Στο 16% εκτιμούν οι αναλυτές της Εθνικής Τράπεζας ότι θα διαμορφωθεί στο δεύτερο τρίμηνο η ετήσια συρρίκνωση του ΑΕΠ, από 13,5% που εκτιμούσε αρχικά, με την ύφεση, ωστόσο, τον Ιούνιο να είναι σημαντικά πιο ήπια (-7,7% από -17,3% το Μάιο).
Η ενσωμάτωση στις εκτιμήσεις, των στοιχείων που δημοσιεύτηκαν το τελευταίο δεκαπενθήμερο επιβάρυναν, σε κάποιο βαθμό, την εικόνα σε σύγκριση με τις αρχικές προβλέψεις για την πορεία του ελληνικού ΑΕΠ το 2ο τρίμηνο.
Τα στοιχεία αυτά αφορούν στην πορεία του κύκλου εργασιών στο σύνολο της οικονομίας τον Μάιο, τις αεροπορικές αφίξεις στο Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών τον Ιούνιο (από τα μέσα του οποίου υπήρξε μερική άρση των περιοριστικών μέτρων στις αεροπορικές διασυνδέσεις), καθώς και τα στοιχεία του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών το Μάιο.
Πρακτικά, σύμφωνα με τους αναλυτές της Εθνικής, οι εν λόγω δείκτες αποτύπωσαν μια πιο αδύναμη τάση ανάκαμψης – ειδικά στον τομέα των υπηρεσιών – σε σχέση με τις ενδείξεις που παρείχαν οι δείκτες προσδοκιών που ήταν διαθέσιμοι νωρίτερα.
Οι ανωτέρω εξελίξεις αντιστάθμισαν, μεταξύ άλλων, τη θετική επίδραση από την ταχεία βελτίωση του Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών στη μεταποίηση «PMI» (49,4 μονάδες τον Ιούνιο από 29,5 μονάδες τον Απρίλιο του 2020), τη σταθεροποίηση του ισοζυγίου καθαρών ροών απασχόλησης στο σύστημα Εργάνη τον ίδιο μήνα και την αύξηση στη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας στα τέλη Ιουνίου.
Η εγχώρια ζήτηση ανεβάζει ταχύτητα τον Ιούλιο μετά τις πιο αδύναμες από το αναμενόμενο επιδόσεις των δεικτών συγκυρίας την περίοδο Μαΐου-Ιουνίου.