«Αν κι αυτή την εβδομάδα, μέχρι την ερχόμενη Παρασκευή, έχουμε 100 κρούσματα καθημερινά με αυξητικές τάσεις, θα είναι πράγματι μία σχετικά ανησυχητική κατάσταση. Ο συντελεστής μετάδοσης του κορωνοϊού Ro σύμφωνα με την ενημέρωση που είχαμε, παρέμενε το βράδυ της Παρασκευής στο 0,6 (δηλαδή περίπου δύο ασθενείς μολύνουν ένα άτομο) που ήταν σχετικά αντίστοιχο του 0,5 το οποίο είχε προκύψει στη διάρκεια της καραντίνας. Ομως αυτά θεωρείται ότι είναι δεδομένα που αφορούν 15 ημέρες νωρίτερα (σσ. λόγω του χρόνου επώασης της νόσου). Ισως τώρα μπορεί να οδηγηθούμε σε αύξηση του συγκεκριμένου συντελεστή σε άνω του «1».
Οι διαφορές έναντι της περιόδου Μαρτίου-Απριλίου
«Ομως εκείνο που πρέπει να συνεκτιμηθεί είναι ότι, παρότι βλέπουμε μεγάλους αριθμούς καθημερινών κρουσμάτων αντίστοιχων αυτής του Μαρτίου οπότε υπήρξε η καραντίνα, τώρα είναι διαφορετικά τα δεδομένα γιατί γίνονται πολλαπλάσια τεστ στην επονομαζόμενη ανοικτή κοινότητα και στα πλαίσια της ιχνηλάτησης της νόσου. Τον Μάρτιο και τον Απρίλιο κατάγραφαμε αυτούς που πήγαιναν στο νοσοκομείο ή έπαιρναν πρωτοβουλία για να κάνουν ιδιωτικά τεστ.
Τώρα όμως εντοπίζουμε, με τα συνεχή τεστ, κυρίως τους ασυμπτωματικούς. Ετσι για αυτόν τον λόγο ο αριθμός των νοσηλευόμενων στις ΜΕΘ είναι σχετικά μικρός και δείγμα όχι μεγάλης έξαρσης της νόσου. Ομως το ζητούμενο είναι να χρησιμοποιούμε τις μάσκες και να τηρούμε τις αποστάσεις γιατί αυτό, αν γίνεται σωστά, μπορεί να σημαίνει μείωση της μετάδοσης τoυ COVID-19 κατά 90%».
Σε αυτή την επισήμανση προχώρησε μιλώντας προς «Το Βήμα» ο επίκουρος καθηγητής Υγιεινής και Επιδημιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Γκίκας Μαγιορκίνης σχετικά με τα δεδομένα για την εξέλιξη του κορωνοϊού στην χώρα μας. Με κύριο ζητούμενο την μη αύξηση της εισαγωγής ασθενών στις ΜΕΘ το οποίο παραμένει το μεγάλο ζητούμενο των επιτελών του Υπουργείου Υγείας, της Πολιτικής Προστασίας κλπ.
Ενδεικτικό είναι ότι στις 25 Μαρτίου, οπότε είχαν καταγραφεί 835 συνολικά κρούσματα του COVID-19, οι νοσηλευόμενοι στις ΜΕΘ ήταν εκείνη τη ημέρα 55. Ωστόσο από τις 11 Ιουλίου έως τις 2 Αυγούστου, οπότε και πάλι έχουν εντοπισθεί περισσότερα από 800 κρούσματα του covid-19, επειδή ακριβώς ο τρόπος εντοπισμού και προσδιορισμού είναι διαφορετικός με «επιθετική» αναζήτηση και συνεχή τέστ στον ευρύτερο πληθυσμό, ο αριθμός των νοσηλευόμενων στις ΜΕΘ είναι από 9-12.
Σημειώνεται ότι όπως είχε αναφέρει «Το Βήμα» στις 4 Μαΐου, οπότε ξεκινούσε η σταδιακή άρση της καραντίνας, ο αριθμός των 100 κρουσμάτων προσδιοριζόταν από τότε ως «φράγμα» ανησυχίας και για τους επιτελείς της Πολτικής Προστασίας.
Οπως επισημαινόταν στο δημοσίευμα, «περισσότερα από 100 κρούσματα σε καθημερινή βάση είναι αυτά που θα σημάνουν συναγερμό –σύμφωνα με επιτελείς της Πολιτικής Προστασίας– για επικίνδυνη διασπορά του κορωνοϊού, ύστερα από τη σημερινή άρση των περιοριστικών μέτρων της κυκλοφορίας!»
Ο συντελεστής μετάδοσης R0
Την ίδια ώρα, κύριος στόχος των υγειονομικών αρχών είναι ο συντελεστής μετάδοσης R0 της νόσου να μην υπερβεί το «1» (δηλαδή κάθε φορέας του ιού να μολύνει μόνο ένα άτομο) με τον συγκεκριμένο συντελεστή να ήταν μέχρι το τέλος της καραντίνας της τάξης του 0,45. Κι αυτό γιατί έστω μία στοιχειώδης αύξηση της τάξης του συγκεκριμένου συντελεστή στο 1,1 ή έως 1,3 (όπως συνέβη προσφάτως στη Γερμανία) σηματοδοτεί επικίνδυνη κλιμάκωση της νόσου που ίσως προκαλέσει αντίστοιχη αύξηση των θανάτων και «επιβάρυνση» των ΜΕΘ».
Ακόμη, στοιχείο ενδιαφέροντος των κρατικών αξιωματούχων είναι ο αριθμός των ορφανών κρουσμάτων, χθες ήταν 10, προ διημέρου 64 κι ενα τριήμερο νωρίτερα στα 35, παρουσιάζοντας ορισμένες διακυμάνσεις που προβληματίζουν αφού ο αριθμός αυτός που θεωρείται «βάση» σχετικού εφησυχασμού είναι τα 40-50.