Τα σχόλια στελεχών και παραγόντων της αξιωματικής αντιπολίτευσης για τα αποτελέσματα της ευρωπαϊκής Συνόδου Κορυφής φαντάζουν μεμψίμοιρα, στενάχωρα και σε κάθε περίπτωση δείχνουν αμυντικά και περιοριστικά της σημασίας και της αξίας των αποφάσεων στις Βρυξέλλες έπειτα από πέντε ημέρες επίπονων διαπραγματεύσεων.
Ορισμένες φορές είναι και περιπαιχτικά, αμφισβητούν την ελληνική συμμετοχή στη διαπραγμάτευση, γενικώς μπορεί κανείς να σχολιάσει ότι η προσέγγιση δεν είναι γενναία, παρά με διάθεση υποβάθμισης.
Ωστόσο πάσχουν πραγματικά, διότι απλούστατα παραγνωρίζουν την κεφαλαιώδη μεταβολή στις ευρωπαϊκές οικονομικές υποθέσεις που δεν είναι άλλη από την πρώτη απόπειρα αμοιβαιοποίησης του χρέους, η οποία ως γνωστόν αποτέλεσε επί σειρά ετών κεντρικό αίτημα των ιθυνόντων της προηγούμενης κυβέρνησης και της σημερινής αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Κακά τα ψέματα, η Σύνοδος Κορυφής, εν μέσω αντεκλήσεων και συγκρούσεων μεταξύ των μελών της, επιχείρησε άλμα μοναδικό, άλμα ιστορικό, τη σημασία του οποίου ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει.
Για πρώτη φορά στην Ιστορία της η Ευρωπαϊκή Ενωση θα δανειστεί η ίδια για λογαριασμό των μελών της από τις διεθνείς αγορές. Το προϊόν δε του δανεισμού θα φέρει την εγγύηση της Ενωσης, θα βαρύνεται με χαμηλό επιτόκιο και θα εξοφληθει το 2058, σε βάθος χρόνου δηλαδή που απομειώνει το βάρος και διευκολύνει την εξυπηρέτησή του.
Αλλά και πέραν αυτού το γεγονός ότι υιοθετήθηκε ένα πακέτο 750 δισ. ευρώ για την επανεκκίνηση των ευρωπαϊκών οικονομιών, εκ των οποίων η Ελλάδα θα έχει την ευκαιρία απορρόφησης δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, μόνο αδιάφορο δεν είναι.
Θα μπορούσε κανείς να κρίνει τη σύνθεση του πακέτου ή να επικρίνει την κυβέρνηση για την ελλείπουσα προετομαασία και το σχέδιο αξιοποίησης των συγκεκριμένων πόρων, αλλά το γεγονός αυτό καθεαυτό είναι αδιαμφισβήτητα ιστορικό.
Η αξιωματική αντιπολίτευση εν προκειμένω, αντί να μεμψιμοιρεί και να αμφισβητεί τη βεβαιωμένη και εκ των εικόνων ενεργό συμμετοχή της ελληνικής αποστολής στη διαπραγμάτευση, θα μπορούσε να σταθεί στον χαρακτήρα και να επιμείνει στη μορφή της διεκδικούμενης ελληνικής παραγωγικής επανεκκίνησης και ανασυγκρότησης.
Θα μπορούσε να διεκδικήσει π.χ. συμμετοχή στην κατάρτιση του σχεδίου ανάκαμψης, να συμβάλει με τις ιδέες και τις απόψεις της στην κατεύθυνση και κατανομή των πόρων, να επιμείνει στην ευκρινή διάκριση μεταξύ στόχων και μέσων της οικονομικής πολιτικής, να διαδηλώσει τις ιστορικές διεκδικήσεις της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς στο μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης της χώρας και ιδιαιτέρως να «φωνάξει» για την ανάγκη της ελληνικής κοινωνίας για περισσότερες δουλειές και εκατοντάδες χιλιάδες, καλώς αμειβόμενες, θέσεις εργασίας. Να αναδείξει τις απόψεις και τις αντιλήψεις της για την παραγωνική στροφή της χώρας, για το μοντέλο που μπορεί όντως να εγγυηθεί την ευημερία της ελληνικής κοινωνίας κακ των πολιτών της.
Με άλλα λόγια υπάρχει κι άλλος δρόμος πέραν της αμυντικής, στρεψόδικης, μίζερης και αντιπαραγωγικής αντιπολίτευσης.
Η χώρα μας έχει ανάγκη αυτή την ώρα από κύματα προόδου και δημιουργικής συναίνεσης. Και η αξιωματική αντιπολίτευση μόνο αν δράσει δημιουργικά, μπορεί να ελπίζει ότι θα ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών.
Αν παραμείνει εχθροπαθής και υπερασπιζόμενη τις πομπές των πολιτευτάκηδων, που επικράτησαν στις τάξεις της τα προηγούμενα χρόνια, δεν θα έχει καμία τύχη.