέτρα, δηλαδή παρεμβάσεις σε επιμέρους τομείς της οικονομίας όπως η μεταποίηση, ο τουρισμός, ο πρωτογενής τομέας και άλλοι. Η Επιτροπή θα προτείνει τις βασικές κατευθύνσεις, τονίζοντας και εξειδικεύοντας τις παρεμβάσεις που είναι πιο σημαντικές. Για παράδειγμα, μια βασική κατεύθυνση που η Επιτροπή προτείνει είναι η ενίσχυση της εργασίας, ιδιαίτερα της μισθωτής, η οποία σήμερα επιβαρύνεται υπέρμετρα μέσω φόρων και ασφαλιστικών εισφορών. Μια συστηματική στροφή προς αυτή την κατεύθυνση θα ευνοήσει την ανάπτυξη των ελληνικών επιχειρήσεων, επιτρέποντάς τους μεταξύ άλλων να προσφέρουν ανταγωνιστικούς μισθούς. Η ανάπτυξη των ελληνικών επιχειρήσεων ώστε να γίνουν περισσότερο ανταγωνιστικές διεθνώς απαιτεί παρεμβάσεις και στη χρηματοδότηση, στην κατάρτιση των εργαζομένων, στη δημόσια διοίκηση και αλλού. Η έκθεση εξειδικεύει τις παρεμβάσεις αυτές».
Πόσο εύκολο είναι να στραφεί η ελληνική οικονομία από τον τουρισμό στη βιομηχανική παραγωγή;
«Ο τουρισμός είναι και θα παραμείνει σημαντικός κλάδος της ελληνικής οικονομίας. Εχει δυνατότητες να αναπτυχθεί και άλλο, σε σχέση με το ΑΕΠ της χώρας, ιδιαίτερα αν στραφεί προς υπηρεσίες υψηλότερης προστιθέμενης αξίας που να είναι και καλύτερα συνδεδεμένες με το ιστορικό και πολιτιστικό προϊόν της χώρας. Οι υψηλότερες προοπτικές ανάπτυξης εμφανίζονται όμως στη μεταποιητική βιομηχανία. Να αναφέρω χαρακτηριστικά ότι οι ελληνικές εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων (εξαιρουμένων των ορυκτών και πετρελαιοειδών) ήταν 9,2% του ΑΕΠ το 2019, έναντι μέσου όρου 31,1% σε επτά χώρες της ΕΕ που είναι πληθυσμιακά συγκρίσιμες με την Ελλάδα (Αυστρία, Βέλγιο, Δανία, Φινλανδία, Ολλανδία, Πορτογαλία και Σουηδία). Η αντίστοιχη σύγκριση στον τουρισμό είναι 7,8% για την Ελλάδα και 3,3% για τον μέσο όρο των επτά χωρών. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν ότι υπάρχει μεγάλο περιθώριο ανάπτυξης. Να τονίσω εδώ ότι δεν πρέπει να ταυτίζουμε τη βιομηχανία μόνο με μεγάλα και ίσως ρυπογόνα εργοστάσια – ένα στερεότυπο που αντιστοιχεί σε παλαιότερες εποχές. Σημαντικό τμήμα της μοντέρνας βιομηχανίας αποτελείται από μικρότερες επιχειρήσεις υψηλής εξειδίκευσης και καινοτομίας, που συνδέονται με την έρευνα αιχμής, τα πανεπιστήμια κ.λπ. Η ανάπτυξη της ελληνικής βιομηχανίας είναι εφικτή. Την περίοδο 2013-2019 οι ελληνικές εξαγωγές προϊόντων αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό 6,7%, έναντι μέσου όρου 4% στις επτά χώρες. Η τάση αυτή μπορεί να συνεχιστεί αν γίνει μια πιο συστηματική προσπάθεια αντιμετώπισης των παθογενειών που εμποδίζουν την ανάπτυξη της ελληνικής βιομηχανίας».
Θα συνδυάσετε τις προτάσεις σας με τα χρήματα που θα αναλογούν στη χώρα μας από το Ταμείο Ανάκαμψης και από άλλα ευρωπαϊκά προγράμματα; Θεωρείτε ότι η συμφωνία στην οποία κατέληξαν οι ευρωπαίοι ηγέτες είναι επαρκής για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας;
«Η σύνδεση των προτάσεών μας με τα χρήματα που θα έρθουν από τα ευρωπαϊκά προγράμματα θα γίνει από την κυβέρνηση. Τα περισσότερα από τα προγράμματα αυτά έχουν συγκεκριμένη στόχευση, για παράδειγμα την πράσινη οικονομία, την ψηφιακή αναβάθμιση, το ανθρώπινο κεφάλαιο κ.λπ. Η Επιτροπή μας θα κάνει μια συνολικότερη πρόταση για την ανάπτυξη στη χώρα την επόμενη δεκαετία. Πολλές από τις δράσεις που προτείνουμε κατά προτεραιότητα μπορούν να ενταχθούν στα ευρωπαϊκά προγράμματα. Για παράδειγμα, δράσεις για την κατάρτιση ανέργων και εργαζομένων μπορούν να ενταχθούν σε προγράμματα που αφορούν το ανθρώπινο κεφάλαιο, και θα είναι πολύ σημαντικές μια που η σημερινή ύφεση δημιουργεί πιέσεις για αύξηση της ανεργίας. Αλλες δράσεις μπορούν να χρηματοδοτηθούν από τον τακτικό προϋπολογισμό. Να τονίσω εδώ ότι τα χρήματα από τα ευρωπαϊκά προγράμματα είναι μεν σημαντικά και μπορούν να έχουν πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα, αλλά είναι μικρό μέρος των συνολικών πόρων που χρειάζονται στη χώρα την επόμενη δεκαετία. Το κατά πόσο η συμφωνία μεταξύ των ευρωπαίων ηγετών είναι επαρκής για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας θα εξαρτηθεί από το χρονικό διάστημα για το οποίο η πανδημία θα συνεχίσει να υφίσταται. Αποτελεί όμως εξαιρετικά σημαντικό προηγούμενο ότι συμφωνήθηκαν μεταφορές πόρων μεταξύ χωρών της ΕΕ σε τέτοια κλίμακα».
Πώς πιστεύετε ότι θα πρέπει να αξιοποιηθούν τα 32 δισ. ευρώ που θα λάβει η χώρα μας από την ΕΕ; Σε παραδοσιακά έργα υποδομής ή σε έργα όπως η ψηφιοποίηση διαφόρων επιπέδων του δημόσιου τομέα ή τα προγράμματα κατάρτισης;
«Σημαντικοί πόροι απαιτούνται και σε παραδοσιακά έργα υποδομής, που θα ενισχύουν και τον ρόλο της χώρας ως κόμβου εμπορίου, αλλά και σε προγράμματα ψηφιοποίησης, εκπαίδευσης και κατάρτισης. Ενας άλλος τομέας όπου απαιτούνται ίσως ακόμα περισσότεροι δημόσιοι πόροι είναι η πράσινη οικονομία, με δραστηριότητες όπως η ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων, η διαχείριση αποβλήτων, η απεξάρτηση από ορυκτά καύσιμα, κ.λπ. Η μετάβαση σε ένα φορολογικό και ασφαλιστικό σύστημα όπου η εργασία φορολογείται λιγότερο απαιτεί επίσης σημαντικούς δημόσιους πόρους».
Ασκείται κριτική στην Επιτροπή ότι οι προτάσεις της είναι γενικόλογες, μονόπλευρες, ότι δεν λαμβάνει υπόψη τις περιπλοκές της COVID-19. Πώς το σχολιάζετε;
«Κάθε κριτική στην Εκθεση, που θα ολοκληρωθεί τον Σεπτέμβριο, και κάθε πρόταση προς την Επιτροπή έως τότε είναι καλοδεχούμενες. Καλό είναι βέβαια η όποια κριτική να γίνεται με συγκεκριμένα επιχειρήματα και στοιχεία. Προτεραιότητά μας είναι η περιγραφή των πολιτικών που πραγματικά μπορούν να αλλάξουν σελίδα στην ελληνική οικονομία. Φυσικά, σημασία έχει η εφαρμογή, και εκεί έχουν πολύ μεγάλη σημασία οι ευρύτερες συναινέσεις. Ως προς τις περιπλοκές λόγω της πανδημίας, προφανώς είναι σημαντικές και απαιτούνται σχετικές δράσεις, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε πως πολλά από τα προβλήματα δεν είναι παροδικά αλλά βαθιά και δομικά, και πρέπει να αντιμετωπιστούν ως τέτοια».