Oι αριθμοί είναι αποκαρδιωτικοί: Ο μέσος χρόνος ολοκλήρωσης μιας αποκρατικοποίησης στην Ελλάδα φτάνει τουλάχιστον τα πέντε έτη. Για την έναρξη εργασιών του Cassiopi Project στην Κέρκυρα, ενδεικτικά, απαιτήθηκαν οκτώ χρόνια, τέσσερις διαφορετικές κυβερνήσεις, γύρω στις 12 προσφυγές σε ΣτΕ, στο Ελεγκτικό Συνέδριο, 10 υπουργικές αποφάσεις και 55 γνωμοδοτήσεις κρατικών υπηρεσιών.
Θα μπορούσαμε να απαριθμήσουμε δεκάδες άλλα παραδείγματα, και πιο εντυπωσιακά, μεταξύ των οποίων το Ελληνικό και την επένδυση στο Costa Navarino που πέρασαν από «χίλια μύρια κύματα».
Παρ΄όλα αυτά, η ελκυστικότητα της χώρας μας ως επενδυτικού προορισμού το τελευταίο διάστημα παρουσιάζει βελτίωση, όπως πιστοποιούν και διεθνείς έρευνες.
Η πλειονότητα των επενδυτών αναγνωρίζει ότι η Ελλάδα ακολουθεί αποτελεσματική πολιτική προσέλκυσης επενδύσεων και πως έχουν γίνει βήματα προόδου. Ο πολιτικός κίνδυνος έχει εξαλειφθεί, το επίπεδο των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού ανεβαίνει, ενώ θετικά λειτούργησε στην εικόνα της χώρας και η αποτελεσματική διαχείριση της κρίσης του COVID-19.
Τα παραπάνω δεν αρκούν όμως για να καλύψουν διαχρονικές αδυναμίες και παθογένειες, η άρση των οποίων θα μπορούσε να βελτίωση έτι περαιτέρω το επενδυτικό κλίμα.
Μερικές εξ αυτών το γραφειοκρατικό και διοικητικό περιβάλλον, η πρόσβαση σε χρηματοδότηση αλλά και η ανάγκη επιτάχυνσης των διαδικασιών στην απονομή δικαιοσύνης.
Την τελευταία πληγή φιλοδοξεί να θεραπεύσει – μεταξύ άλλων – η περίφημη «Επιτροπή Πισσαρίδη», με το 150σέλιδο Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία.
Προτείνει συγκεκριμένα τη δημιουργία εξειδικευμένων τμημάτων στα δικαστήρια για υποθέσεις σημαντικού οικονομικού ενδιαφέροντος με ανώτατο όριο 12 μηνών έως την απόφαση, στο πρότυπο και άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Η πρόταση αυτή κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Επειδή όμως η Ελλάδα φημίζεται ως η χώρα των άκρων χρειάζεται προσοχή.
Πάνω απ’ όλα πρέπει να τηρούνται απαρέγκλιτα οι κανόνες δικαίου και να υπηρετείται η διαφάνεια. Τίποτα σε μια Δημοκρατία δεν μπορεί να είναι υπεράνω του Νόμου.