Τα πράγματα δεν έχουν πάει καλά για τον Ντόναλντ Τραμπ. Η πανδημία ανέτρεψε το μεγαλύτερο μέρος του σχεδιασμού του για τις εκλογές του Νοεμβρίου. Αντί για μια θετική δυναμική στην οικονομία, έχει βρεθεί αντιμέτωπος με μια συνθήκη ανοιχτής κρίσης σε όλα τα επίπεδα.
Η πανδημία έχει δείξει πόσο ευάλωτα είναι μεγάλα τμήματα του πληθυσμού στη χώρα που έχει την υψηλότερη δαπάνη υγεία στον πλανήτη και ταυτόχρονα δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπων ουσιαστικά χωρίς πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
Μπορεί αυτή η συνθήκη να είναι δημιούργημα σε μεγάλο βαθμό των προηγούμενων κυβερνήσεων και ευθύνη τόσο των Ρεπουμπλικάνων όσο και των Δημοκρατικών, όμως η δική του στάση, ο τόνος που χρησιμοποίησε, η υποτίμηση της σημασίας της πανδημίας, η διαρκής αίσθηση ότι δεν έχει επίγνωση της σοβαρότητας της κατάστασης, δεν βοήθησαν και πολύ την κατάσταση.
Την ίδια ώρα ως αποτέλεσμα των μέτρων που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση της πανδημίας, οι ΗΠΑ έχουν βυθιστεί στη μεγαλύτερη ύφεση εδώ και πολλές δεκαετίες (το ΑΕΠ μειώθηκε -9,5% στο δεύτερο τρίμηνο, που αναλογεί σε ετήσια ύφεση -32,9%) και έχουν δει την ανεργία να εκτινάσσεται, διαμορφώνοντας συνθήκες μιας μεγάλης κοινωνικής κρίσης.
Από την άλλη, η δολοφονία του Tζορτζ Φλόιντ έδειξε ότι πόσο βαθιά ριζωμένος είναι ο ρατσισμός στην αμερικανική κοινωνία και στη συμπεριφορά των επίσημων αρχών, συμπεριλαμβανομένων των σωμάτων ασφαλείας, ενώ πυροδότησε ένα χωρίς προηγούμενο κίνημα ενάντια στον ρατσισμό και στην αστυνομική αυθαιρεσία. Η αντίδρασή του Τραμπ που ήταν ο στιγματισμός των διαδηλωτών και η επιλογή να κλιμακώσει την αντιπαράθεση μέχρι του σημείου να καλέσει στελέχη των ομοσπονδιακών υπηρεσιών ασφαλείας να παρέμβουν για την αποκατάσταση της τάξης, δεν βοήθησε τα πράγματα και έχει οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη δυσαρέσκεια απέναντί του.
Ως αποτέλεσμα, ο Τραμπ βρίσκεται σε μια δύσκολη θέση και βλέπει τη θέση του υποχωρεί στις δημοσκοπήσεις. Ιδιαίτερα ανησυχητικό για τον Τραμπ δεν είναι μόνο το γενικό ποσοστό που φαίνεται να λαμβάνει, άλλωστε και στις εκλογές του 2016 ως προς τη λαϊκή ψήφο στη δεύτερη θέση ήταν, όσο το γεγονός ότι τείνει να χάσει τις κρίσιμες Πολιτείες που η έκβασή τους θα κρίνει το αποτέλεσμα στο Κολέγιο των Εκλεκτόρων.
Η σημασία των όρων εκλογής
Το εκλογικό δικαίωμα στις ΗΠΑ δεν είναι τόσο αυτονόητο όσο το έχουμε συνηθίσει στην Ευρώπη. Συχνά τα προβλήματα του αποκλεισμού μεγάλου αριθμού ψηφοφόρων (π.χ. όσων έχουν καταδικαστεί σε κακούργημα), όπως και οι προσπάθειες αποθάρρυνσης ψηφοφόρων από το να εγγραφούν στους καταλόγους. Επιπλέον, επειδή τα θέματα αυτά είναι αρμοδιότητα των Πολιτειών, συχνά υπάρχουν προβλήματα. Αρκεί να θυμηθούμε το πρόβλημα με τη διαδικασία εκλογής στη Φλόριντα το 2000.
Η πανδημία έρχεται να ανατρέψει αρκετά δεδομένα. Οι Δημοκρατικοί εξαρχής έθεσαν το θέμα ότι επειδή θα υπάρχει σοβαρό πρόβλημα εξαιτίας της πανδημίας είναι ανάγκη να γενικευτούν πρακτικές όπως η επιστολική ψήφος (που στις ΗΠΑ επιτρέπεται, όπως και η επιστολική ψήφος όσων βρίσκονται εκτός Πολιτείας). Οι Ρεπουμπλικάνοι είναι πάντοτε πιο επιφυλακτικοί.
Η επιφύλαξη δεν έχει να κάνει τόσο με θέματα εγκυρότητας όσο θέματα σύνθεσης του εκλογικού σώματος. Οι Ρεπουμπλικάνοι φοβούνται ότι οποιαδήποτε διεύρυνση του εκλογικού σώματος, δηλαδή η δυνατότητα να ψηφίσουν άνθρωποι που κανονικά δεν θα ψήφιζαν, διευκολύνει τους Δημοκρατικούς, καθώς θα αυξήσει τη βαρύτητα εκείνων των κατηγοριών που θα έτειναν να τους ψηφίσουν.
Ο ίδιος ο Τραμπ κυρίως θέτει θέμα αξιοπιστίας της διαδικασίας και ενδεχόμενου νοθείας. Ωστόσο, παραδείγματα εκτεταμένης νοθείας και αλλοίωσης του αποτελέσματος μέσω της επιστολικής ψήφου στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν και η διαδικασία θεωρείται αρκετά αξιόπιστη.
Μπορεί ο Τραμπ να αναβάλει τις εκλογές;
Η ημερομηνία των εκλογών δεν είναι ευθύνη του Προέδρου. Προβλέπεται με βάση ομοσπονδιακό νόμο του 1845, που ορίζει με σαφήνεια ότι οι εκλογές γίνονται την Τρίτη που είναι μετά την πρώτη Δευτέρα του Νοεμβρίου.
Για να αλλάξει επομένως η ημερομηνία χρειάζεται να υπάρξει ομοσπονδιακός νόμος, αυτός να εγκριθεί και από τη Βουλή και από τη Γερουσία και να πάρει υπογραφή Προέδρου , ενώ μπορεί να αμφισβητηθεί και δικαστικά.
Με αυτή την έννοια φαντάζει πολύ δύσκολο να διαμορφωθεί συσχετισμός για κάτι τέτοιο.
Επιπλέον, το ίδιο το Αμερικανικό Σύνταγμα ορίζει το νέο Κογκρέσο ορκίζεται στις 3 Ιανουαρίου και ότι η θητεία του νέου Προέδρου ξεκινά στις 20 Ιανουαρίου, αναφέρονται ρητά ότι αυτές τις ημερομηνίες τερματίζεται και η θητεία των προηγούμενων.
Κατά συνέπεια ο Τραμπ δεν μπορεί να αναβάλει τις εκλογές και η θητεία του έχει χρονικό όριο.
Διαμόρφωση κλίματος για αμφισβήτηση του αποτελέσματος
Μέχρι τώρα εκλογές έχουν αναβληθεί σε έκτακτες περιστάσεις μόνο σε τοπικό επίπεδο ή σε επίπεδο Πολιτειών. Δύσκολα, μπορεί κανείς να φανταστεί οι Δημοκρατικοί να συμφωνούσαν για αλλαγές σε εθνικό επίπεδο.
Όμως, την ίδια στιγμή η επιλογή του Τραμπ να ανοίξει αυτό το θέμα παραπέμπει μάλλον σε ένα σχεδιασμό του επιτελείου του Τραμπ για αμφισβήτηση του αποτελέσματος των εκλογών του Νοεμβρίου, σε περίπτωση που αυτό δεν είναι ευνοϊκό.
Όμως, μια τέτοια κίνηση θα μπορούσε να θεωρηθεί και παρακινδυνευμένη και υπερβολικά διαιρετική για μια χώρα που ούτως ή άλλως θα πάει αρκετά πολωμένη σε αυτές τις εκλογές.
Δεν είναι τυχαίο ότι τα περισσότερα στελέχη του Ρεπουμπλικανικού κόμματος που τοποθετήθηκαν διαφώνησαν με τον Τραμπ ή ότι ακόμη και το Fox News, που έχει στηρίξει ανοιχτά τον Τραμπ, διαφοροποιήθηκε με τον Chris Stirewalt να επισημαίνει ότι να εγείρονται τέτοια θέματα είναι ένδειξη αδυναμίας.