Ο εμπνευστής της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης Jean Monnet θεωρούσε ότι η ενοποίηση της Ευρώπης προχωρεί μέσα από μεγάλες κρίσεις. Πράγματι, οι ευρωπαϊκές χώρες στη μεταπολεμική περίοδο, όταν αποφάσισαν να συνεργαστούν κυρίως στο οικονομικό πεδίο, βρέθηκαν συχνά μπροστά σε διλήμματα: ή θα έπρεπε να υποχωρήσουν και να χαθεί η προηγούμενη προσπάθειά τους ή να προχωρήσουν παρά τις δυσκολίες και να διασφαλίσουν την πρόοδό τους με ένα ακόμη βήμα, μικρό ή μεγαλύτερο, ανάλογα με τις συνθήκες και με τις διαθέσεις των κρατών-μελών.
Στην περίπτωση της κρίσης που προκάλεσε και προκαλεί ο κορωνοϊός, το αναγκαίο βήμα για την αντιμετώπισή της είχε ορισμένα στοιχεία που διευκόλυναν την απόφαση των ευρωπαϊκών χωρών, αλλά και ορισμένα άλλα που τη δυσκόλευαν. Το γεγονός ότι η κρίση του κορωνοϊού έπληξε όλες τις χώρες-μέλη, με άνισο βέβαια τρόπο, αποτέλεσε την ευκαιρία για να αναλάβουν από κοινού την προσπάθεια. Ομως από την άλλη πλευρά οι διαφορές πολιτισμικών παραδόσεων και οι αντιξοότητες των πολιτικών συγκυριών στις 27 πλέον χώρες-μέλη δυσκόλευαν την απόφαση. Η στάση της Γερμανίας να συνταχθεί με την πρόταση της Επιτροπής για γενναία αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης και να συμπλεύσει με τη Γαλλία, υπήρξε καταλυτική.
Η απόφαση που ελήφθη τα ξημερώματα της 21ης Ιουλίου 2020 είναι ιστορικής σημασίας, παρά τις υποχωρήσεις στο ύψος των επιχορηγήσεων και στον τρόπο υλοποίησης των χρηματοδοτήσεων. Ο τελικός συμβιβασμός από 500 δισ. επιχορηγήσεις αρχικά σε 390 δισ. τελικά και από 250 δισ. δάνεια αρχικά σε 360 δισ. δάνεια τελικά, είναι επώδυνος για τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου. Ομως, η απόφαση για δανεισμό από κοινού όλων των χωρών-μελών (ένα είδος ευρωομολόγου) και η αποπληρωμή με πανευρωπαϊκούς φόρους κατοχυρώθηκε. Αυτή η απόφαση είναι που κάνει το σημερινό βήμα προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση ιστορικής σημασίας. Αυτό το βήμα αποτελεί κεκτημένο για την ευρωπαϊκή πορεία καθώς σφυρηλατεί την ενότητα και αποτελεί την αρχή για κάποιας μορφής δημοσιονομική ενοποίηση, που ήταν αδιανόητη μερικούς μήνες πριν από την κρίση του κορωνοϊού.
Αν προστεθούν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, μαζί με τα ποσά του πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου 2020-2027, η μεταφορά πόρων από τον πλούσιο Βορρά είναι εξαιρετικά σημαντική και η έμπρακτη αλληλεγγύη της Ευρώπης γίνεται πραγματικότητα. Επιπλέον, οι προκαταλήψεις για «ανορθολογική» χρήση των πόρων από τις νότιες ευρωπαϊκές χώρες, που κυριαρχούν στις χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά, κάμφθηκαν σημαντικά, όσον αφορά στον τρόπο εκταμίευσης των επιχορηγήσεων που προβλέπει το Ταμείο Ανάκαμψης.
Τελικά, το σημαντικότερο είναι ότι παρά τις δυσκολίες, η Ευρωπαϊκή Ενωση μπροστά στην κρίση του κορωνοϊού πραγματοποίησε ένα ακόμη βήμα προς την ενοποίηση. Η σύμπλευση των δύο πυλώνων του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, της Γερμανίας και της Γαλλίας, στο ζήτημα της αντιμετώπισης της σημερινής κρίσης μπορεί να επεκταθεί και σε άλλους κρίσιμους τομείς, όπως η εξωτερική πολιτική και η άμυνα. Η χώρα μας, που εργάστηκε συστηματικά για την επίτευξη αυτής της συμφωνίας, επωφελείται εξαιρετικά από την απόφαση αυτή, όχι μόνο χρηματοδοτικά (με 70 περίπου δισ. τα επόμενα 7 χρόνια), αλλά και πολιτικά από την πρόοδο της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
*Ο κ. Ναπολέων Μαραβέγιας είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.